Μακεδονικό 2019

Ο χώρος για την σάτυρα και τους σχολιασμούς των πολιτικών δρώμενων στην Ελλάδα...
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Άλλο ένα εξαιρετικό άρθρο που ξεσκεπάζει τις βλακείες που ακούμε για την συμφωνία που δεν την τηρούν κιόλας οι γείτονες.

14 ψέματα για τη συμφωνία
14 ψέματα για τη συμφωνία

Μέσα σε γέλια και αγκαλιές δύο πρωθυπουργών και των αμερικανοευρωπαίων αφεντικών τους, αλλά και με έναν οχετό ύβρεων, ψεμάτων και αφορισμών πεζοδρομιακής νοοτροπίας μέσα στο Κοινοβούλιο, η κυβέρνηση της Ηρώδου του Αττικού έβαλε την υπογραφή της στο δεύτερο στάδιο μιας εθνικής προδοσίας. Γιατί το να ωραιοποιείς το έγκλημα είναι έγκλημα.

Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός του των Εξωτερικών, με τη σύμπραξη των σχολιαστών όλων σχεδόν των τηλεοπτικών καναλιών σε απ ευθείας μετάδοση, που πανηγύριζαν το μεγάλο γεγονός και αγνοούσαν εντελώς τους διαδηλωτές που δέρνονταν από τα ΜΑΤ την ίδια ώρα λίγο πιο κεί (!), έβαλαν την υπογραφή τους στη νομιμοποίηση και οικοδόμηση αυτού που ονειρεύονταν οι σλαβομακεδόνες εθνικιστές εδώ και 150 χρόνια:

Αναγνώρισαν ΜΙΑ μακεδονική ταυτότητα, αυτή των σλαβομακεδόνων και ΜΙΑ μακεδονική γλώσσα, αυτή των σλαβομακεδόνων. Επειδή, είτε η αμορφωσιά, είτε η δουλικότητα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία, είτε η εμφυλιακή τους πίστη στον μακεδονισμό, για τον οποίο συμπολέμησαν τα ινδάλματά τους με τους σλαβομακεδόνες εθνικιστές από το 1943 μέχρι το 1949, δεν τους επέτρεψαν να δούν το προφανές:

Ότι οι σλαβομακεδόνες δεν θα ονομάζονται βορειομακεδόνες, όπως ώφειλαν να τους υποχρεώσουν οι κυβερνήτες της Ηρώδου του Αττικού. Θα ονομάζονται και θα καταγράφονται παντού στην υφήλιο όπως σήμερα: Μακεδόνες. Αλλά, από σήμερα, με την άδεια του επίσημου ελληνικού κράτους!

Κι εδώ αρχίζουν τα ψέματα της κυβέρνησης.

Ψέμα πρώτο: Λέει η κυβέρνηση: Έτσι κι αλλιώς μέχρι σήμερα οι σλαβομακεδόνες έμπαιναν στη χώρα με διαβατήρια που τους ωνόμαζαν Μακεδόνες.

Η αλήθεια: Όλες οι ελληνικές υπηρεσίες σφράγιζαν κάθε τι που ονομαζόταν μακεδονικό με τη σφραγίδα «άκυρο». Και με πάγια επίσημη εντολή δεν αναγνωριζόταν από το ελληνικό κράτος η υπηκοότητα Μακεδόνας, ούτε η ονομασία Μακεδονία στα διαβατήρια. Το κυριότερο: Η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν αναγνώριζε μακεδονική ταυτότητα. Τώρα θα αναγνωρίζει επίσημα!

Ψέμα δεύτερο: Λέει η κυβέρνηση: Ο ΟΗΕ έχει αναγνωρίσει από το 1977 μακεδονική γλώσσα χωρίς την αντίρρηση της Ελλάδας.

Η αλήθεια: Δεν υπάρχει αναγνώριση αλλά καταγραφή των γλωσσών των Βαλκανίων. Από επιτροπές γλωσσολόγων και όχι εκπροσώπους κρατών. Με την επισήμανση ότι η καταγραμμένη μακεδονική είναι σλαβογενές και βουλγαρικό ιδίωμα. Και το επίσημο ελληνικό κράτος δεν αναγνώρισε ποτέ την μακεδονική αυτή καταγραφή. Κάθε δύο χρόνια, με ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών επαναλαμβάνει αυτή την άρνηση αναγνώρισης! Και επί υπουργίας Κοτζιά! Τώρα αναγνωρίζει επίσημα αυτά τα σλάβικα ως μακεδονικά.

Ψέμα τρίτο: Λέει η κυβέρνηση: Η συμφωνία λύνει το θέμα του αλυτρωτισμού των Σκοπίων.

Η αλήθεια: Οι μέχρι τώρα συμφωνίες (1995) πρόβλεπαν ρήτρες έναντι του αλυτρωτισμού των Σκοπίων. Γιατί από κει ξεκινάει το πρόβλημα. Με τη συμφωνία η κυβέρνηση αναγνωρίζει για πρώτη φορά ότι υπάρχει ελληνικός αλυτρωτισμός έναντι των Σκοπίων! Ότι δηλαδή το επίσημο ελληνικό κράτος και οι δομές του επιβουλεύονται την εδαφική ακεραιότητα των γειτόνων!

Η αλήθεια: Τα άρθρα του σκοπιανού συντάγματος και οι νόμοι, που έχουν αλυτρωτικές βλέψεις επί της Ελλάδας είναι πολλά. Τόσα, που θα χρειαστούν χρόνια στον νομοθέτη της γείτονας να τα αλλάξει. Και δεν θα αλλάξει παρά τα εξόφθαλμα ελάχιστα του συντάγματος.

Η αλήθεια: Από την άλλη, σύμφωνα με τα υπογραφέντα, οι σλαβομακεδόνες αποκτούν δικαιώματα για το πώς θα διδάσκονται στα ελληνικά σχολεία τα ιστορικά γεγονότα, που αφορούν στα Βαλκάνια!

Ψέμα τέταρτο: Η συμφωνία αποδυναμώνει τους εθνικισμούς και προωθεί τη φιλία των λαών.

Η αλήθεια: Με δεδομένη τη διαφωνία του 70% των Ελλήνων και άγνωστου ποσοσού σλαβομακεδόνων, το μόνο που κάνει η συμφωνία είναι να πυροδοτεί τον εθνικισμό και να μετατρέπει ακόμα και μετριοπαθείς πολίτες σε ακραίους. Και τους ακραίους σε επικίνδυνους. Γιατί το ξεπούλημα ιστορίας, γλώσσας και εθνότητας αυτό κάνει.

Ψέμα πέμπτο: Λέει η κυβέρνηση: Η συμφωνία διαχωρίζει την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά των σλαβομακεδόνων από την αρχαία ελληνική.

Η αλήθεια: Η συμφωνία ξεχωρίζει ότι οι σλαβομακεδόνες έχουν οποιαδήποτε σχέση με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Πράγμα που δεν διασφαλίζει τον αρχαίο μακεδονικό πολιτισμό! Δεδομένου ότι οι σκοπιανοί δεν θεωρούν ότι ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος ήταν Έλληνες! Αλλά, ότι κατέκτησαν τους Έλληνες Θηβαίους, Αθηναίους και λοιπούς. Επομένως, θεωρούν τους αρχαίους Μακεδόνες κοινή κληρονομιά! Και μάλιστα κληρονομιά για εκμετάλλευση σε παγκόσμιο επίπεδο! Κι ας μην είχε υποψιαστεί ο Αλέξανδρος και ο Περδίκας ότι τα όριά τους ήταν στα σύνορα του Βαρδάρη!

Αυτό που ήθελε να αποτρέψει η πάγια ελληνική εξωτερική πολιτική σε επίπεδο ονόματος και σε επίπεδο πολιτισμού, το παρέδωσε στο κράτος των Σκοπίων αυτή η κυβέρνηση!

Ψέμα έκτο: Λέει η κυβέρνηση: Η συμφωνία διασφαλίζει τη διαφορά μεταξύ σκοπιανής και ελληνικής Μακεδονίας, με το «Βόρεια Μακεδονία».

Η αλήθεια: Κάθε πολίτης της γης γνωρίζει και θα γνωρίζει τη χώρα Μακεδονία, γιατί σαν κράτος επαναλαμβάνεται εκατοντάδες χιλιάδες φορές κάθε μέρα σε ποικίλες εκφράσεις της πολιτικής, γεωγραφικής, πολιτιστικής ή άλλης ζωής. Η ελληνική Μακεδονία, σαν επαρχία εσωτερική του κράτους Ελλάδα, ελάχιστα απαντάται κάθε μέρα. Και μάλιστα έξω από τη χώρα. Και καθένας που ακούει ή διαβάζει για κάθε τι ελληνικό που προέρχεται από τη Μακεδονία έχει τη βεβαιότητα ότι προέρχεται από το κράτος της Μακεδονίας. Και θα την έχει με ελληνική βούλα!

Η αλήθεια: Το Βόρεια Μακεδονία θα εμφανίζεται στα ταμπελάκια και στα σηματάκια σε παγκόσμιο επίπεδο. Και παντού θα γράφεται σκέτο Μακεδονία. Και όλοι οι λαοί θα την ονομάζουν Μακεδονία. Είναι εύκολο, βολικό, γρήγορο. Όπως και σήμερα. Μόνο που από τώρα αυτό θα γίνεται με την ελληνική αναγνώριση.

Η αλήθεια: κανείς από την ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να κυνηγάει από το πρωί μέχρι το βράδυ για να διαμαρτυρηθεί και να απαιτήσει διόρθωση στα χιλιάδες κανάλια και στους δεκάδες ανά τον κόσμο κάθε μέρα, που θα σπηκάρουν τη Βόρεια Μακεδονία ως σκέτο Μακεδονία.

Η αλήθεια: Ο κόσμος θα ξέρει ότι υπάρχει ένα κράτος Μακεδονία. Και το 70% της Μακεδονίας που είναι η ελληνική θα υποστεί τις συνέπειας του δεύτερου και καταϊδρωμένου φτωχού συγγενή. «Μπα! Υπάρχει και στην Ελλάδα Μακεδονία;»

Ψέμα έβδομο: Λέει η κυβέρνηση: Η συμφωνία θα ευνοήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις και θα οδηγήσει στην ανάπτυξη την ελληνική Μακεδονία.

Η αλήθεια: Η συμφωνία θα πλήξει περισσότερες από 3.400 ελληνικές μακεδονικές επιχειρήσεις, που παράγουν ή εμπορεύονται αυτή τη στιγμή προϊόντα με ονομασίες «μακεδονικό». Οι οποίες θα υποχρεωθούν όχι μόνο να αποκτήσουν έναν αθέμιτο ανταγωνιστή, αλλά θα υποχρεωθούν σε αλλαγές ονομάτων και σε νέες δυσμενέστερες συνθήκες εξαγωγών. Ένα μπερδεμένο κουβάρι.

Η αλήθεια: Η συμφωνία προβλέπει ότι όλο αυτό το τεράστιο και μείζον θέμα θα λυθεί από… ανεξάρτητες επιτροπές ομιχλώδους σύνθεσης και χρονικού ορίζοντα! Χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις στον αέρα από μια συμφωνία του ποδαριου!

Ψέμα όγδοο: Λέει η κυβέρνηση: Κανείς δεν μας πίεσε να προχωρήσουμε στη συμφωνία.

Η αλήθεια: Από την αλληλογραφία των αμερικανών, του Νίμιτς και των γερμανων με τις πρεσβείες τους γίνεται ολοφάνερο ότι εδώ και καιρό και οι δύο πίεζαν την ελληνική κυβέρνηση για λύση. Θέλοντας εναγωνίως να προλάβουν τη διάρκεια ζωής της. Μη και χάσουν τους πρόθυμους να υπογράφουν τα πάντα!

Η αλήθεια: Σύμφωνα με γερμανικές δημοσιογραφικές πληροφορίες, που είδαν το φως της δημοσιότητας, το δέλεαρ της Γερμανίας στους εδώ πρόθυμους ήταν μέτρα για το χρέος, που θε ευνοούσαν την κυβερνητική προπαγάνδα στους Έλληνες πολίτες.

Ψέμα ένατο: Λέει η κυβέρνηση: Δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε τους γείτονες να αλλάξουν όνομα εθνότητας γιατί έχουν το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμου.

Η αλήθεια: Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού είναι μια καραμέλα που πιπιλάει η ελληνική νεοαριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ως άλλοθι για να μην προσδιορίζεται σε τίποτε και να δηλώνει ό,τι θέλει την ώρα που τη βολεύει για ό,τιδήποτε! Η ευελιξία του χάους! Από τη συλλογιστική λείπει το πιο σημαντικό: Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού το έχει κανείς όταν δεν βλάπτει μ' αυτό τα συμφέροντα ή τον προσδιορισμό κάποιου άλλου.

Η αλήθεια: Δεν μας είπε η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ τι γίνεται όταν το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού των σλαβομακεδόνων ως σκέτων Μακεδόνων βλάπτει το δικαίωμα των Ελλήνων να προσδιορίζονται ως Μακεδόνες! Και τι έχει προβλέψει γι αυτό στη συμφωνία. Η αλήθεια: Τίποτε δεν έχει προβλέψει! Γιατί νοιάζεται για τους σκοπιανούς περισσότερο από όσο για τους Έλληνες.

Ψέμα δέκατο: Λέει η κυβέρνηση: Η ολοκλήρωση της συμφωνίας εξαρτάται από την εκπλήρωση των όρων από τη σκοπιανή πλευρά και από την έγκρισή της από την ελληνική Βουλή.

Η αλήθεια: Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ και η πρόσκληση συμμετοχής στο ΝΑΤΟ θα προχωρήσουν χωρίς να ερωτηθεί η ελληνική Βουλή. Η οποία θα κληθεί να επικυρώσει εκ των υστέρων όσα θα έχουν ήδη δρομολογηθεί.

Ψέμα ενδέκατο: Λέει η κυβέρνηση: Η συμφωνία βάζει τα θεμέλια για μια παρατεταμένη ειρήνη στα Βαλκάνια.

Η αλήθεια: Η συμφωνία εξασφαλίζει ότι οποιαδήποτε σκοπιανή κυβέρνηση- ακόμα και αυτή- μπορεί πλέον να εγείρει νομικά ζητήματα αναγνώρισης ιδιοκτησιών εδαφών, όπως οι Τσάμηδες. Μπορεί να διεκδικήσει στο μέλλον ΜΙΑ ενιαία Μακεδονία, στα χνάρια των τουρκοκύπριων, που δεν ήταν παρά το 18%. Μπορεί να διεκδικήσει απαιτήσεις και αντιρρήσεις επί ο,τιδήποτε αφορά στην ελληνική Μακεδονία. Δεδομένου ότι η συμφωνία δεν προβλέπει πουθενά ότι διασφαλίζει πως η ελληνική Μακεδονία θα λέγεται Μακεδονία και δεν θα υποχρεωθεί σε Νότια Μακεδονία για να μην … ανταγωνίζεται τους γείτονες.

Η αλήθεια: Η συμφωνία, με την αναγνώριση Μακεδόνων και μακεδονικής γλώσσας, χωρίς να διασφαλίζει τα συμφέροντα της ελληνικής Μακεδονίας ανοίγει τον ασκό του Αιόλου στα Βαλκάνια.

Η αλήθεια: Η επικυριαρχία των Γερμανών στη Βαλκανική- όνειρο 2 αιώνων των Ράιχ- και η ταυτόχρονη επιβολή του αμερικανικού ΝΑΤΟ θα περιπλέξουν ακόμα περισσότερο την πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης. Σε μεγάλο και δηλωμένο ανταγωνισμό με τη Ρωσία. Χάριν του οποίου οδηγήθηκαν οι πρόθυμοι απάτριδες των Αθηνών σ αυτή την προδοσία.

Η αλήθεια: Οι φιλίες των λαών δεν χτίζονται με παρλαπίπες και ευχολόγια και λόγια του αέρα που θέλει η κουλτούρα της νεοαριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ. Χτίζεται με αίμα και εκτίμηση σε βάθος χρόνων. Όπως η σχέση των Ελλήνων με τους Σέρβους, με τους Αιγύπτιους και τους άλλους λαούς της Μέσης Ανατολής.

Ψέμα δωδέκατο: Λέει η κυβέρνηση; Τσίπρας και Κοτζιάς υπερασπίστηκαν την ελληνική αρχαία ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό.

Η αλήθεια: Πότε ακριβώς ανακάλυψε την αρχαία ιστορία και έμαθε για τον πολιτισμό ο αμόρφωτος κοπανατζής καταληψίας των σχολείων και ο άνθρωπος που θεωρούσε τον Αλέξανδρο σφαγέα των λαών και όσους ασχολούνται με την αρχαία ιστορία εθνικιστές; Μαζί με τον ομοϊδεάτη του και επί χρόνια συνεργάτη του αμφιλεγόμενου υποστηρικτή του ΔΝΤ και της αμερικανικής αντιεθνικής ιστοριογραφίας κ Κοτζιά; Όλων των άλλων εκτός από των Αμερικανών! Που έχουν το μοναδικό δικαίωμα να είναι έθνος!

Ψέμα δέκατο τρίτο: Λέει η κυβέρνηση: Την επιτυχία της συμφωνίας την αποδεικνύουν οι δηλώσεις όλων των ξένων παραγόντων που την επικροτούν.

Η αλήθεια: Οι ξένοι παράγοντες έχουν γραμμένα τα συμφέροντα της Ελλάδας εκεί που δεν πιάνει μελάνι. Τα δικά τους συμφέροντα κοιτάζουν στην οικονομική και γεωπολιτική εκμετάλλευση των Βαλκανίων. Αδιαφορώντας για την Ελλάδα. Την Ελλάδα πληρώνονται για να την υπερασπίζονται οι κυβερνήτες της. Όταν πληρώνονται από τον ελληνικό λαό.

Ψέμα δέκατο τέταρτο: Λέει η κυβέρνηση: Η συμφωνία είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας και κομπάζει που 27 χρόνια καμιά άλλη δεν έχει κλείσει το θέμα.

Η αλήθεια: Καμιά άλλη κυβέρνηση δεν διανοήθηκε από το 1870 μέχρι χτες να ξεπουλήσει τόσο εύκολα, γρήγορα και στο πόδι ένα εθνικό θέμα όπως αυτή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ. Καμιά άλλη κυβέρνηση δεν αποτελείτο από ανθρώπους που πίστευαν λιγότερο σε πατρίδα και μάλιστα που λοιδορούσαν όσους πίστευαν σε πατρίδα όπως αυτή η κυβέρνηση. Και καμιά άλλη κυβέρνηση δεν ήταν τόσο πεινασμένη να μείνει στην εξουσία, που να πουλήσει φτηνά την ελληνική Μακεδονία. Μόνο και μόνο για να πληρωθεί από τις «μεγάλες δυνάμεις» σε υποσχέσεις για την παραμονή της στην εξουσία.

Κι αυτή η αλήθεια, σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες αποδεικνύουν ότι εδώ έχει διαπραχθεί εθνική προδοσία. Για να λέμε τα πράγματα με τ' όνομά τους. Είτε από ανοησία, είτε από αμάθεια, είτε από δουλικότητα. Έτσι κι αλλιώς, αυτή η κυβέρνηση είναι ο yes man του δυτικού κόσμου. Για μια καρέκλα. Για την οποία υπάρχει και η καρέκλα του δικαστηρίου. Το εδώλιο.

Γ. Παπαδόπουλος - Τετράδης
Ευχαριστώ.


pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Επειδή με την συμφωνία των Πρεσπών γίνεται πολύς λόγος για την "Εξέγερση του Ίλιντεν" παραθέτω μια σειρά άρθρα, ώστε όποιος ενδιαφέρεται να διαβάσει για να αποκτήσει μια πιο σφαιρική γνώση. Θα παραθέσω όλες τις απόψεις, οπότε ο καθένας ας σχηματίσει την δική του άποψη επί του θέματος.

Ξεκινάμε από την wikipedia:

Εξέγερση του Ίλιντεν
Εξέγερση του Ίλιντεν

Η Εξέγερση του Ίλιντεν (πλήρης ονομασία στα βουλγαρικά: Илинденско-Преображенско въстание: Εξέγερση του Προφήτη Ηλία-Μεταμορφώσεως) ήταν μία επανάσταση σλαβοφώνων ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία[3], που οργανώθηκε και υλοποιήθηκε από την αυτονομιστική οργάνωση Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση το 1903. Το όνομα της εξέγερσης αναφέρεται στο Ίλιντεν (Илинден), όπως αποκαλούν οι Σλαβομακεδόνες και οι Βούλγαροι την ημέρα εορτής του Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου με το Ιουλιανό ημερολόγιο/2 Αυγούστου) και στο Πρεομπραζένιε (Преображение), το οποίο σημαίνει την ημέρα εορτής της Μεταμορφώσεως (6 Αυγούστου με το Ιουλιανό ημερολόγιο/19 Αυγούστου).

Η εξέγερση στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας εκδηλώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, κυρίως στα κεντρικά και νοτιοδυτικά τμήματα του από τους Βούλγαρους[4][5] των αγροτικών περιοχών και υποστηρίχθηκε σε κάποιο βαθμό και από τους βλάχους της περιοχής. Μια προσωρινή κυβέρνηση σχηματίστηκε στο Κρούσοβο, όπου οι αντάρτες κήρυξαν τη Δημοκρατία του Κρουσόβου υπό την ηγεσία του δάσκαλου Νίκολα Κάρεφ, η οποία καταλύθηκε μετά από δέκα ημέρες, στις 12 Αυγούστου. Στις 19 Αυγούστου, οι Βούλγαροι χωρικοί, διοργάνωσαν μια συνδεδεμένη εξέγερση στο βιλαέτι της Αδριανούπολης, που οδήγησε στην απελευθέρωση μιας μεγάλης περιοχής στα βουνά της Στράντζας στην περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών[6] και στη δημιουργία μιας προσωρινής κυβέρνησης στην πόλη Βασιλικό, τη Δημοκρατία της Στράντζας. Αυτή διήρκεσε περίπου είκοσι μέρες πριν καταλυθεί από τους Οθωμανούς.

Σήμερα αυτή η εξέγερση γιορτάζεται στην Βουλγαρία και στη Βόρεια Μακεδονία.


Γεωπολιτική κατάσταση

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία κατέρρεε κάτω από το παλιό μοντέλο διοίκησης, τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά, την αύξηση των εισαγωγών βιομηχανικών προϊόντων, την αύξηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων και την αδυναμία της να εκβιομηχανιστεί. Η οικονομική δύναμη του μουσουλμανικού πληθυσμού στη Μακεδονία και τη Θράκη εξασθενούσε και οι χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί, ιδιαίτερα των πόλεων και των κωμοπόλεων, είχαν αποκτήσει μεγάλη ευρωστία που αντικατοπτρίζονταν στην άνοδο του βιοτικού και του μορφωτικού τους επιπέδου. Οι χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί είχαν αποκτήσει τον έλεγχο του εμπορίου, της οικιακής βιοτεχνίας ακόμα και της τουρκικής διοίκησης, όπου παρατηρούνταν συχνά φαινόμενα διαφθοράς. Στις αγροτικές περιοχές, ενώ τις εκτάσεις τις κατείχαν παλαιότερα οι μεγάλοι Τούρκοι γαιοκτήμονες οι οποίοι συμπεριφέρονταν άδικα και βάναυσα στους χριστιανούς εργάτες με παρακράτηση της αμοιβής τους, σε πολλές περιπτώσεις, όπως στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, οι χριστιανικοί και οι εβραϊκοί πληθυσμοί είχαν αποκτήσει ακόμα και τις μισές εκτάσεις των παλαιών τσιφλικιών.[εκκρεμεί παραπομπή]

Τα ανταρτικά σώματα των διάφορων εθνικών ομάδων προσπαθούσαν με θεμιτά ή όχι μέσα, συχνά με τη βία, να εκφοβίσουν τον αντίπαλο εθνικό πληθυσμό. Τα νέα σλαβόφωνα κράτη (Βουλγαρία και Σερβία) αλλά και η Ελλάδα άρχισαν να διεκδικούν τα κομμάτια της Μακεδονίας και της Θράκης βασιζόμενα σε ιστορικούς και εθνοτικούς λόγους. Ο χριστιανικός πληθυσμός της περιοχής ήταν εθνοτικά μικτός, αλλά με πατριαρχική πλειοψηφία, και οι διεκδικήσεις κάθε κράτους βασίζονταν σε ανταγωνιστικές αξιώσεις από διάφορες αυτοκρατορίες του μακρινού παρελθόντος.[7] Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο των εδαφών βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε εκστρατείες προπαγάνδας και ανταγωνισμού μέσω των εκκλησιών, της Βουλγαρικής Εξαρχίας και του Πατριαρχείου, για την κυριότητα των ναών και της γλώσσας την ώρα της Θείας Λειτουργίας, αλλά ιδιαίτερα των σχολείων, που ελέγχονταν κυρίως από τον τοπικό μητροπολίτη, με σκοπό τη δημιουργία εθνικής συνείδησης στον τοπικό πληθυσμό. Στην περιοχή εμφανίζονται διάφορες ομάδες εντεταλμένων παραστρατιωτικών και ανταρτών, οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις υποστηρίζονται από τον τοπικό πληθυσμό ή τον τρομοκρατούν, και υποστηρίζονται ανεπίσημα από τις κυβερνήσεις των βαλκανικών κρατών της περιόδου.[7][8] Κάθε τάση προσπαθούσε να ελέγξει τη λειτουργία των σχολείων και των εκκλησιών, ώστε να μπορεί να δηλώσει σε δεύτερο χρόνο τη δύναμη της κοινότητάς της απέναντι κυρίως στους προξένους, εκπροσώπους των δυνάμεων της Δύσης στην περιοχή, και σε κάθε επόμενη μεταστροφή των γεγονότων.


Προετοιμασία της εξέγερσης

Το 1897 δημιουργήθηκε η Σλαβόφωνη Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΑΕΟ) ώστε να οργανώσει και να προκαλέσει μια εξέγερση, με την υπόσχεση αυτοδιάθεσης και αυτονομίας στον τοπικό πληθυσμό. Αρχική επιδίωξη της ήταν έπειτα από την αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης, να ενταχθούν οι δυο περιοχές στο Βουλγαρικό Βασίλειο, όπως έγινε στην περίπτωση της Ανατολικής Ρωμυλίας όταν- με τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878)- η περιοχή αυτονομήθηκε και αργότερα, με πραξικόπημα ενάντια στην οθωμανική αρχή, προσαρτήθηκε από τη Βουλγαρία. Ωστόσο πριν την εξέγερση του Ίλιντεν, η οργάνωση είχε ανοιχθεί σε μεγάλο μέρος του μακεδονικού πληθυσμού και η ιδέα της ένωσης με τη Βουλγαρία είχε εγκαταλειφθεί.

Η οργάνωση, που άλλαζε διάφορα ονόματα πριν και μετά την εξέγερση, ξεκίνησε κυρίως ως Βουλγαρομακεδονική υποστηρίζοντας την ιδέα της αυτόνομης Μακεδονίας αλλά και των περιοχών της Αδριανούπολης με τη Θράκη που ανήκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία και την προστασία της βουλγαρικής εθνικής ταυτότητας. Η οργάνωση είχε ως σύνθημα το «Η Μακεδονία για τους Μακεδόνες».[8] Σύντομα στην οργάνωση αυτή δημιουργήθηκαν δύο ρεύματα. Το ένα, οι Αυτονομιστές, υποστήριζε την αυτονόμηση της Μακεδονίας και την διαφύλαξη της αυτονομίας και αυτοδιάθεσης της περιοχής που απέρριπτε την μελλοντική ένωση με τη Βουλγαρία, ενώ η άλλη ομάδα, που δημιουργήθηκε από μέλη του Ανώτατου Μακεδονικού Κομιτάτου (Върховен македоно - одрински комитет, ВМОК), μιας οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1894 στη Σόφια, υποστήριζε την αρχικά αυτονομία της περιοχής και έπειτα την προσχώρηση στη Βουλγαρία. Τα μέλη της ομάδας αυτής ονομάστηκαν Ενωτικοί ή Βερχοβιστές, σε αντίθεση με τους Αυτονομιστές,[9] επειδή πίστευαν στον υπέρτατο στόχο, την άμεση προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία.[10]

Έτσι η οργάνωση ΕΜΑΕΟ που δημιούργησε το Ίλιντεν φαίνεται πως είχε ως τελικό στόχο την απελευθέρωση των υπόδουλων Χριστιανών από τον Σουλτάνο και τους Οθωμανούς-τη στιγμή που οι ντόπιοι έβλεπαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία να καταρρέει και να δημιουργούνται τα πρώτα βαλκανικά κράτη (με εξαίρεση την Ελλάδα που είχε ήδη δημιουργήσει το πρώτο εθνικό κράτος το 1830)- και μία αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία πιθανότατα μέσα σε μία ομόσπονδη ένωση βαλκανικών κρατών.


Ιλίντεν Εξέγερση

Η επιλογή της 20ής Ιουλίου, ημέρας του Προφήτη Ηλία, ήρθε ύστερα από μια σειρά πολλών αναβολών, ώστε να οργανωθεί με τον κατάλληλο τρόπο και με τη συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού. Η εξέγερση στη Μακεδονία εκδηλώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου και υποστηρίχθηκε από βουλγαρόφιλους και σλαβόφωνους των αγροτικών περιοχών αλλά και σε κάποιο βαθμό και από τον αρμανικό (βλάχικο) και ελληνόφωνο πληθυσμό της περιοχής.[11][εκκρεμεί παραπομπή] Χωρικοί που συμμετείχαν μαζικά στην εξέγερση οπλισμένοι με αγροτικά εργαλεία επιτέθηκαν σε πύργους και κατοικίες Μουσουλμάνων, αλλά και Χριστιανών, μεγαλοϊδιοκτητών γης προξενώντας καταστροφές και λεηλασίες ακόμα και προβαίνοντας σε ωμότητες και δολοφονίες σε κάποιες περιπτώσεις. Η ανηλεής καταστροφή της περιουσίας των μεγαλοϊδιοκτητών οδήγησε την ηγεσία της ΕΜΑΕΟ να εκδώσει τρεις μέρες μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης μια ειδική διαταγή που επέβαλλε την ποινή του θανάτου σε όσους κατέστρεφαν τη σοδειά των τσιφλικιών.[12] Σε μήνυμα του προς τον πατέρα του, Στέφανο, στις 25 Ιουλίου ο Ίων Δραγούμης έγραψε ότι «έχομεν σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία [...] Άπαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως» και ότι οι επαναστάτες καταλάμβαναν κωμοπόλεις και χωριά κατοικούμενα από βλαχόφωνους και αλβανόφωνους, όπως το Κρούσοβο, το Πισοδέρι και το Νυμφαίο.[13] Η κατοχή του Κρουσόβου από τους επαναστάτες κράτησε ακριβώς δέκα μέρες μέχρι τις 12 Αυγούστου ανακηρύσσοντας τη Δημοκρατία του Κρουσόβου υπό την προεδρία του δασκάλου Νικόλα Κάρεφ.

Εξέγερση Κράστοβντεν

Οι πολιτοφυλακές που δραστηριοποιούνται στην περιοχή των Σέρρες, με επικεφαλής τον Γιάν Σαντάνσκι και έναν αντάρτη αποσύνδεση της Ανώτατης Επιτροπής, κράτησαν μια μεγάλη τουρκική δύναμη. Αυτές οι ενέργειες ξεκίνησαν την ημέρα της γιορτής του Σταυρού (Krastovden στα βουλγαρικά, 27 Σεπτεμβρίου) και δεν περιελάμβαναν τον τοπικό πληθυσμό όσο και σε άλλες περιοχές, και ήταν καλά στα ανατολικά του Μοναστηρίου και στα δυτικά της Θράκης.

Σε περιοχές που περιλαμβάνουν την εξέγερση του 1903, οι Αλβανοί χωρικοί βρίσκονταν σε απειλή είτε από το IMRO četas είτε στρατολογήθηκαν από οθωμανικές αρχές για να τερματίσουν την εξέγερση.[14]


Εξέγερση Preobrazhenie

Στις 6 Αυγούστου 1903 / 19 Αυγούστου, ημέρα εορτής της Μεταμορφώσεως, έγινε η εξέγερση Βουλγάρων αγροτών στο βιλαέτι της Αδριανούπολης και οδήγησε στον έλεγχο μιας μεγάλης περιοχής στα όρη της Στράντζα κοντά στη Μαύρη Θάλασσα και ανακηρύχτηκε η δημιουργία αυτόνομης διοίκησης των ελεύθερων περιοχών με το όνομα Δημοκρατία της Στράντζας και μιας προσωρινής κυβέρνησης με έδρα την πόλη Βασιλικό (σημερινό Τσάρεβο της Βουλγαρίας, στην επαρχία Μπουργκάς). Η προσωρινή κυβέρνηση διατηρήθηκε συνολικά για είκοσι μέρες μέχρι την καταστολή της εξέγερσης από τον οθωμανικό στρατό.[15][16]

Εξέγερση στα βουνά της Ροδόπης

Στα βουνά της Ροδόπης, στη Δυτική Θράκη, η εξέγερση εκφράστηκε μόνο σε κάποιες εκτροπές του cheta στις περιοχές Σμόλιαν και Αλεξανδρούπολη.[17]


Η στάση της Ελλάδας

Η στάση του τότε ελληνικού κράτους, αν και δεν έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα ιστορικά, επάνω στην επανάσταση του Ίλιντεν δεν φαίνεται να ήταν θετική γιατί προφανώς μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία θα ήταν κόντρα στις εδαφικές βλέψεις της χώρας στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Πεζά, τον τότε πρόξενο της Ελλάδας στο τότε Οθωμανικό Μοναστήρι (Μπίτολα), και τα όσα γράφει σε έκθεσή του προς τον πρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης το 1902, η επερχόμενη εξέγερση (Ίλιντεν) έχει ως στόχο μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία, την οποία προτίθενται να ακολουθήσουν πατριαρχικοί και εξαρχικοί πληθυσμοί και περιγράφονται οι άθλιες συνθήκες ζωής πολλών Μακεδόνων (κυρίως αγροτών). Ο ίδιος ο Πεζάς, αναφέρει πως ο ίδιος και το ελληνικό κράτος επιδιώκει μια συνεργασία με τις οθωμανικές αρχές και δίνει μάλιστα σε αυτές όλες τις πληροφορίες που έχει μαζέψει σχετικά με τις κινήσεις των αυτονομιστών, καθώς επιθυμεί τη συντριβή του κινήματος. Αναφέρει ακόμα πως η Ελλάδα ενδιαφέρεται για την ηρεμία και την ευημερία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς φοβάται πως η αναταραχή θα μπορούσε να επεκταθεί και μέσα στην Ελλάδα. Τις παραμονές της επανάστασης ο νέος πρόξενος της Ελλάδας στο Μοναστήρι Κ. Κυπραίος αναφέρει πως υπάρχει συνεργασία του με την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε επίπεδο πληροφοριών για την επερχόμενη επανάσταση και πως ξοδεύονται χρήματα για προπαγάνδα που θα απέτρεπε τον πατριαρχικό πληθυσμό να μπει στην επανάσταση. Τέλος, ο τότε μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης χαρακτηρίζει με ύβρεις τους επαναστάτες, ενώ φαίνεται πως ο συνεργάτης του και συνεργάτης των Οθωμανών Βαγγέλης Στρεμπενιώτης με τους άντρες του είχε συμμετοχή σε μία εκστρατεία κατά των επαναστατών στις 4 Αυγούστου.[18]


Επίλογος των γεγονότων

Όταν η εξέγερση εξαπλώθηκε πολλά ηγετικά στελέχη σκοτώθηκαν σε μάχες με τους Οθωμανούς και η δράση της εξέγερσης καταστάλθηκε μέσα σε διάστημα λίγων μηνών, ενώ πολλοί που στρατεύτηκαν με τους εξεργεθέντες σκοτώθηκαν, φυλακίστηκαν ή κατέφυγαν στις ορεινές περιοχές. Η οθωμανική διοίκηση έβλεπε τώρα με μεγαλύτερη καχυποψία τους χριστιανικούς πληθυσμούς, και αντί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση των βασικών δικαιωμάτων του χριστιανικού στοιχείου, ενέτεινε την καταπίεση και δοκιμάσε την εμπιστοσύνη του πληθυσμού σε ανάλογες μελλοντικές αυτονομιστικές ενέργειες.[εκκρεμεί παραπομπή]

Προφανώς, ένας από τους κυριότερους στόχους της εξέγερσης, ήταν να εμπλακούν οι Μεγάλες Δυνάμεις και πέτυχαν να πείσουν τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να παρέμβουν στον σουλτάνο ώστε να υιοθετήσει μια πιο διαλλακτική στάση απέναντι στους χριστιανούς υπηκόους, αν και η πίεση αντίθετα εντάθηκε στο χριστιανικό στοιχείο και οδήγησε, μετά την Επανάσταση των Νεότουρκων, στην κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου το 1912.[εκκρεμεί παραπομπή]

Σύμφωνα με τον Βρετανό δημοσιογράφο H. N. Brailsford: το Ίλιντεν ήταν η πρώτη οργανωμένη απόπειρα του βουλγαρικού στοιχείου στη Μακεδονία και την Θράκη, μετά τη διακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βουλγαρίας το 1903.
Αντίστοιχοι άρθρο του CNN που στηρίζεται στην wikipedia:

Εξέγερση του Ίλιντεν: Πότε έγινε και ποιος ήταν ο απώτερος στόχος της
Εξέγερση του Ίλιντεν: Πότε έγινε και ποιος ήταν ο απώτερος στόχος της

«Δημοκρατία της Ίλιντεν Μακεδονίας» (Ilindenska Republika Makedonija), φαίνεται να είναι η νέα πρόταση των Σκοπίων για το όνομα της πΓΔΜ, εμπνευσμένο από την εξέγερση του Ίλιντεν, που έγινε στις αρχές του 20ου αιώνα και είχε ως απώτερο στόχο τη δημιουργία αυτόνομης «Μακεδονίας» στην οποία θα περιλαμβάνονταν και ελληνικά εδάφη.

Στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας γιορτάζεται ως εθνική επέτειος και για πολλούς θεωρείται ως η αρχή της Σλαβομακεδονικής εθνογένεσης, ενώ την υιοθετεί και η Βουλγαρία. Η εξέγερση ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου 1903 και πήρε το όνομά της από τον Προφήτη Ηλία, που εορτάζεται εκείνη την ημέρα.


Η γεωπολιτική κατάσταση

Στις αρχές του 20ου αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία κατέρρεε κάτω από το παλιό μοντέλο διοίκησης, την γραφειοκρατία και την διαφθορά, την αύξηση των εισαγωγών με βιομηχανικά προϊόντα, την αύξηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων, την αδυναμία της να εκβιομηχανιστεί. Η οικονομική δύναμη του μουσουλμανικού πληθυσμού στην Μακεδονία και την Θράκη εξασθενούσε και οι χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί, ιδιαίτερα των πόλεων και των κωμοπόλεων, είχαν αποκτήσει μεγάλη ευρωστία που αντικατοπτρίζονταν στην άνοδο του βιοτικού και του μορφωτικού επιπέδου. Οι χριστιανικοί και εβραϊκοί πληθυσμοί είχαν αποκτήσει τον έλεγχο του εμπορίου, της οικιακής βιοτεχνίας ακόμα και της τουρκικής διοίκησης, όπου παρατηρούνται συχνά φαινόμενα διαφθοράς. Στις αγροτικές περιοχές, ενώ τις εκτάσεις τις είχαν παλαιότερα οι μεγάλοι τούρκοι γαιοκτήμονες οι οποίοι συμπεριφέρονταν άδικα και βάναυσα στους χριστιανούς εργάτες με παρακράτηση της αμοιβής τους, σε πολλές περιπτώσεις, όπως στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, οι χριστιανικοί και οι εβραϊκοί πληθυσμοί είχαν αποκτήσει ακόμα και τις μισές εκτάσεις των παλαιών τσιφλικίων.

Τα ανταρτικά σώματα των διάφορων εθνικών ομάδων προσπαθούσαν με θεμιτά ή όχι μέσα, συχνά με την βία, να εκφοβίσουν τον αντίπαλο εθνικό πληθυσμό. Τα νέα σλαβόφωνα κράτη (Βουλγαρία, και Σερβία) αλλά και η Ελλάδα άρχισαν να διεκδικούν τα κομμάτια της Μακεδονίας και της Θράκης βασιζόμενοι σε ιστορικούς και εθνοτικούς λόγους. Ο χριστιανικός πληθυσμός της περιοχής ήταν εθνοτικά μικτός αλλά με πατριαρχική πλειοψηφία, και οι διεκδικήσεις κάθε κράτους βασιζόταν σε ανταγωνιστικές αξιώσεις από διάφορες αυτοκρατορίες του μακρινού παρελθόντος. Ο ανταγωνισμός για τον έλεγχο των εδαφών βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό σε εκστρατείες προπαγάνδας και ανταγωνισμού μέσω των εκκλησιών, της Βουλγαρικής Εξαρχίας και του Πατριαρχείου, για την κυριότητα των ναών και της γλώσσας την ώρα της Θείας Λειτουργίας, αλλά ιδιαίτερα των σχολείων, που ελέγχονταν κυρίως από τον τοπικό μητροπολίτη, με σκοπό την δημιουργία εθνικής συνείδησης στον τοπικό πληθυσμό. Στην περιοχή εμφανίζονται διάφορες ομάδες εντεταλμένων παραστρατιωτικών και ανταρτών, οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις υποστηρίζονται από τον τοπικό πληθυσμό ή τον τρομοκρατούν, και υποστηρίζονται ανεπίσημα από τις κυβερνήσεις βαλκανικών κρατών εκείνης της περιόδου. Κάθε τάση προσπαθούσε να ελέγξει την λειτουργία των σχολείων και των εκκλησιών ώστε να μπορεί να δηλώσει σε δεύτερο χρόνο την δύναμη της κοινότητάς της απέναντι κυρίως στους προξένους, εκπροσώπους των δυνάμεων της Δύσης στην περιοχή, και σε κάθε επόμενη μεταστροφή των γεγονότων.


Προετοιμασία της εξέγερσης

Το 1897 δημιουργήθηκε η Σλαβόφωνη Εσωτερική Μακεδονο-Αδριανουπολιτική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΑΕΟ) ώστε να οργανώσει και να προκαλέσει μια εξέγερση, με την υπόσχεση αυτοδιάθεσης και αυτονομίας στον τοπικό πληθυσμό. Αρχική επιδίωξη της ήταν έπειτα από την αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης, να ενταχθούν οι δυο περιοχές στο Βουλγαρικό Βασίλειο, όπως έγινε στην περίπτωση της Ανατολικής Ρωμηλίας όταν- με την Συνθήκη του Βερολίνου (1878)- η περιοχή αυτονομήθηκε και αργότερα, με πραξικόπημα ενάντια στην οθωμανική αρχή, προσαρτήθηκε στην Βουλγαρία. Ωστόσο πριν την εξέγερση του Ίλιντεν η οργάνωση είχε ανοιχθεί σε μεγαλύτερο μέρος του Μακεδόνικου πληθυσμού και η ιδέα της ένωσης με τη Βουλγαρία είχε εγκαταλειφθεί.

Η οργάνωση, που άλλαζε διάφορα ονόματα πριν και μετά την εξέγερση, ξεκίνησε κυρίως ως Βουλγαρομακεδόνικη υποστηρίζοντας την ιδέα της αυτόνομης Μακεδονίας αλλά και των περιοχών της Αδριανούπολης με την Θράκη που ανήκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία και την προστασία της Βουλγαρικής εθνικής ταυτότητας. Η οργάνωση είχε ως σύνθημα το «Η Μακεδονία για τους Μακεδόνες». Σύντομα στην οργάνωση αυτή δημιουργήθηκαν δύο ρεύματα. Το ένα, οι Αυτονομιστές, υποστήριζε την αυτονόμηση της Μακεδονίας ως υπόσχεση για την διαφύλαξη της υπόσχεσης της αυτονομίας και αυτοδιάθεσης της περιοχής, ενώ η άλλη ομάδα, που δημιουργήθηκε από μέλη του Ανώτατου Μακεδονικου Κομιτάτου (Върховен македоно - одрински комитет, ВМОК), μιας οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1894 στην Σόφια, υποστήριζε την άμεση προσχώρηση στην Βουλγαρία. Τα μέλη της ομάδας αυτής ονομάστηκαν Ενωτικοί ή Βερχοβιστές, σε αντίθεση με τους Αυτονομιστές, επειδή πίστευαν στον υπέρτατο στόχο, την άμεση προσάρτηση της Μακεδονίας στην Βουλγαρία.

Έτσι η οργάνωση ΕΜΑΕΟ που δημιούργησε το Ίλιντεν φαίνεται πως είχε ως τελικό στόχο την απελευθέρωση των υπόδουλων Χριστιανών από τον Σουλτάνο και τους Οθωμανούς-τη στιγμή που οι ντόπιοι έβλεπαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία να καταρρέει και να δημιουργούνται τα πρώτα βαλκανικά κράτη (με εξαίρεση την Ελλάδα που είχε ήδη δημιουργήσει το πρώτο εθνικό κράτος το 1830)-και μία αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία πιθανότατα μέσα σε μία ομόσπονδη ένωση Βαλκανικών κρατών.


Τα γεγονότα

Η επιλογή της 20ης Ιουλίου, ημέρας του Προφήτη Ηλία, ήρθε ύστερα από μια σειρά πολλών αναβολών, ώστε να οργανωθεί με τον κατάλληλο τρόπο και με την συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού. Η εξέγερση εκδηλώθηκε στο βιλαέτι του Μοναστηρίου και υποστηρίχθηκε από βουλγαρόφιλους και σλαβόφωνους των αργοτικών περιοχών αλλά και σε κάποιο βαθμό και από τον Αρμανικό (Βλάχικο) και ελληνόφωνο πληθυσμό της περιοχής. Σε μήνυμα του προς τον πατέρα του, Στέφανο, στις 25 Ιουλίου ο Ίων Δραγούμης έγραψε ότι "έχομεν σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία [...] Άπαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως" και ότι οι επαναστάτες καταλάμβαναν κωμοπόλεις και χωριά κατοικούμενα από βλαχόφωνους και αλβανόφωνους, όπως το Κρούσοβο, το Πισοδέρι και το Νυμφαίο.Η κατοχή του Κρουσόβου από τους επαναστάτες κράτησε ακριβώς δέκα μέρες μέχρι τις 12 Αυγούστου ανακηρύσσοντας τη Δημοκρατία του Κρούσεβο υπό την προεδρία του δασκάλου Νικόλα Κάρεβ.

Στις 6 Αυγούστου 1903 / 19 Αυγούστου, ημέρα εορτής της Μεταμορφώσεως, έγινε η εξέγερση Βουλγάρων αγροτών στο βιλαέτι της Αδριανούπολης και οδήγησε στον έλεγχο μιας μεγάλης περιοχής στα όρη της Στράντζα κοντά στη Μαύρη Θάλασσα και ανακηρύχτηκε η δημιουργία αυτόνομης διοίκησης των ελεύθερων περιοχών με το όνομα Δημοκρατία της Στράντζα και μιας προσωρινής κυβέρνησης με έδρα την πόλη Βασιλικό (σήμερα Τσάρεβο της Βουλγαρίας, στην επαρχία Μπουργκάς). Η προσωρινή κυβέρνηση διατηρήθηκε συνολικά για είκοσι μέρες μέχρι την καταστολή της εξέγερσης από τον οθωμανικό στρατό.


Η στάση της Ελλάδας

Η στάση του τότε Ελληνικού κράτους, αν και δεν έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα ιστορικά, επάνω στην Σλάβομακεδόνικη επανάσταση του Ίλιντεν δεν φαίνεται να ήταν θετική γιατί προφανώς μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία θα ήταν κόντρα στις εδαφικές βλέψεις της χώρας στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Πεζά, τον τότε πρόξενο της Ελλάδας στο τότε Οθωμανικό Μοναστήρι (Μπίτολα), και τα όσα γράφει σε έκθεση προς τον πρόεδρο της ελληνικής κυβέρνησης το 1902, η επερχόμενη εξέγερση (Ίλιντεν) έχει ως στόχο μια αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία, προτίθενται να την ακολουθήσουν και πατριαρχικοί και εξαρχικοί πληθυσμοί και περιγράφονται οι άθλιες συνθήκες ζωής πολλών Μακεδόνων (κυρίως αγροτών).

Ο ίδιος ο Πεζάς αναφέρει πως ο ίδιος και το Ελληνικό κράτος επιδιώκει μια συνεργασία με τις Οθωμανικές αρχές και δίνει μάλιστα σε αυτές όλες τις πληροφορίες που έχει μαζέψει σχετικά με τις κινήσεις των αυτονομιστών, καθώς επιθυμεί τη συντριβή του κινήματος. Αναφέρει ακόμα πως η Ελλάδα ενδιαφέρεται για την ηρεμία και την ευημερία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, καθώς φοβάται πως η αναταραχή θα μπορούσε να επεκταθεί και μέσα στην Ελλάδα. Τις παραμονές της επανάστασης ο νέος πρόξενος της Ελλάδας στο Μοναστήρι Κ.Κυπραίος αναφέρει πως υπάρχει συνεργασία του με την Οθωμανική αυτοκρατορία σε επίπεδο πληροφοριών για την επερχόμενη επανάσταση και πως ξοδεύονται χρήματα για προπαγάνδα που θα απέτρεπε τον πατριαρχικό πληθυσμό να μπει στην επανάσταση. Τέλος ο τότε μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης χαρακτηρίζει με ύβρεις τους επαναστάτες, ενώ φαίνεται πως ο συνεργάτης του και συνεργάτης των Οθωμανών Βαγγέλης Στρεμπενιώτης με τους άντρες του είχε συμμετοχή σε μία εκστρατεία κατά των επαναστατών στις 4 Αυγούστου.


Επίλογος των γεγονότων

Όταν η εξέγερση εξαπλώθηκε πολλά ηγετικά στελέχη σκοτώθηκαν σε μάχες με τους Οθωμανούς και η δράση της εξέγερσης καταστάλθηκε μέσα σε διάστημα λίγων μηνών, ενώ πολλοί που στρατεύτηκαν με τους εξεργεθέντες σκοτώθηκαν, φυλακίστηκαν ή κατέφυγαν στις ορεινές περιοχές. Η οθωμανική διοίκηση έβλεπε τώρα με μεγαλύτερη καχυποψία τους χριστιανικούς πληθυσμούς, και αντί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις για την βελτίωση των βασικών δικαιωμάτων του χριστιανικού στοιχείου, η καταπίεση εντάθηκε και δοκιμάστηκε η εμπιστοσύνη του πληθυσμού σε ανάλογες μελλοντικές αυτονομιστικές ενέργειες.

Πιθανολογείται ότι ένας από τους κυριότερους στόχους της εξέγερσης, που ήταν η εμπλοκή των Μεγάλων Δυνάμεων, επετεύχθη και κατάφεραν να πείσουν τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να προσπαθήσουν να παρέμβουν στον σουλτάνο ώστε να υιοθετήσει μια πιο διαλλακτική στάση απέναντι στους χριστιανούς υπηκόους, αν και η πίεση αντίθετα εντάθηκε στο χριστιανικό στοιχείο και οδήγησε, μετά την Επανάσταση των Νεότουρκων, στη κήρυξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου το 1912.

Σύμφωνα με τον Βρετανό ερευνητή H. N. Brailsford: το Ίλιντεν ήταν η πρώτη οργανωμένη απόπειρα του βουλγαρικού στοιχείου στην Μακεδονία και την Θράκη, μετά την διακήρυξη της ανεξαρτησίας της Βουλγαρίας το 1903.
Άλλο ένα άρθρο από φιλόλογο:

Η εξέγερση του Ίλιντεν
Η εξέγερση του Ίλιντεν

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, η κατάσταση στη Βαλκανική χερσόνησο ήταν εκρηκτική. Οριοθετημένα κράτη δεν υπήρχαν, με εξαίρεση την Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία που διεκδικούσαν την περιοχή της Μακεδονίας. Το μεγαλύτερο τμήμα των Βαλκανίων βρισκόταν ακόμη υπό οθωμανική κατοχή. Ο ανταγωνισμός των τριών χωρών για τον έλεγχο των περιοχών είχε αρχικά τη μορφή προπαγάνδας με εκπαιδευτική και θρησκευτική διάσταση, ενώ αργότερα θα εξελιχθεί σε ένοπλη σύρραξη.

Το 1893 ιδρύεται η σλαβόφωνη Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ- IMRO: Internal Macedonian Revolutionary Organization) από τους: Ντάμε Γκρουέφ, Χρήστο Τατάρτσεφ, Πέρε Ποπάρσωφ, Ιβάν Χατζηνικολώφ, Αντόν Δημητρώφ και Χρήστο Μπαντατζιέφ, ώστε να οργανώσει και να προκαλέσει μια εξέγερση με σύνθημα την αυτοδιάθεση και την αυτονομία των γηγενών. Πιο συγκεκριμένα, επεδίωκε αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης, ένταξή τους στο Βουλγαρικό Βασίλειο, μιμούμενη την περίπτωση της Ανατολικής Ρωμυλίας. Σύνθημά της «Η Μακεδονία για τους Μακεδόνες». Το 1895 ιδρύθηκε στη Σόφια το Ανώτατο Μακεδονικό Κομιτάτο (Εξωτερική Οργάνωση ή Βερχόβεν Κομιτέτ).

Στους κόλπους της οργάνωσης δημιουργήθηκαν δύο τάσεις: οι Αυτονομιστές, που υποστήριζαν την αυτονόμηση της περιοχής ενώ η άλλη ομάδα που δημιουργήθηκε από μέλη του Ανώτατου Μακεδονικού Κομιτάτου, οι Ενωτικοί ή Βερχοβιστές, υποστήριζαν την άμεση προσχώρηση στη Βουλγαρία. Απώτατος στόχος ήταν η απελευθέρωση των χριστιανικών πληθυσμών από τους Οθωμανούς και μία αυτόνομη ή ανεξάρτητη Μακεδονία πιθανότατα μέσα σε μία ομόσπονδη ένωση βαλκανικών κρατών. Η ΕΜΕΟ έδινε τις εξής οδηγίες : Εις τας συμμορίας να γίνωνται δεκτοί άνδρες αποφασιστικοί ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος. Ο σκοπός του Επαναστατικού Κομιτάτου δεν επιτυγχάνεται μόνον δια της διαφωτίσεως των διαφόρων εθνικοτήτων, αλλά πρέπει να σχηματισθή η πεποίθησις ότι η πρόοδος αυτών εν τω μέλλοντι εξασφαλίζεται μόνον δι’ Αυτονόμου Μακεδονίας. Η Μακεδονία ένεκα λόγων εθνολογικών είναι αδύνατον να προσαρτηθή εις οιονδήποτε άλλο κράτος».

Στις 20 Ιουλίου, ημέρα εορτής του προφήτη Ηλία, ξεκίνησε η εξέγερση από το βιλαέτι του Μοναστηρίου και υποστηρίχθηκε κυρίως από σλαβόφωνους και βουλγαρόφωνους πληθυσμούς. 1.200 άνδρες χωρισμένοι σε 49 ομάδες, της ΕΜΕΟ συγκεντρώθηκαν στο δυτικό τμήμα της Μακεδονίας. Οι Τούρκοι, με τον φόβο εισβολής από τη Βουλγαρία είχαν συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις τους στα σύνορα. Χωρικοί, οπλισμένοι με αγροτικά εργαλεία επιτέθηκαν σε κατοικίες μουσουλμάνων, αλλά και χριστιανών, μεγαλοϊδιοκτητών γης προξενώντας καταστροφές και λεηλασίες, προβαίνοντας ακόμη σε ωμότητες και δολοφονίες. Καθώς ήταν έντονος ο κοινωνικός χαρακτήρας της εξέγερσης, η ηγεσία της ΕΜΕΟ εξέδωσε μόλις τρεις μέρες μετά την εκδήλωσή της μια διαταγή που επέβαλλε την ποινή του θανάτου σε όσους κατέστρεφαν τη σοδειά των τσιφλικιών. Ο Ίων Δραγούμης, σε επιστολή προς τον πατέρα του Στέφανο Δραγούμη αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αγαπητέ μπαμπά, έχομεν Σλαυικήν επανάστασιν εν Μακεδονία. Τούτο αρκεί διά να εννοήση ο πονών και γιγνώσκων. Άπαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως. Καταλαμβάνονται υπό των επαναστατών αι κωμοπόλεις και τα χωρία τα κατοικούμενα υπό βλαχοφώνων και αλβανοφώνων Κρούσοβον, Πισοδέριον, Νεβέσκα κτλ. Μανθάνω ταύτην την στιγμήν ότι κατελήφθη η Κλεισούρα. Δεν είμαι βέβαιος αν συμφέρη πλέον ν’ αντιδρώμεν εις το κίνημα. Οι Τούρκοι ανικανώτατοι, δεν βοηθούν ημάς».

Αποκορύφωμα και κεντρικό γεγονός της εξέγερσης αποτέλεσε η δεκαήμερη κατάληψη του Κρούσοβο (σήμερα στην ΠΓΔΜ) και η συγκρότηση τοπικής «προσωρινής κυβέρνησης». Ο επίλογος της εξέγερσης γράφτηκε όταν το ίδιο το Κρούσοβο παραδόθηκε στις 30 Ιουλίου από τον οθωμανικό στρατό στις φλόγες, τη λεηλασία και τους βιασμούς.

Παράλληλα, στις 6 Αυγούστου εξεγέρθηκαν Βούλγαροι αγρότες στο βιλαέτι της Αδριανούπολης και δημιουργήθηκε μια αυτόνομη διοίκηση με το όνομα Δημοκρατία της Στράντζα και μια προσωρινή κυβέρνηση με έδρα την πόλη Βασιλικό (Τσάρεβο). Η προσωρινή κυβέρνηση διατηρήθηκε συνολικά για είκοσι μέρες μέχρι την καταστολή της εξέγερσης από τον οθωμανικό στρατό.

Η εξέγερση γρήγορα αντιμετώπισε προβλήματα καθώς ηγετικά στελέχη σκοτώθηκαν, άλλοι συνελήφθησαν και άλλοι κατέφυγαν στα βουνά. Οι Οθωμανοί υιοθέτησαν πιο σκληρά και βάναυσα μέτρα και εντάθηκε η καταπίεση των χριστιανικών πληθυσμών.

Τα οθωμανικά στρατεύματα θα περάσουν μετά τις 11 Αυγούστου σε γενική αντεπίθεση, πυρπολώντας συστηματικά τους σλαβόφωνους χριστιανικούς οικισμούς που συναντούν στο διάβα τους· ο τελικός απολογισμός ανήλθε σε 118 χωριά κατεστραμμένα, 40.000-60.000 άστεγους εσωτερικούς πρόσφυγες και πάνω από 2.000 νεκρούς.

Η ΕΜΕΟ τέθηκε εκτός νόμου από τη βουλγαρική κυβέρνηση και ηγετικά στελέχη της συνελήφθησαν, αλλά συνέχισε τη δράση της ανεπίσημα.

Τον Οκτώβριο του 1903, ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ και ο τσάρος Νικόλαος Β΄ συναντήθηκαν στον πύργο του Μίρτζστεκ, όπου εκπονήθηκε ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, το λεγόμενο «πρόγραμμα του Μίρτζστεκ» ή «πρόγραμμα της Μυστέργης», το οποίο αποδέχτηκε ο σουλτάνος. Η επικράτεια παρέμενε διαιρεμένη σε πέντε αστυνομικούς τομείς, που τους είχε υπό την εποπτεία της μια διεθνής χωροφυλακή προερχόμενη από πέντε Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία, Ρωσία). Επιπλέον, το πρόγραμμα προέβλεπε ότι στη συνέχεια η Μακεδονία θα χωριζόταν σε «εθνικές» ζώνες, βουλγαρική, ελληνική και σερβική.

Η ελληνική κυβέρνηση φοβούμενη αναταραχή στην περιοχή της Μακεδονίας μετά την εξέγερση του Ίλιντεν, επεδίωκε συνεργασία με τις οθωμανικές αρχές για την καταστολή του κινήματος. Η Ελλάδα ζήτησε τόσο από την Υψηλή Πύλη όσο και από τις Μεγάλες Δυνάμεις την προστασία του ελληνισμού. Παρά τη συντριβή της εξέγερσης του Ίλιντεν η Μακεδονία γέμισε Κομιτατζήδες.

Το 1904 ιδρύεται στην Αθήνα Μακεδονικό Κομιτάτο με σκοπό τη συλλογή χρημάτων, εφοδίων και όπλων για τις ανάγκες των Ελλήνων ανταρτών της Μακεδονίας. Ο Μακεδονικός Αγώνας θα διαρκέσει ως το 1908 και θα διεξαχθεί κυρίως στη Δυτική Μακεδονία.

Σήμερα η εξέγερση του Ίλιντεν γιορτάζεται στα Σκόπια ως εθνική επέτειος καθώς θεωρείται η απαρχή της αφύπνισης των Μακεδόνων.

Αντιγόνη Καρύτσα
Φιλόλογος
Ευχαριστώ.
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Ας δούμε και ακόμα μία άποψη για το θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών. Ένα εκπληκτικό άρθρο που αξίζει να το διαβάσετε.

“Γιατί η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών», είναι απολύτως παράνομη”
“Γιατί η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών», είναι απολύτως παράνομη”

Γιώργος Ρωμανός

Γιατί η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών», 17/6/18, είναι απολύτως παράνομη και παραβιάζει το ελληνικό Σύνταγμα, τους νόμους του ελληνικού κράτους, και το Διεθνές Δίκαιο,

Α' μέρος
Οι παραβιάσεις του ελληνικού Συντάγματος και των ελληνικών νόμων

Στις 7 Δεκεμβρίου 2018 θα συζητηθεί στην ολομέλεια του Δικαστηρίου του Συμβουλίου της Επικρατείας η αίτηση των Παμμακεδονικών Ενώσεων περί: αναστολής της «Συμφωνίας των Πρεσπών», (17/6/18,) και των συμπροσβαλλόμενων πράξεων, των επιστολών του Υπουργού Εξωτερικών προς ΕΕ και ΝΑΤΟ. Θέλω εξαρχής να τονίσω ότι η 7/12/2018 είναι μια ημερομηνία ορόσημο για παράλληλη παράσταση και προσφυγή στο ΣτΕ οποιουδήποτε Μακεδονικού Δήμου-πόλεως, Μακεδονικού φορέα, συλλόγου ή και Μακεδόνα ως άτομο, που έχουν οποιοδήποτε! έννομο συμφέρον, )εθνικό ή και απλό εμπορικό) να προσφύγουν στο ΣτΕ παράλληλα με την προσφυγή των Παμμακεδονικών οργανώσεων κατά της δουλόφρονος και προδοτικής «Συμφωνίας των Πρεσπών». Αυτό αποτελεί μια δεύτερη ευκαιρία για κάθε Μακεδόνα πατριώτη ο οποίος με την κατάλληλη νομική και συνταγματολγική υποστήριξη μπορεί να ζητήσει την δικαίωσή του στο δικαστήριο του ΣτΕ.
Όσα θα παραθέσω είναι μόνο ένα ταπεινό ερέθισμα για τους νομικούς και συνταγματολόγους Έλληνες πατριώτες. Ως μη νομικός εύχομαι να οικοδομήσουν και να αξιοποιήσουν τις ιδέες μου, οι οποίες κατατίθενται με βαθύτατο αίσθημα αγωνιάς για την επαπειλούμενη καταστροφή της ιδιαίτερης πατρίδος μου της Μακεδονίας, της γενέτειράς μου, διαίωνια ελληνικής Θεσσαλονίκης, αλλά και της απειλούμενης, κυρίως από εσωτερικούς εχθρούς, πατρίδος μου, της Ελλάδος.

Η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών», 17/6/18, είναι παράτυπη, παράνομη και δόλια και αποτελεί το επιστέγασμα μιας νομικής απάτης με συμμετοχή διεθνών παραγόντων. Αυτή την στιγμή δεν ισχύει, διότι, όπως η ίδια προβλέπει δεν έχει ακόμη καταστεί ενεργός ούτε κυρωθεί. Είναι δε εντόνως αμφίβολο αν ποτέ κυρωθεί στον ΟΗΕ, ώστε να αποκτήσει διεθνή ισχύ και εφαρμογή για λόγους οι οποίοι ξεπερνούν το παρόν κείμενο.
Η εν λόγω «Συμφωνία» παραβιάζει τη Διεθνή νομολογία και τη Σύμβαση της Βιέννης, και είναι αποτέλεσμα παράνομων διεθνών πιέσεων και εκβιασμών προς την Ελλάδα. Έτσι, είναι ουσία άκυρη. Ειδικότερα, στο εσωτερικό της χώρας μας, είναι αποτέλεσμα μιας λυσσώδους πολιτικής βυσσοδομίας βασιζόμενης σε νομικίστικα επιχειρήματα τα οποία παίζουν με τη νομιμοφανή τυπολογία των νόμων και του Συντάγματος, αλλά αγνοούν την ουσία. Και ως γνωστόν οι δικαστές δεν κρίνουν μόνο το τυπικό γράμμα του νόμου –αλλιώς δεν θα υπήρχε δικαστική κρίση–, αλλά και την ουσία των πραγμάτων, δηλαδή την εθνική καταστροφή της χώρας και του κράτους μας, την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς και συνέχειας των Ελλήνων, καθώς και των οικονομικών τους συμφερόντων.
Η «Συμφωνία των Πρεσπών» εκτός από την εκχώρηση απαράγραπτων ελληνικών εθνικών δικαιωμάτων με την παράδοση του αποκλειστικά ελληνικού ονόματος «Μακεδονία», και αντίστοιχη εθνότητα και γλώσσα στους Σλαβοαλβανούς υπηκόους ενός ξένου κράτους, επιφυλάσσει βαρύτατες δουλείες σε βάρος της χώρας μας. Αυτές είναι: η εκχώρησης λιμένων και ΑΟΖ (Άρθρο 13), οδών μεταφοράς προϊόντων, η υποχρέωση της Ελλάδος να κατασκευάσει τεράστια δομικά έργα ενέργειας, η υποχρέωση για μεταφορά υψηλής τεχνογνωσίας προς την FYROM, (Άρθρο 14), αλλά και η παραχώρηση ελληνικών εμπορικών δικαιωμάτων και σημάτων σε προϊόντα από χάλυβα και σωληνουργικά μέχρι τρόφιμα των οποίων η δήθεν διασφάλιση θα υλοποιηθεί μετά από 5 χρόνια!!!.
Έτσι, η «Συμφωνία» αυτή καθίσταται άμεση απειλή για τα εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος, τον ελληνικό λαό, αλλά και την κρατική υπόσταση της χώρας μας.

Ειδικότερα: στοιχεία της ακυρότητας με βάση το ελληνικό Σύνταγμα και τους νόμους

1. Η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών» παραβιάζει το ελληνικό Σύνταγμα, και ειδικά την θεμελιώδη αρχή της λαϊκής κυριαρχίας: Άρθρο 1, παρ 2 και 3. Το πολίτευμά μας είναι προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία, και όλες οι εξουσίες οφείλουν να πηγάζουν από τον λαό και να υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους, όπως σε αυτό ορίζεται. Έτσι, η κυβερνητική πολιτική οφείλει να είναι έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας κάθε στιγμή. Όμως, ως προς την εν λόγω «Συμφωνία», ο ελληνικός λαός είναι αντίθετος σε ποσοστά τα οποία ξεπερνούν και το 84% στη Μακεδονία και τουλάχιστον 74% στην υπόλοιπη Ελλάδα.
2. Η Ελλάδα δεν κυβερνάται με καθεστώς Πρωθυπουργικής δικτατορίας, ενός κόμματος, του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο στις τελευταίες εκλογές έλαβε το απολύτως μειοψηφικό ποσοστό 19,3% σε αριθμό ψηφισάντων επί του συνολικού αριθμού των Ελλήνων που έχουν δικαίωμα ψήφου. Ούτε είναι δυνατόν αυτό το πραξικοπηματικά αποκτημένο δικτατορικό δικαίωμα του Πρωθυπουργού να μεταβιβάζεται στον υπουργό των Εξωτερικών προκειμένου να παραδώσει ελληνικά εθνικά δικαιώματα και εδάφη σε ξένο κράτος.
3. Η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών» προτάσσει ήδη από τον τίτλο της τα εξής: «Τελική συμφωνία για την επίλυση των διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, 817 (1993) ΚΑΙ 845 (1993), τη λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, και την εδραίωση στρατηγικής εταιρικής σχέσης.».
Είναι αυταπόδεικτο από τον εν λόγω τίτλο, ότι ο καταληκτικός στόχος της «Συμφωνίας» ΔΕΝ είναι μόνο η δήθεν επίλυση του ονοματολογικού της FYROM σε βάρος της Ελλάδος, αλλά και αυτό που προτάσσεται εμφαντικά, δηλαδή: η «εδραίωση στρατηγικής εταιρικής σχέσης.» Και αυτή η σχέση ως είναι γνωστόν νοείται με την ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. Έτσι, για αυτήν την «στρατηγική εταιρική σχέση» η Ελλάδα καλείται, όπως γράφει το ίδιο το κείμενο αυτής της δουλόφρονος για τη χώρα μας «Συμφωνίας», να δεσμευτεί με όρους δουλείας οι οποίοι θα αναφερθούν λεπτομερώς πιο κάτω.
4. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών τις οποίες επικαλείται η εν λόγω «Συμφωνία» είναι εκλεκτικιστικά δόλια επιλεγμένες και αποκλειστικά σε βάρος της Ελλάδος, καθώς παραβλέπουν ή αποσιωπούν άλλες αποφάσεις διεθνείς και ελληνικές οι οποίες για την Ελλάδα είναι ευνοϊκές, σημαντικές, και αντιθέτως καταδικαστικές για την FYROM.
Στην εν λόγω Συμφωνία αποκρύπτονται και εξαιρούνται θεμελιώδη γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας του ζητήματος ονομασίας της FYROM τα οποία είναι διεθνώς γνωστά. Κι αυτά είναι:
4.1. Την απόφαση-δέσμευση με 3 όρους τους οποίους έθεσε η ΕΟΚ, (συμβούλιο υπουργών εξωτερικών), στις 16/12/1991, η οποία ως σήμερα δεν έχει αλλάξει με άλλη απόφαση του ιδίου ή αναλόγου οργάνου, σύμφωνα με την οποία, ζητήθηκε από καθένα εκ των κρατών της πρώην Γιουγκοσλαβίας, να δεσμευτούν εκτός των άλλων ότι: «δεν θα διεξάγει εχθρική προπαγάνδα συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης της ονομασίας που συνεπάγεται εδαφικές διεκδικήσεις.» Επ’ αυτού είναι πασίγνωστη η σχετική τοποθέτηση του τότε Προέδρου της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν και άλλων Ευρωπαίων αρχηγών.
4.2. Οι αποφάσεις-δεσμεύσεις, όπως αυτές χαράχτηκαν στις ιστορικές συσκέψεις των Ελλήνων πολιτικών αρχηγών με τον τότε πρόεδρο Δημοκρατίας, στις 18/2/1992 και στις 13/4/1992 κατά τις οποίες σε κοινή τους απόφαση δεν δέχονταν να παραδοθεί στους Σκοπιανούς το όνομα «Μακεδονία ή τα παράγωγά του» και σε οποιαδήποτε γλώσσα. Αυτή ήταν και η μόνη πραγματική εθνική γραμμή της Ελλάδος και έκτοτε δεν υπήρξε καμία άλλη σύσκεψη, σύνοδος, ή απόφαση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο, ούτε στην βουλή των Ελλήνων που να αλλάζει αυτή τη γραμμή.
5. Η παραπειστικά ελλιπής, λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» είναι δόλια, και βλαπτική για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό, καθώς αντιβαίνει τις αρχές και τους σκοπούς του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι του 1975, των σχετικών Πράξεων του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη («ΟΑΣΕ») και τις αξίες και αρχές του Συμβουλίου της Ευρώπης, οι οποίες καθοδηγούνται από το πνεύμα και τις αρχές της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών και της αξιοπρέπειας. Όλα αυτά έχουν ακυρωθεί-καταργηθεί με την εν λόγω «Συμφωνία» για την μεγίστη πλειοψηφία του ελληνικού λαού η οποία εναντιώνεται σε αυτήν.
6. Βάσει του ελληνικού Συντάγματος, Άρθρα 34, 35 και ειδικά στο Άρθρο 36 ρητώς προβλέπεται ότι οι διεθνείς συμφωνίες υπογράφονται από τον Πρόεδρο της ελληνικής Δημοκρατίας, και φυσικά η υπογραφή του Έλληνα ΥΠΕΞ δεν είναι τελεσιδίκως δεσμευτική. Ειδικά δε η υπογραφή του Προέδρου της ελληνικής Δημοκρατίας τίθεται μόνο: «Όταν τo συμφέρoν και η ασφάλεια τoυ Kράτoυς τo επιτρέπoυν». Είναι καταφανές, ότι αυτή η «Συμφωνία» δεν είναι επιθυμητή από την μεγίστη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, γιατί δεν υπηρετείται ούτε το Συμφέρον ούτε η Ασφάλεια της Ελλάδος, και αντιθέτως με αυτήν τίθεται σε άμεσο κίνδυνο διαμελισμού η ελληνική επικράτεια, καθώς εκχωρεί ελληνικά εθνικά δικαιώματα σε ξένη χώρα.
7. Η FYROM δεν αναφέρεται στην εν λόγω συμφωνία με το όνομά της, και με το οποίο είναι αναγνωρισμένη ως υποκείμενο του δημοσίου διεθνούς δικαίου, αλλά με την διατύπωση «Δεύτερο μέρος» και με τη δόλια παραπομπή στις εκλεκτικιστικά, όπως προαναφέρθηκε, αποφάσεις του ΟΗΕ με τις οποίες αναγνωρίσθηκε ως υποκείμενο του δημοσίου διεθνούς δικαίου με την «προσωρινή» ονομασία της.
7.1. Η απάλειψη του ονόματος της FYROM και η αναφορά σε αυτήν αποκλειστικά και μόνο με τον όρο: «Δεύτερο μέρος» χρήζει νομικής έρευνας, ως προς εάν αυτό συνάδει με τα διεθνώς ισχύοντα σε ανάλογες συμφωνίες, καθώς όλα τα κράτη που συνάπτουν διεθνείς ή διμερείς συμφωνίες αναφέρονται ρητώς με το επίσημο κρατικό τους όνομα. Σημειώνεται, ότι η Ελλάδα αναφέρεται με το όνομά της.
8. Στην από 17-6-2018 διοικητική πράξη υπογραφής, της λεγομένης «Συμφωνίας των Πρεσπών», από τον Έλληνα ΥΠΕΞ σαν «Τελική Συμφωνία για την επίλυση των διαφορών οι οποίες περιγράφονται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών 817(1993) και 845(1993), αναφέρεται και η λήξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995.
Αυτό όμως είναι παράνομο, δόλιο και καταχρηστικό. Γιατί η «Ενδιάμεση Συμφωνία» καταπατήθηκε και ακυρώθηκε στην πράξη από την FYROM, επί κυβερνήσεως Γκρουέφσκι. Όταν αυτή προέβη σε κατάφορη κλοπή της εθνικής κληρονομιάς της μίας και μόνης ελληνικής Μακεδονίας με την ανέγερση μνημείων και αγαλμάτων του Μ. Αλεξάνδρου, του Φιλίππου, και χρήση συμβόλων, μεταξύ των οποίων και το αστέρι της Βεργίνας, καθώς και με την χρησιμοποίηση τοπωνυμίων και ονομάτων αμιγώς ελληνικών, σαν δήθεν ιστορικά πρόσωπα και ονόματα της FYROM. Η καταπάτηση της «Ενδιάμεσης Συμφωνίας» του 1995 από την FYROM την τερμάτισε, καθώς αυτή προσεβλήθη σε όλα της τα 40 σημεία, αποδεικνύοντας έτσι την κακοπιστία της FYROM, τα κίνητρα και τους σκοπούς της. Άρα, η «Ενδιάμεση Συμφωνία» ήταν ήδη ανενεργός και άκυρη και δεν μπορεί να αναφέρεται ως βάση συνέχειας στη λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών», τις 17-6-2018.
Σημειώνεται, ότι η «Ενδιάμεση Συμφωνία» ουδέποτε κυρώθηκε από την ελληνική βουλή και σε συνάρτηση με την απόλυτη καταπάτησή της από την FYROM, όπως προαναφέρθηκε, θέτει σε δοκιμασία ουσιαστικής ακυρότητας τη σχετική νομολογία περί «Συμφωνιών απλοποιημένης μορφής», κ.λπ., περί μιας «Συμφωνίας» που πρωτοκολλήθηκε μεν στον ΟΗΕ, χωρίς να κυρωθεί από την Ελλάδα, καταπατήθηκε δε από την FYROM!
9. Η λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» καταπατήθηκε την ίδια ημέρα της υπογραφής της, (17/6/18) αφού βάσει των όσων εμπεριέχει η ίδια στο Άρθρο 3, προβλέπεται πως: «Κανένα από τα Μέρη δεν θα εκφράσει ή υποστηρίξει οιεσδήποτε διεκδικήσεις για οιοδήποτε τμήμα της επικράτειας του άλλου Μέρους ή διεκδικήσεις για αλλαγή στο υφιστάμενο κοινό τους σύνορο.» Και στο Άρθρο 6, απαγορεύονται: «εχθρικές δραστηριότητες, ενέργειες ή προπαγάνδα από κρατικές υπηρεσίες ή υπηρεσίες αμέσως ή εμμέσως ελεγχόμενες από το κράτος και για την πρόληψη δραστηριοτήτων που πιθανόν να υποδαυλίζουν τον σωβινισμό, την εχθρότητα, τον αλυτρωτισμό και τον αναθεωρητισμό εναντίον του άλλου Μέρους.» Όμως αυτά ήδη συμβαίνουν, γιατί ο πρωθυπουργός της FYROM, κ. Ζόραν Ζάεφ, αμέσως μετά την υπογραφή προέβη σε διεκδικήσεις και προπαγάνδα, καθώς αναφέρεται συνεχώς στην χώρα του με τη λέξη «Μακεδονία», μιλά για «Μακεδονικό Στρατό», «Μακεδονική γλώσσα», «Μακεδονική εθνότητα», κ.λπ., χωρίς το υποχρεωτικό επίθετο «Βόρεια», «Βόρειος», κ.ο.κ. Σημειώνεται, ότι ο στρατός της FYROM ήδη χρησιμοποιεί μόνο τη λέξη «Μακεδονία» στις στολές των ανδρών του. Αυτά όλα σημαίνουν καταπάτηση και ακύρωση εξαρχής της δουλόφρονας για την Ελλάδα «Συμφωνίας των Πρεσπών», αφού η FYROM διεκδικεί άμεσα την ενσωμάτωση σε αυτήν κάθε έννοια και υπόσταση της μοναδικής Μακεδονίας των Ελλήνων, ως περιοχή της Βορείου Ελλάδος, η οποία φέρει και το μοναδικό αρχαιοελληνικό όνομα.
10. Σύμφωνα με την Προσφυγή στο ΣτΕ των δεκατεσσάρων (14) Παμμακεδονικών οργανώσεων της Ελλάδος και του Εξωτερικού (μεταφέρω εδώ μερικά επιχειρήματα) η υπογραφή συμφωνίας εκ μέρους του ΥΠΕΞ Ελλάδος κ. Κοτζιά αποτελεί προσβαλλόμενη πράξη καθώς είναι εκτελεστή διοικητική πράξη.
Αυτό προκύπτει από το διεθνώς αποδεκτό: argumentum a maiore ad minus. Δηλαδή, αν είναι δυνατόν το μείζον, να προσβληθεί δικαστικώς, όπως το προεδρικό διάταγμα που θα κυρώσει και επικυρώσει μια διεθνή συμφωνία, είναι δυνατόν και το έλασσον να προσβληθεί, το οποίο είναι η υπογραφή ενός ΥΠΕΞ σε μία «Συμφωνία». Αυτό σημαίνει ακόμη ότι και μετά την υπογραφή της εν λόγω «Συμφωνίας» είναι δυνατόν αυτή να καταγγελθεί και εκ των υστέρων εκ μέρους της Ελλάδος και σε οποιοδήποτε χρόνο, αφού ως διμερής «Συμφωνία» δεν παράγει μόνιμα και διαιώνια αποτελέσματα, βάσει των όσων ισχύουν τόσο στο ελληνικό όσο και στο διεθνές δίκαιο.
Στα προαναφερθέντα συμφωνεί και η νομολογία του Δικαστηρίου της Επικρατείας της Ελλάδος ήδη από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του. Τότε, είχαν προσβληθεί δικαστικώς οι πράξεις που αφορούσαν την Συνθήκη της Άγκυρας με την οποία στο πλαίσιο της αποκαταστάσεως των ελληνοτουρκικών σχέσεων είχε η Ελλάδα παραιτηθεί ουσιαστικά από τις αποζημιώσεις που δικαιούνταν οι πρόσφυγες. Σε συνδυασμό με τα ανωτέρω το Δικαστήριο της Επικρατείας της Ελλάδος έχει αρνηθεί το χαρακτήρα κυβερνητικής πράξεως σε μείζονας σημασίας πολιτικές αποφάσεις οικονομικής πολιτικής (ΣτΕ 1129-1155/2016 Ολομέλεια, ΣτΕ 237-239/2015 και 425/2015 Ολομέλεια, 1116-1117/2014 Ολομέλεια), ανατρέποντας σχετική παλιότερη νομολογία.
Σημειώνεται, ότι οι πράξεις του σημερινού ΥΠΕΞ δια της εν λόγω «Συμφωνίας» έχουν επίπτωση σε συνταγματικώς προστατευόμενα ατομικά δικαιώματα και σε πολιτικά δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών.
Βάσει αποφάσεων του ελληνικού Δικαστηρίου του ΣτΕ υπάρχει δεδικασμένο, καθώς το εν λόγω δικαστήριο έχει θέσει σε σχετιζόμενη απόφασή του δύο περιορισμούς σε σχέση με την αναγνώριση μιας πράξεως ως κυβερνητικής: ο πρώτος είναι το αυτονόητον, ότι υφίσταται, πρώτον, τήρηση των συνταγματικών διατάξεων και ο δεύτερος, η δυνατότητα ανορθώσεως των οικονομικών συνεπειών που αντανακλαστικά προκύπτουν εκ της χαρακτηριζόμενης ως κυβερνητικής πράξεως.
Και οι δύο αυτές προϋποθέσεις δεν ισχύουν στη προκείμενη περίπτωση και αυτό διότι δεν τίθεται μεν θέμα διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας, αλλά εν προκειμένω τίθενται σοβαρά ζητήματα προστασίας της ίδιας της κρατικής υποστάσεως και του δημοσίου συμφέροντος στην πλέον στενή έννοια του. Ενώ, για την οικονομία της Μακεδονίας η ζημία θα είναι τόσο μεγάλη που θα είναι αδύνατον να αποζημιωθεί. Πόσο μάλλον όταν διαφαίνεται η δόλια μεθόδευση η «Συμφωνία» αυτή να μην κυρωθεί με νόμο, αλλά πιθανώς ούτε και με διάταγμα, παρά να θεωρηθεί ως «συμφωνία απλοποιημένης μορφής»–όπως συνέβη και με την «Ενδιάμεση Συμφωνία».
Έτσι, η λεγομένη «Συμφωνία των Πρεσπών» θίγει τον πυρήνα του δημοσίου συμφέροντος. Το καταφανές πρόβλημα είναι η παραχώρηση για χρήση του ονόματος της Μακεδονίας, το οποίο ισοδυναμεί ουσιαστικά με απαλλοτρίωση του επιθέτου «μακεδονικός» και των παραγώγων του. Αυτό, τελικά, συνεπάγεται και την παραχώρηση ελληνικών εδαφών μέσω της σταδιακής εκχώρησης εκλογικών δικαιωμάτων σε Σλαβοαλβανούς, οι οποίοι στο πλαίσιο της ΕΕ θα μπορούν να μεταναστεύουν στην Ελλάδα και, όπως ήδη γίνεται με άλλο τρόπο στη Θράκη, να εγείρουν κάποια στιγμή δικαιώματα απόσχισης της Μακεδονίας είτε μέσω δημοτικών παρατάξεων είτε με την δημιουργία αποσχιστικού κόμματος μιας δήθεν «Αλύτρωτης μεγάλης Μακεδονίας».
11. Για να είναι σύννομος κάθε διεθνής συμφωνία της Ελλάδος, διμερής ή πολυμερής θα πρέπει να τηρείται η συνταγματικά προδιαγεγραμμένη διαδικασία. Το Σύνταγμα, μέσω του άρθρου 103, απαιτεί οι διοικητικές αποφάσεις να διεκπεραιώνονται από μονίμους δημοσίους υπαλλήλους. Εν προκειμένω, είναι γνωστό ότι πλην ενός υπαλλήλου του Κλάδου Εμπειρογνωμόνων (που συνέταξε μη όντας νομικός το αρχικό σχέδιο) δεν υπήρξε ενεργή συμμετοχή των υπαλλήλων του Διπλωματικού Κλάδου ή της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας οι οποίοι τελικώς πληροφορήθηκαν το περιεχόμενο της λεγομένης «Συμφωνίας των Πρεσπών» από τα ΜΜΕ. Η όλη διαδικασία έγινε εντός του Γραφείου Υπουργού και από αναρμόδια όργανα και από εξωϋπηρεσιακούς παράγοντες άνευ εμπειρίας στην διατύπωση διεθνών κειμένων!
Όμως, αυτό αποτελεί κατάφορη παραβίαση των αναφερομένων στο άρθρο 5 και 16 του Ν. 3566/2007 (ΦΕΚ Α΄ 117) με τον οποίο κυρώθηκε ο Οργανισμός του Υπουργείου Εξωτερικών. Γι’ αυτό και υπάρχουν τόσο πολλές και σοβαρότατες παραλείψεις οι οποίες δεν διασφαλίζουν την ελληνική πλευρά.
Έτσι, π.χ., δεν προβλέπεται ότι σε περίπτωση που η «Συμφωνία» δεν κυρωθεί τελικά, κανένα δικαίωμα δεν προκύπτει από αυτήν στο πλαίσιο άλλης μελλοντικής διαπραγμάτευσης. Δηλαδή, παραλείπεται δολίως και σκοπίμως και δεν αναφέρεται ρητώς, όπως έπρεπε, το διεθνώς νόμιμο: «Status quo ante», ήτοι «Επαναφορά στο προηγούμενο της Συμφωνίας καθεστώς πραγμάτων». Καθεστώς κατά το οποίο η FYROM παραμένει FYROM και έτσι συνεχίζει να «απολαμβάνει» την δήθεν ισχυρή αναγνώρισή της από 140 χώρες του πλανήτη πλην της Ελλάδος, την μόνη χώρα η οποία μπορεί να την νομιμοποιήσει διεθνώς.
12. Ως προς ύψιστο το διακύβευμα της εθνικής καταστροφής της Ελλάδος δεν επαρκεί το νομικίστικο δικαίωμα του Έλληνα ΥΠΕΞ να μη πάρει έγκριση ούτε από το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ούτε από την Βουλή (όπως θα έπρεπε), αλλά να ενεργήσει μόνος του. Έτσι, υπέγραψε μια διεθνή συνθήκη, αντίθετα στην πάνδημη λαϊκή βούληση, θέλοντας να προκαταλάβει με δόλιο τρόπο τις σχετικές ενέργειες υπογραφής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η παρουσία του Πρωθυπουργού στις Πρέσπες δίνει μεν πολιτική κάλυψη όχι όμως και νομική προκειμένου, επαναλαμβάνω, για υψίστης σημασίας εθνικό θέμα υπόστασης της Ελλάδος και του λαού της. Το νομικίστικό επί της «Δεδηλωμένης» είναι ότι στην ουσία και στην πράξη! δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία επί του συγκεκριμένου θέματος, καθώς ο κυβερνητικός εταίρος, ΑΝΕΛ, απαραίτητος για την ύπαρξη της κυβέρνησης, δηλώνει επισήμως την αντίθεσή του στην παραχώρηση του ονόματος της «Μακεδονίας» και, ότι, θα ρίξει την κυβέρνηση όταν θα έρθει το θέμα στη βουλή. Τέτοια δικτατορική πολιτική η Ελλάδα δεν έχει γνωρίζει ποτέ στην ιστορία της. Κι αυτό είναι ένα ύψιστο ζήτημα που πρέπει να το λάβουν υπόψη τους οι Έλληνες δικαστές του ΣτΕ.
13. Η λεγόμενη «Συμφωνία των Πρεσπών» παραβιάζει το άρθρο 27 του Συντάγματος περί: «απαγόρευσης αλλαγής των ορίων της επικράτειας», καθώς είναι καταφανές ότι δεν επιτρέπεται ούτε η αλλαγή γεωγραφικών όρων και η απαλλοτρίωση εδαφών εντός της ελληνικής επικράτειας τα οποία ανάγονται σε αρχαίους χρόνους. Εδώ κρύβεται δόλια και ύπουλα και το ζήτημα σιωπηρής μεταβολής όρων σε σειρά διεθνών συμφωνιών, όπως το ελληνοσερβικό Πρωτόκολλο των Αθηνών της 5-5-1913, η ελληνοσερβική Συμφωνία της 1-6-1913, το Οριοθετικό Πρακτικό της 21-7-1913 και η Συνθήκη Βουκουρεστίου της 28-7-1913 (ΓενΚωδικ σελ. 152), στις οποίες γίνεται καθορισμός των συνόρων και ορίζεται ως Μακεδονία μόνο τα παραχωρούμενα στην Ελλάδα εδάφη.
14. Παραβιάζεται ακόμη και το άρθρο 108 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς η «Συμφωνία» αποκόπτει τόσο τους γηγενείς Έλληνες όσο και τον απόδημο ελληνισμό από ουσιώδη στοιχεία της ιστορίας, του πολιτισμού και της ταυτότητάς τους, καθώς άσχετοι με αυτά Σλαβοαλβανοί θα τα διεκδικούν όλα στο μέλλον και σε μελλοντικές γενεές. Κι αυτό σημαίνει ουσιώδη και ριζική αποκοπή των Ελλήνων από την πολιτιστική τους κληρονομιά.
15. Συνδυαστικά με το προαναφερθέν άρθρο 108 παρ. 1 παραβιάζονται και τα άρθρα 2 παρ. 1 και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, γιατί επέρχεται μείωση της αξίας, προσβολή της προσωπικότητας και σειράς ατομικών δικαιωμάτων των Ελλήνων μοναδικών Μακεδόνων λόγω της αφαιρέσεως ουσιώδους στοιχείου της πολιτιστικής τους ταυτότητας, δηλαδή της ίδιας της ονομασίας τους. Έτσι, κατ’ επέκταση θίγεται και η οικονομική ελευθερία, αλλά και τα περιουσιακά δικαιώματα των Ελλήνων μοναδικών Μακεδόνων (άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ). Διότι επέρχεται βλάβη σε ήδη κατοχυρωμένα σήματα και εμπορικές επωνυμίες χωρίς να υπάρχει τελεσίδικη μέριμνα για την προστασία τους ταυτόχρονα με την κύρωση της εν λόγω «Συμφωνίας». Γιατί, αυτό παραπέμπεται στο ασαφές μέλλον και μετά παρέλευση 5ετίας, χωρίς να υπολογίζεται εντωμεταξύ η οικονομική ζημία των Ελλήνων, ούτε το τι θα γίνει μετά από αυτήν την 5ετία σε περίπτωση που τελικά δεν υπάρξει συμφωνία. Ωστόσο, η Ελλάδα θα έχει ήδη δώσει προκαταβολικά την συγκατάθεσή της για είσοδο της FYROM σε ΝΑΤΟ και ΕΕ.

Κλείνοντας αυτό το «Α΄ Μέρος» σημειώνω πως στο «Β΄ Μέρος» ανάλογου κειμένου μου θα παραθέσω στοιχεία βάσει των οποίων η λεγομένη «Συμφωνίας των Πρεσπών» είναι άκυρη και παράνομη και σε διεθνές επίπεδο.
Όπως έχω γράψει κατ’ επανάληψη, ο Νέος Μακεδονικός Αγώνας, για να παραμείνει η Μακεδονία ελληνική, συνεχίζεται και θα συνεχιστεί με κάθε εξέλιξη, με κάθε μέσο και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Η Μακεδονία είναι μόνο Ελλάδα.
Συνεχίζουμε με άλλα δύο άρθρα του ιδίου συγγραφέα.

Δώδεκα λόγοι ακύρωσης της «Συμφωνίας των Πρεσπών»
Δώδεκα λόγοι ακύρωσης της «Συμφωνίας των Πρεσπών»

Προεκλογικά, η ΝΔ και προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης δήλωναν ότι: η «συμφωνία των Πρεσπών» είναι κακή στο σύνολό της και απαράδεκτο το γεγονός, ότι αναγνωρίστηκε «γλώσσα» και «εθνότητα». Ο ίδιος, στις 15/09/2018, στην ΔΕΘ, αλλά και αλλού, δήλωνε: «Δεν μπορώ ως πρωθυπουργός να δεχτώ «μακεδονική» γλώσσα και εθνότητα –Από εκεί θα ξεκινήσει η νέα διαπραγμάτευση».
Σήμερα επισπεύδει δραματικά την εφαρμογή μιας «κακής», κατά τον ίδιο, «συμφωνίας». Η σχιζοφρενής πολιτική προσέγγιση: «αναγνωρίζω κάτι ως κακό για την χώρα μου, αλλά θα το εφαρμόσω πιστά!» εξηγείται μόνο ως εφαρμοζόμενη δουλοκτητική πολιτική. Έτσι η ΝΔ συνεχίζει την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ, αδελφό κόμμα σε όλες τις νεο-φιλελεύθερες πολιτικές.
Η στυγνά μεθοδευόμενη αυτή νέα εθνική χρεοκοπία προστίθεται στην πολλαπλή κατοχή που ήδη βιώνουν οι Έλληνες και η οποία περιλαμβάνει τα εξής: α. τα Μνημόνια και την κατάργηση εθνικής κυριαρχίας για 90 χρόνια. β. την εξ εφόδου εισβολή και κατοχή της Ελλάδος από δεκάδες χιλιάδες παράνομους μετανάστες, ως στρατό μουσουλμάνων. γ. περί τα 80 δισεκατομμύρια ευρώ που πρέπει να πληρωθούν σε τοκοχρεολύσια στους δυνάστες-δανειστές τα επόμενα δυόμισι χρόνια. δ. την ολοκλήρωση του ξεπουλήματος των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας. Και μόνο με αυτά τα δεδομένα η κυβέρνηση της ΝΔ λογίζεται ως πεπερασμένου χρόνου.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατέρρευσε γιατί αγνόησε τη λαϊκή βούληση στη «Συμφωνία των Πρεσπών». Η ΝΔ επιλέγει και αυτή να αγνοήσει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού που θεωρεί τη «συμφωνία» «προδοτική». Όμως, κάθε κυβέρνηση που κόβει τους δεσμούς της με την πλειοψηφία είναι αντιδημοκρατική, και η παραμονή της στην εξουσία εγκυμονεί τεράστιους εθνικούς κινδύνους.
Εξαιτίας των προεκτεθέντων ο λαός ήδη μεταστρέφεται. Ένας κρίσιμος αριθμός ψηφοφόρων που έδωσε την πλειοψηφία στην ΝΔ ήδη αναζητά την επόμενη πατριωτική κυβέρνηση που θα ακυρώσει την επαχθή «συμφωνία». Έτσι, η παρουσίαση των λόγων ακύρωσης της είναι πάντοτε επίκαιρη.
Συνοπτικά, η «συμφωνία Πρεσπών» είναι άκυρη και παράνομη: α. με βάση το εθνικό μας δίκαιο, και το Σύνταγμα. β. με βάση τις διεθνείς αρχές «Αληθείας», «Καλής Πίστεως», «Σαφήνειας», κ.α. γ. Με σειρά άρθρων της «Σύμβασης της Βιέννης», 1969, για το «Δίκαιο των Συνθηκών».


Δώδεκα λόγοι ακύρωσης

1. Στα έγγραφα καθηκόντων, 1993, του Μάθιου Νίμιτς, (τους κωδικούς των οποίων έχουμε κατ’ επανάληψη δημοσιεύσει), υπήρχε ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΈΝΗ εντολή να διαπραγματευτεί ΜΟΝΟ για το «όνομα». Αυτό ήταν η ΜΟΝΑΔΙΚΗ διαφορά που αναγνώρισε το Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ, με τις αποφάσεις του, 817 και 845. Ποτέ δεν δόθηκε εντολή στον κ. Νίμιτς να επιλύσει τις άλλες ΔΥΟ ΔΙΑΦΟΡΈΣ περί «εθνότητας» και «γλώσσας». Ούτε είχε εντολή να υπογράψει, και μάλιστα ως μάρτυρας, μία «Συμφωνία στρατηγικής σημασίας», όπως γράφεται στον τίτλο της. Ο κ. Νίμιτς ΔΕΝ είχε αρμοδιότητα ούτε την αιγίδα του ΣΑ ΟΗΕ για μια «στρατηγική συμφωνία» μεταξύ Ελλάδος-Σκοπίων. Το ρωσικό ΥΠΕΞ έχει καταγγείλει επανειλημμένα την μη τήρηση των αποφάσεων 817 και 845, του ΣΑ.
Έχουμε πει κατ’ επανάληψη: «δόθηκε αιγίδα περιπτέρου και χτίστηκε αυθαί­ρετος ουρανοξύστης.»
2. Θεμέλιος λίθος ψεύδους και παραβίαση της διεθνούς αρχής της «Αληθείας» είναι η δήθεν αναγνώριση της πλαστής «μακεδονικής» γλώσσας κατά την «Τρίτη διεθνή σύνοδο του ΟΗΕ για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων, 1977», πράγμα που ΔΕΝ συνέβη ποτέ. Αντιθέτως στην σχετική απόφαση του ΟΗΕ 17/8-7/9, 1977, γράφεται: «Οι εφαρμοζόμενες ονομασίες και η παρουσίαση του υλικού σε αυτή την έκδοση δεν συνεπάγονται την έκφραση οποιασδήποτε γνώμης εκ μέρους της γραμματείας του ΟΗΕ». Με αυτό τον δούρειο ίππο προδόθηκε το «όνομα», και η «εθνότητα».
3. Ο Γ.Γ. ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες παραβιάζει συνεχώς, και σήμερα (!), την διεθνή έννομο τάξη ως εξής: α. Δεν ανακοινώνει τις πράξεις και τα έγγραφα αποφάσεων του ΣΑ με τα οποία αναγνωρίστηκε (αν αναγνωρίστηκε ποτέ) η ύπαρξη κράτους «Βόρεια Μακεδονία». Δεν ενημερώνει επισήμως την διεθνή κοινότητα, αν απέστειλε την επί του θέματος έκθεσή του στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όπως υποχρεούται από τις Αποφάσεις 817 και 845 του ιδίου τού ΣΑ, και όπως πιεστικά απαιτούσε το ρωσικό ΥΠΕΞ. β. Δέχτηκε (12-14 Φεβρουαρίου, 2019) στον Οργανισμό κοινή επιστολή Ελλάδος και Σκοπιανού κράτους αναφερόμενο ως «Βόρεια Μακεδονία», με τα εθνόσημα των δύο χωρών δίπλα δίπλα, ενώ χώρα με τέτοιο όνομα δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί επισήμως από τον ΟΗΕ. γ. Αναρτά, σε κορυφαίες θέσεις της ιστοσελίδας unric.org, αλλά με καθημερινά τρέχουσα (!) ημερομηνία, μια παλιά ανακοίνωσή του (14/2/2019) η οποία καταλήγει ως εξής: «…η Υπηρεσία Πρωτοκόλλου των Ηνωμένων Εθνών ανακοίνωσε την επίσημη αλλαγή στο εσωτερικό του ΟΗΕ, από Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας στο νέο όνομα Βόρεια Μακεδονία. κλπ.» Ταυτόχρονα αναρτά κατάλογο 193 χωρών μελών, με το Σκοπιανό κράτος να αναφέρεται ως «Βόρεια Μακεδονία».

Στο κάτω μέρος της ανακοίνωσης Γκουτέρες με την δόλια διαρκώς επικαιροποιούμενη ημερομηνία διαβάζουμε: «την επίσημη [ασχολίαστο…] αλλαγή [ονομασίας Σκοπίων] στο εσωτερικό του ΟΗΕ.»

Όμως, γιατί η διευκρίνηση «στο εσωτερικό»; Κι αν τούτο ισχύει «στο εσωτερικό του ΟΗΕ» τότε πώς ονομάζεται αυτή η χώρα στο εξωτερικό; Γιατί δεν αναρτώνται, όπως προαναφέραμε, η επίσημη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, και η επίσημη απόφαση του ΟΗΕ αναγνώρισης του Σκοπιανού κράτους με σφραγίδες και αριθμούς πρωτοκόλλου;
Σε κάθε περίπτωση ο ΟΗΕ οφείλει να γνωστοποιήσει αμέσως και επίσημα στην διεθνή κοινότητα όλα τα σχετικά έγγραφα. Αν υπάρχουν.
Σχετική είναι και μια άλλη διεθνής απάτη. Μας λένε οι ενδοτικοί, ότι το Σκοπιανό κράτος ξεκίνησε τη διαδικασία ένταξής του στο ΝΑΤΟ και άρα αναγνωρίστηκε στο ΝΑΤΟ ως «Βόρεια Μακεδονία». Αλλά ας δουν το δημοσιευόμενο εδώ διαδικτυακό ντοκουμέντο από την ημέρα υποδοχής στο ΝΑΤΟ του Σκοπιανού κράτους.

Φωτογραφικό στιγμιότυπο (6/2/2019, ώρα 11.00) από την τελετή υπογραφής του Πρωτοκόλλου εισδοχής στο ΝΑΤΟ των Σκοπίων. Η ίδια η ανακοίνωση το ονομάζει: «Skopje». Στη μέση, δεξιά, σημειώνεται με βέλος το ότι στη θέση γλώσσας ή εθνότητας (;) μπήκε η Σκοπιανή σημαία. Έτσι στο ΝΑΤΟ το εν λόγω κράτος ΔΕΝ έχει αναγνωρισμένο όνομα ή γλώσσα ή εθνότητα.
4. Αγνοήθηκε κατάφωρα η απαίτηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού για δημοψήφισμα ισότιμο με εκείνο του Σκοπιανού. Έτσι καταπατήθηκαν: α. το θεμελιώδες άρθρο 1, παρ 2 και 3 του Ελληνικού Συντάγματος, και β. ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ, άρθρο 2 παράγραφος 1, όπου αναγράφεται πως: «Ο Οργανισμός βασίζεται στην αρχή της κυρίαρχης ισότητας όλων των Μελών του.» Καταφανώς η Ελλάδα τόσο στο δημοψήφισμα όσο και σε σειρά άλλων ζητημάτων σε αυτή τη «συμφωνία» δεν απολαμβάνει το δικαίωμα της ισότητος απέναντι στα Σκόπια.
5. Ο τότε ΥΠΕΞ, Νικόλαος Κοτζιάς, σύμφωνα με το άρθρο 2 ν. 3566 (ΦΕΚ Α΄ 117/05.06.2007) «Κύρωση ως Κώδικα του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών», είχε περιορισμένες αρμοδιότητες, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνεται η συνομολόγηση διεθνών συνθηκών, και γι’ αυτό απαιτείται, κατά το άρθρο 5β του ιδίου νόμου, ειδική εξουσιοδότησή του. Επ’ αυτού δεν έγινε καμία νόμιμη κυβερνητική πράξη.
Επιπρόσθετα, ουδέποτε η νομική υπηρεσία του ΟΗΕ εξέτασε τις υπουργικές καταγγελίες για χρηματισμό του κ. Κοτζιά, τις οποίες αρμόδιος Έλληνας εισαγγελέας τις αποδέχτηκε και τις παρέπεμψε στη βουλή. Ομοίως δεν εξετάσθηκαν οι κατηγορίες της αντιπολίτευσης, εντός του κοινοβουλίου, για εξαγορά βουλευτών. Όπως δεν ερευνήθηκαν και οι διεθνείς καταγγελίες για χρηματισμό, εκβιασμό, απειλή και βία στο κράτος των Σκοπίων. Αυτά παραβιάζουν τις διεθνείς αρχές περί συνθηκών, και τη Σύμβαση της Βιέννης, 1969.
Σημειώνεται, ότι όλα έγιναν με την σιωπηρή μέχρι τέλους συναίνεση του προέδρου της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλου. Έτσι, λόγοι ακυρότητας αποτελούν και οι παραβιάσεις των άρθρων 36 παρ.1 και 35 παρ.1 του Συντάγματός μας, περί αρμοδιοτήτων προέδρου Δημοκρατίας.
6. Ως προς το Διεθνές Δίκαιο, σε συνδυασμό διατάξεων των άρθρων 6, 7, 26, 27 και 46 της Σύμβασης της Βιέννης, 1969, περί του «Δικαίου των Συνθηκών» προκύπτουν, κατ’ ελάχιστον, τα εξής: ένα κράτος μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις να επικαλεσθεί, προς ακυρότητα μίας σύμβασης-συμφωνίας, διάταξη του εσωτερικού του δικαίου εφόσον τυγχάνουν παραβιάσεις. Αυτό μπορεί να γίνει από την επόμενη κυβέρνηση, αυτής που την υπέγραψε, με μία ρηματική διακοίνωση διαφωνιών και με την οποία, (η Ελλάς εν προκειμένω), μπορεί να προσβάλει την «Συμφωνία των Πρεσπών».
Ειδικότερα οποιαδήποτε επόμενη κυβέρνηση μπορεί να παγώσει την «συμφωνία», προβάλλοντας κατ’ αρχάς το ότι οι αποφάσεις 817 και 845 προέβλεπαν μία και μόνο διαφορά, αυτήν για το «όνομα», και ΔΕΝ προβλέπονταν οι δύο ακόμη διαφορές περί δήθεν «μακεδονικής» γλώσσας και εθνότητας.
Πρόσθετος σημαντικός λόγος ακύρωσης είναι και το ότι η «συμφωνία» θεωρείται λήξασα, διότι εξαντλήθηκε η προθεσμία που ορίζεται ρητά σε αυτήν, έως το τέλος του 2018, για να ολοκληρώσουν οι Σκοπιανοί τις συνταγματικές τους μεταρυθμίσεις, πράγμα το οποίο δεν έγινε εμπρόθεσμα.
7. Το διενεργηθέν δημοψήφισμα στο Σκοπιανό κράτος είναι άκυρο διότι συμμετείχε μόνο το 36,8% των πολιτών και όχι άνω του 50%, όπως το ίδιο τους το Σύνταγμα ορίζει.
8. Ο ΠτΔ του Σκοπιανού κράτους, Γκιόργκι Ιβανόφ, ουδέποτε υπέγραψε αυτήν την «συμφωνία» η οποία και εξαυτού του λόγου είναι άκυρη.
9. Οι εκπρόθεσμες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις στο Σύνταγμα του Σκοπιανού κράτους είναι σκόπιμα ελλιπείς, διαιωνίζουν τον ψευτο-αλυτρωτισμό και κοινοποιήθηκαν δια προκλητικά παράνομης ρηματικής διακοίνωσης στην Ελλάδα. Η εν λόγω ρηματική διακοίνωση δεν φέρει -ως οφείλετο- την υπογραφή του κ. Ιβανόφ.
10. Η ρηματική διακοίνωση των εκπόρθεσμων Συνταγματικών μεταρυθμίσεων του Σκοπιανού κράτους προς την Ελλάδα δεν φέρει -ως οφείλετο- την υπογραφή του ΠτΔ, κ. Ιβανόφ.
11. Στα εμπορικά ζητήματα της «συμφωνίας» υπάρχουν σοβαρά ελλείμματα νομιμότητας, και γίνεται εξόφθαλμη χρήση παραπειστικών όρων, πράγμα που απαγορεύει το διεθνές δίκαιο. Συγκεκριμένα η επίλυση εμπορικών προβλημάτων προβλέπεται να συμβεί μετά πενταετία, χωρίς να υπάρχει θεματοφύλακας εκτελεστότητας και σαφής υποχρεωτική νομική διαδικασία, παρά μόνο εθελοντική. Τούτο συνιστά παραπειστική διατύπωση η οποία απαγορεύεται σε μία συμφωνία, γιατί παραβιάζει τις διεθνείς αρχές περί «Σαφήνειας» και «Καλής Πίστης».
12. Το Σκοπιανό κράτος και οι πολίτες του, χρησιμοποιούν μέχρι και σήμερα (!) κατ’ επανάληψη το ονόμα «Μακεδονία» αποκλειστικώς, χωρίς το «Βόρεια», καταπα­τώντας συνεχώς τα όσα υπεγράφησαν περί erga omnes. Οι μέχρι σήμερα καταγραμμένες μεγάλες παραβιάσεις τους ξεπερνούν τις πενήντα με επίκεντρο (και όχι μόνο) την μη τήρηση του άρθρου 6 της «συμφωνίας». Συναφή μέγιστα ζητήματα είναι: α. τα ψευδο-αλυτρωτικά σε βάρος της Ελλάδος σύμβολα τα οποία υπάρχουν σε χαρτονομίσματα και νομίσματα του εν λόγω κράτους. β. Τα δεκάδες χιλιάδες Σκοπιανά διαβατήρια με την ένδειξη «Δημοκρατία Μακεδονίας» τα οποία τυπώθηκαν λίγες μέρες πριν από την υπογραφή της «συμφωνίας». γ. Τα όσα εμπεριέχονται στους στίχους του Εθνικού τους Ύμνου.

Συνοπτικά και χωρίς ανάλυση, οι «Δώδεκα λόγοι ακύρωσης» έγιναν γνωστοί προεκλογικά στο πανελλήνιο, ως «Επιστολή στον κ. Κ. Μητσοτάκη» η οποία δημοσιεύθηκε (19/6/2019) στην εφημερίδα «Η Καθημερινή», έγινε πρωτοσέλιδο (25/6/2019) στην Εφημερίδα των Συντακτών και αναρτήθηκε από πλήθος διαδικτυακών ΜΜΕ, όπως SKAI.gr, κ.α. Η «Επιστολή» υπογεγραμμένη από 73 διακεκριμένους επιστήμονες διακινήθηκε από τον «Σύνδεσμο Προάσπισης Μακεδονίας Θράκης», και τελικά, στις 20/7/2019, κατετέθη στο προεδρείο της βουλής των Ελλήνων. Έτσι αποτελεί επισήμως δημόσιο έγγραφο στο αρχείο της βουλής και είναι το μόνο μέχρι τώρα όπου αναφέρονται συγκεντρωτικά «Δώδεκα λόγοι ακύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών». Από αυτό το έγγραφο μπορεί να ξεκινήσει μία επόμενη πατριωτική κυβέρνηση προκειμένου να ακυρώσει την «συμφωνία» της ντροπής.
Είναι βέβαιο, ότι υπάρχουν και άλλες παρανομίες στην διμερή, διακρατική «Συμφωνία Πρεσπών». Όμως και μόνο βάσει των όσων εξετέθησαν αυτή τελεί υπό αίρεση και μπορεί να καταγγελθεί οποτεδήποτε στο μέλλον. Είναι πρωτίστως ακυρώσιμη, γιατί ολόκληρη αποτελεί προϊόν ψεύδους, εξαπάτησης, και βρίθει πλαστών και παραπειστικών στοιχείων. Έτσι παραβιάζονται βάναυσα οι προαναφερθείσες κορυφαίες αρχές του διεθνούς δικαίου.
Στη διεθνή νομολογία το ψεύδος δεν παράγει δίκαιο ούτε μία «συμφωνία» που βασίζεται στο ψεύδος μπορεί να μετέχει της παγκόσμιας εννόμου τάξεως.
Η μεγάλη πλειοψηφία του λαού απαιτεί ακύρωσή της. Είτε με κυβερνητική ρηματική διακοίνωση κατ’ αρχάς στον ΟΗΕ είτε με διενέργεια δημοψηφίσματος στην Ελλάδα. Η «συμφωνία» μπορεί να ακυρωθεί με επαναφορά του θέματος στη Βουλή, ως μείζονος εθνικής σημασίας ζήτημα. Έτσι έγινε με ανάλογες συμφωνίες το 1924 και το 1926, οι οποίες είχαν κατατεθεί στην τότε Κοινωνία των Εθνών.
Δύο πράγματα είναι βέβαια: ότι ο ελληνικός λαός ποτέ δεν θα ξεχάσει και δεν θα συγχωρήσει την υπογραφή και διατήρηση αυτής της επαχθούς «συμφωνίας». Όπως και το ότι ποτέ δεν θα πάψει να αγωνίζεται και να θυσιάζεται, αν χρειαστεί στο μέλλον, για την Μακεδονία η οποία είναι μία και ελληνική.

Το συγκεκριμένο άρθρο αποτελεί τμήμα εισήγησης του Γ.Ρωμανού στην Επιστημονική ημερίδα με τίτλο: Λόγοι ακύρωσης της «Συμφωνίας των Πρεσπών», Θεσσαλονίκη, 4 Σεπτεμβρίου 2019, 19.00, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. Διοργάνωση: Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολ. Συλλ. Μακεδόνων και Παμμακεδονικές Ενώσεις Υφηλίου.
Και κλείνουμε με το 2ο άρθρο του ιδίου.

“Η Συμφωνία των Πρεσπών” δεν ανασταίνεται, μόνο ακυρώνεται”
“Η Συμφωνία των Πρεσπών” δεν ανασταίνεται, μόνο ακυρώνεται”

Τις τελευταίες μέρες επικρατεί αναταραχή γύρω από την «Συμφωνία των Πρεσπών», καθώς αυτή πεθαίνει αργά, βασανιστικά, με αφωνία της ελληνικής κυβέρνησης, ορυμαγδό δηλώσεων του κ. Ζάεφ και φανερές ενστάσεις του προέδρου Δημοκρατίας κ. Παυλόπουλου.
Ο κ. Ζάεφ λίγα λεπτά μετά την υπογραφή, 12/6/2018, στις Πρέσπες δήλωσε σκέτο «Μακεδόνας», είπε πως μιλάει «μακεδονικά» και λίγο αργότερα προσφώνησε τον σκοπιανό στρατό σαν «μακεδονικό». Ακύρωσε έτσι τη «Συμφωνία», αλλά κάποιοι επέμεναν ότι «θα συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις».

Όμως σε νέες δηλώσεις του από τη σκοπιανή βουλή (κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ3, βράδυ 4/12/2013) είπε επί λέξει: «Μιλάτε για τους Μακεδόνες στην Ελλάδα με τόσο πάθος. Και είναι καλό να αναρωτηθούμε τι κάναμε γι’ αυτούς[…]επί 27 χρόνια […] μας έχει καθηλώσει, (το πρόβλημα) έχουμε πλέον πιθανότητες να διδάσκεται η μακεδονική γλώσσα εκεί. Μέχρι τώρα απαγορευόταν. Ήταν ταμπού θέμα. Η ελληνική γλώσσα διδάσκεται ήδη εδώ. Τώρα πλέον έχουμε την ευκαιρία να τους βοηθήσουμε πραγματικά, να άρουμε τα εμπόδια».

Στις 6/12/2018, στο πανεπιστήμιο των Σκοπίων ο κ. Ζάεφ, είπε: «είμαστε ‘‘Μακεδόνες” και μιλάμε ‘‘μακεδονικά” και κανείς δεν θα μας αμφισβητήσει ξανά. […] «Βόρειοι Μακεδόνες δεν θα είστε ούτε εσείς ούτε τα παιδιά σας», προσθέτοντας πως δεν πρέπει να ανησυχεί κανείς για το θέμα της ταυτότητας, καθώς αναγνωρίζεται, στο πλαίσιο της Συμφωνίας με την Ελλάδα, η «μακεδονική» γλώσσα και ο αυτοπροσδιορισμός. «Η “μακεδονική” ταυτότητα και η “μακεδονική” γλώσσα προστατεύονται όσο ποτέ άλλοτε» συμπλήρωσε ο κ. Ζάεφ, και, ως προς το «Βόρεια Μακεδονία», ισχυρίστηκε πως «είναι απλά γεωγραφικός προσδιορισμός». Κατόπιν ο ίδιος ανέβασε το σχετικό βίντεο στον λογαριασμό του στο Facebook.
Έτσι ο κ. Ζάεφ ακύρωσε και το θεμελιώδες στη «Συμφωνία των Πρεσπών» που αφορά το «όνομα», γιατί στο Άρθρο 1 προβλέπεται, ότι: «Το επίσημο όνομα του Δεύτερου Μέρους [δλδ. των Σκοπίων] θα είναι «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», τo οποίο θα είναι τo συνταγματικό όνομα του Δεύτερου Μέρους και θα χρησιμοποιείται erga omnes, όπως προβλέπεται στην παρούσα Συμφωνία. Το σύντομο όνομα του Δεύτερου Μέρους θα είναι «Βόρεια Μακεδονία». «Βόρεια Μακεδονία», ως όνομα και όχι ως γεωγραφικός προσδιορισμός». Το ίδιο προβλέπεται και στο Άρθρο 8: «…για όλες τις χρήσεις και για όλους τους σκοπούς, erga omnes.» Παράλληλα, ακύρωσε και τον άλλον βασικό όρο ο οποίος περιγράφεται στο «Προοίμιο» της Συμφωνίας και στο Άρθρο 6, όπου ρητά απαγορεύονται οι εμπρηστικές δηλώσεις, η προπαγάνδα, ο αλυτρωτισμός, κλπ.

Τώρα κάποιοι παριστάνουν τους κατάπληκτους με τον ωμό σκοπιανό επεκτατισμό σε βάρος της χώρας μας. Αλλά γιατί δεν ξαναδιαβάζουν τα παραπάνω και πολλά ακόμη άρθρα που υπέγραψε η κυβέρνηση κ. Τσίπρα δια χειρός κ. Ν. Κοτζιά στην καταστροφική για την Ελλάδα «Συμφωνία» και με την οποία ο κ. Ζάεφ καπάρωσε «όνομα», «εθνότητα» «γλώσσα»; Θυμίζω πως σε σειρά άλλων άρθρων της «Συμφωνίας» 6,9,13,14,15, κ.α., υπάρχουν βαρύτατες δουλείες για την Ελλάδα, σαν να νικήθηκε η χώρα μας σε πόλεμο από τα Σκόπια.
Θορυβημένος ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος έθεσε στον Γ.Γ. του ΝΑΤΟ ζήτημα «ερμηνείας», απαιτώντας «πρόσθετο πρωτόκολλο», στη «Συμφωνία των Πρεσπών», ώστε να διασφαλιστεί πως η Ελλάδα δεν αναγνώρισε “μακεδονικό έθνος” και ότι η γλώσσα των Σκοπιανών είναι σλαβική. Προειδοποιώντας, πως εάν δεν συμβεί αυτό η «Συμφωνία» δεν θα έρθει για κύρωση στην ελληνική βουλή. Ασφαλώς, ο Πρόεδρος, κ. Παυλόπουλος, ως συνταγματολόγος καθηγητής γνωρίζει ότι στις διεθνείς συνθήκες-συμφωνίες, βάσει της Σύμβαση της Βιέννης και της διεθνούς νομολογίας, και μόνο το ζήτημα της «ασάφειας» είναι θεμελιώδης λόγος ακύρωσής τους. Και η καταφανής ασάφεια δεν καλύπτεται με πρωτόκολλα-μπαλώματα.

Ο κ. Πρόεδρος από καιρό έχει διαφοροποιηθεί από την κυβέρνηση, στις 26 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη, αλλά και πιο πριν. Ειδικά τον Νοέμβριο, στην Κέρκυρα είπε: «…πρέπει να διασφαλιστεί ότι με την Συμφωνία πουθενά δεν κατοχυρώνεται ‘‘μακεδονική’’ εθνότητα και γλώσσα.» Μετά τις τελευταίες δηλώσεις Ζάεφ, τόνισε: «η Ελλάδα δεν θα δεχθεί αυθαίρετες, αλυτρωτικές ερμηνείες της Συμφωνίας των Πρεσπών» [και] «μόνο αν διαπιστωθεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση των Σκοπίων εμπεριέχει εγγυήσεις, κ.λπ.» Άρα θέτει θέμα ελέγχου διαπίστωσης αλλαγών και απαίτησης εγγυήσεων. Αλλά αυτά, όπως προβλέπεται στη «Συμφωνία» (Άρθρο 1,ε) πρέπει να γίνουν και να κυρωθούν… μέχρι το τέλος του 2018. Διότι μετά η «Συμφωνία» θα είναι άκυρη!

Μέσα σε όλα ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΣΥΡΙΖΑ, κ. Ν. Ξυδάκης με δήλωση-βόμβα είπε: «είναι πιθανόν να σπάσει η Συμφωνία και να μην έρθει στη Βουλή».
Ο κ. Τσίπρας, παραβλέποντας τις δηλώσεις, 7/12/2018, του κυβερνητικού του ετέρου, κ. Π. Καμένου, ότι: «έχει λήξει κάθε συζήτηση για επιβίωση της λεγόμενης ‘‘Συμφωνίας των Πρεσπών”», ετοιμάζεται και αυτός να ρίξει στη λίμνη των Πρεσπών ένα σωσίβιο «πρόσθετο, ερμηνευτικό, πρωτόκολλο». Έτσι, ανέθεσε στον σύμβουλό του κ. Ευάγγελο Καλπαδάκη να μεταβεί στον κ. Νίμιτς, στον ΟΗΕ. Αλλά τι ακριβώς θα ζητήσουν από τον κ. Ζάεφ; Μήπως να δηλώσει ότι «δεν ομιλεί την δήθεν ‘‘μακεδονική’’ γλώσσα», ή ότι «δεν είναι ‘‘Μακεδόνας’’»;
Αν ο κ. Ζάεφ τελειώσει, όπως παράνομα… τελειώνει τη δήθεν «αναθεώρηση» του Συντάγματός των Σκοπίων κανένας δεν θα μπορεί να του πει να κυρώσει και ένα «πρόσθετο πρωτόκολλο», που στην πράξη θα ακυρώνει τα θεμελιώδη πιστεύω των Σκοπιανών, για το (ανύπαρκτο σήμερα) όνομα erga omnes, την «μακεδονική γλώσσα», και τη «μακεδονική εθνότητα».

Με τον μαξιμαλισμό του δήθεν μετριοπαθούς… κ. Ζάεφ, αν η Ελλάδα δεν καταγγείλει την «Συμφωνία» ΧΘΕΣ… κινδυνεύει να εμπλακεί σε ένα νέο διεθνές παιχνίδι όπου οι ξένοι… θα την κατηγορούν ως φταίχτη. Έτσι η καρκινική για τη χώρα μας «Συμφωνία» θα μείνει στα χέρια του επόμενου πρωθυπουργού, ο οποίος καταφανώς δεν θα είναι ο κ. Τσίπρας.
Εάν η «Συμφωνία» δεν καταγγελθεί και δεν ακυρωθεί αμέσως το θνησιγενές σώμα της, έτσι όπως σαπίζει μέρα με τη μέρα, θα δηλητηριάσει τον …υδροφόρο ορίζοντα στις Πρέσπες και από εκεί την Ελλάδα ολόκληρη.
Ευχαριστώ.
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Γιατι δεν θα πρέπει να κυρωθεί η συμφωνία; Άλλα δύο σχετικά άρθρα. Όρεξη να έχετε να διαβάζετε...

Δέκα λόγοι για να μην κυρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών
Δέκα λόγοι για να μην κυρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών

Απευθύνομαι στους βουλευτές, οι οποίοι σκέπτονται να ψηφίσουν υπέρ της κυρώσεως της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τούς καλώ να μην εγκρίνουν ένα κείμενο ετεροβαρές υπέρ των Σκοπίων, το οποίο θα προκαλέσει ζημιά θα τραυματίσει την αξιοπρέπεια των Ελλήνων. Υπάρχουν 10 σοβαροί λόγοι για να ΜΗΝ κυρωθεί η Συμφωνία Κοτζιά- Ντιμιτρόφ της 17.6.2018.

1) Η Συμφωνία προσβάλλει την Ιστορία και τη μνήμη των αγωνιστών μας. Το 1822 οι χιλιάδες ανδρών και γυναικών που θανατώθηκαν από τους Τούρκους στο Ολοκαύτωμα της Νάουσας θυσιάσθηκαν για να δηλώσουν την ελληνική συνείδησή τους και όχι κάποια κατασκευασμένη ψευδομακεδονική. Στον Μακεδονικό Αγώνα του 1904-1908 οι Μακεδόνες, μαζί με εθελοντές από την Ελεύθερη Ελλάδα, αγωνίσθηκαν εναντίον Τούρκων και Βουλγάρων για να ενταχθούν στον ελληνικό κορμό και όχι για να δημιουργήσουν ανεξάρτητο «μακεδονικό» κράτος.

2) Η Συμφωνία παραβιάζει το Σύνταγμά μας. Ο Καταστατικός Χάρτης της χώρας μας, στο άρθρο 1 παρ. 3, αναφέρει ότι οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό και υπάρχουν υπέρ του λαού και του Έθνους. Το Έθνος είναι έννοια ευρύτερη από τον λαό, δηλαδή τους υπηκόους του κράτους. Έχει διάσταση και γεωγραφική ( π.χ. Κύπρος, Απόδημοι) και χρονική (ιστορικό παρελθόν). Μία συμφωνία, η οποία δίνει τη δυνατότητα στους γείτονές μας να μονοπωλήσουν μελλοντικά το όνομα της Μακεδονίας, δεν υπηρετεί το Έθνος.

3) Η Συμφωνία προσβάλλει τον λαό μας, ο οποίος αγνοήθηκε και δεν ερωτήθηκε. Γιατί στα Σκόπια διενεργήθηκε δημοψήφισμα και όχι στην Ελλάδα; Αισθανόμαστε αγνοημένοι και υποτιμημένοι. Στις δημοσκοπήσεις πάντως το 75% των Ελλήνων εκφράζεται κατά της Συμφωνίας.

4) Η Συμφωνία προσβάλλει τη δημοκρατία και το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης. Το άρθρο 6 περιέχει διατάξεις, οι οποίες πιθανότατα θα οδηγήσουν σε λογοκρισία, όταν θα μιλούμε μελλοντικά για τους αγώνες των Μακεδόνων υπέρ του Ελληνισμού ή για την κατασκευή του τεχνητού «μακεδονικού έθνους» από τον Τίτο. Η Συμφωνία προβλέπει ρητά ότι θα αποτρέπονται και οι ιδιώτες από ενέργειες που «υποδαυλίζουν εχθρότητα» προς τα Σκόπια. Αυτή η σκόπιμη ασάφεια των όρων μάς ανησυχεί.

5) Η Συμφωνία υπονομεύει την ειρήνη στα Βαλκάνια. Θα βάλει τους Έλληνες και τους βόρειους γείτονές να διαφωνούν και να διαπληκτίζονται για μία σειρά ζητημάτων που αφορούν ευαίσθητα θέματα. Άλλωστε δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι γείτονες θα σεβασθούν τις υποχρεώσεις τους. Το όνομα Βόρεια Μακεδονία σύντομα θα μετατραπεί σε «Μακεδονία» χωρίς γεωγραφικό προσδιορισμό. Η ρηματική διακοίνωση που έστειλαν ομιλεί για «μακεδονικό» και όχι για Βορειομακεδονικό λαό!

6) Η Συμφωνία παραβιάζει την κοινή λογική. Αφού προβλέπει ότι το γειτονικό μας κράτος θα ονομάζεται Βόρεια Μακεδονία, γιατί ορίζει μακεδονική γλώσσα και μακεδονική ιθαγένεια; Επίσης το άρθρο 7 δίνει το δικαίωμα στα Σκόπια να χρησιμοποιούν με όποιο τρόπο θέλουν τους όρους Μακεδονία και Μακεδονικός για θέματα που αφορούν πληθυσμό, πολιτισμό, κληρονομιά, γλώσσα και ιστορία. Ουσιαστικά η Ελλάς για πρώτη φορά στη νεώτερη Ιστορία της αναγνωρίζει «μακεδονικό έθνος»!

7) Η Συμφωνία υπονομεύει το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των τριών εκατομμυρίων Ελλήνων Μακεδόνων (περιλαμβάνω και τους Αποδήμου). Τα Σκόπια θα είναι κράτος και θα χρησιμοποιούν διεθνώς το όνομα και την κληρονομιά της Μακεδονίας. Εμείς (ομιλώ και για τον εαυτό μου, διότι γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη) θα είμαστε απλώς μία περιφέρεια στο εσωτερικό της Ελλάδος. Αν βάλουμε την υπογραφή μας στη Συμφωνία θα τεθεί το ερώτημα: Αφού αναγνωρίζουμε το όνομα Μακεδόνες σε ΜΗ Έλληνες, τότε όσοι γεννηθήκαμε στη Βόρειο Ελλάδα τί είμαστε: Η Συμφωνία πουθενά δεν αναφέρεται στην Ελληνική Μακεδονία. Μας αναφέρει απλώς σαν τη βόρεια περιοχή του Πρώτου Μέρους!

8) Η Συμφωνία θέτει σε κίνδυνο την οικονομική και εμπορική ανάπτυξη της Βορείου Ελλάδος. Χιλιάδες προϊόντων και εταιριών, που περιέχουν το όνομα Μακεδονία/Μακεδονικός στην επωνυμία τους, θα περάσουν από την κρίση της ειδικής επιτροπής, η οποία θα εργάζεται επί τρία χρόνια για να επιλύει διαφορές με τα αντίστοιχα εμπορικά σήματα των Σκοπίων. Ουδείς εγγυάται ότι η επιτροπή θα δικαιώσει τα μακεδονικά κρασιά ή τον μακεδονικό χαλβά της Ελλάδος!

9) Η Συμφωνία είναι άδικη για τις επόμενες γενιές Ελλήνων. Έχουμε άραγε το δικαίωμα να παραδώσουμε στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας μία κολοβωμένη Ελληνική Ιστορία, στην οποία θα παρεμβαίνουν ανά πάσα στιγμή οι Σκοπιανοί ιστορικοί για να μας υποδείξουν τί και πώς θα διδάξουμε; Τι θα σκέπτονται για τη γενιά μας οι απόγονοί μας, όταν θα βλέπουν το γειτονικό κράτος να μονοπωλεί τη Χριστιανική και Βυζαντινή κληρονομιά της Μακεδονίας, όπως ήδη κάνει ο Ζάεφ με τις αναφορές στον Κύριλλο και στον Μεθόδιο;; Ο Κωστής Παλαμάς προειδοποίησε ότι «θα μας δικάσουν οι αγέννητοι και οι νεκροί»!

10) Η Συμφωνία υπονομεύει τη εθνική ομοψυχία. Αν την κυρώσουμε αναγνωρίζουμε το άρθρο 36 του Συντάγματος των Σκοπίων, το οποίο παρέμεινε εκτός αναθεωρήσεως, και τον οποίο αναφέρεται στους απελευθερωτικούς αγώνες του «μακεδονικού λαού». Όμως οι γείτονές μας θεωρούν και τον Ελληνικό Εμφύλιο ως αγώνα του «μακεδονικού λαού». Άρα θα δηλητηριάζει διαρκώς την ελληνική κοινωνία η συζήτηση περί των Σλαβομακεδόνων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος, η οποία θα έπρεπε να έχει κλείσει προ πολλών ετών.

Για όλους αυτούς τους λόγους η Συμφωνία των Πρεσπών δεν πρέπει να κυρωθεί. Ας μην κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας μία Ελλάδα ντροπιασμένη και διχασμένη!

Κωνσταντίνος Χολέβας
Πολιτικός Επιστήμων
Οι αλλαγές στα σχολικά βιβλία που οι από πάνω δεν έχουν κάνει και μιλάνε ακόμα για Μακεδονία μέχρι τον Όλυμπο κ.α. ευτράπελα που οι έξυπνοι υποστηρικτές της συμφωνίας δεν βλέπουν και δεν καταλαβαίνουν.

Τα αγκάθια : Οι χάρτες της «Μεγάλης Μακεδονίας» στο τραπέζι των συζητήσεων
Τα αγκάθια : Οι χάρτες της «Μεγάλης Μακεδονίας» στο τραπέζι των συζητήσεων

Τα σχολικά βιβλία της ιστορίας και της γεωγραφίας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι το επίκεντρο της επόμενης συνάντησης της Επιτροπής Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας.

Τα σχολικά βιβλία της ιστορίας και της γεωγραφίας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση θα είναι το επίκεντρο της επόμενης συνάντησης της Επιτροπής Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, όπως είπε ο πρέσβης Γκάμπερ, ο οποίος ηγείται της ομάδας των Σκοπίων.

Ανέφερε ότι δεν γνωρίζει ακόμη τις άμεσες απαιτήσεις της ελληνικής αντιπροσωπείας, ούτε έχει διευκρινισθεί η ακριβής ημερομηνία της συνάντησης των ειδικών.

Στη συνέντευξή του, στο τοπικό πρακτορείο ειδήσεων, διευκρίνισε ότι αναμένεται να ανοίξει συζήτηση εμπειρογνωμόνων σχετικά με τον ορισμό του αλυτρωτισμού, επειδή το άρθρο 8 της Συμφωνίας των Πρεσπών, προβλέπει την αλλαγή όχι μόνο στα σχολικά βιβλία της Βόρειας Μακεδονίας αλλά και στα ελληνικά.

Η Ελλάδα, στην προηγούμενη συνάντηση στη Θεσσαλονίκη, ζήτησε να επανεξετασθεί όλο το περιεχόμενο των σχολικών εγχειριδίων που αναφέρεται σε αλυτρωτικά θέματα καθώς και σε αρχαιοελληνικά σύμβολα και σε χάρτες της «Μεγάλης Μακεδονίας».


«Να τηρηθούν τα διεθνή πρότυπα»

Ο πρέσβης Γκάμπερ, συμφωνεί ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην επανεξέταση των χαρτών και των χαρακτήρων στα βιβλία, αλλά πρέπει να τηρηθούν σε αυτά τα διεθνή πρότυπα.

«Αυτό που εμείς επιμένουμε είναι να ληφθεί υπόψη η διεθνής εμπειρία, ειδικά ό, τι έχει κωδικοποιηθεί σε διεθνή έγγραφα, όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης και η ΟΥΝΕΣΚΟ, όπως αναφέρεται στη συμφωνία και ό, τι είναι σύγχρονο σε επίπεδο επιστημονικής γνώσης για την αντιμετώπιση αυτών των θεμάτων», δήλωσε.

Ο ίδιος σημείωσε ότι η κύρια παρατήρηση των Ελλήνων για τα σχολικά εγχειρίδια είναι η αναφορά του εδάφους ως εθνικού (που δεν πρέπει να αναφέρεται έτσι), αλλά, ταυτόχρονα (οι Ελληνες) στα βιβλία τους δεν αναφέρουν την ύπαρξη μακεδονικού λαού ή μακεδονικής γλώσσας, αποφεύγουν ακόμη και τον ορισμό «σλαβομακεδόνες», όταν πρόκειται για το έθνος μας.

Συνεπώς, οι λύσεις και οι φόρμουλες που θα αποτελέσουν μέρος των εγχειριδίων, εξηγεί ο πρέσβης, θα πρέπει να εκφράζουν την πραγματικότητα και να είναι σύμφωνες με τη Συμφωνία, και ταυτόχρονα να είναι θετικές και πολιτισμένες και να παρουσιάζουν νέες εμπειρίες στα Βαλκάνια.

Την ίδια στάση με τον Γκάμπερ εξέφρασε και ο επικεφαλής της ελληνικής επιτροπής, Μπόλαρης, όπως δημοσίευσε το ελληνικό πρακτορείο ειδήσεων.
Γιατί η Συμφωνία των Πρεσπών είναι λάθος
Γιατί η Συμφωνία των Πρεσπών είναι λάθος

Γιατί έχουμε μια συμφωνία από τέσσερις πυκνογραμμένες σελίδες εφημερίδας, που κάθε ένας της όρος, σχεδόν ευνοεί και προωθεί συμφέροντα της ΠΓΔΜ και όχι δικά μας; Είναι πολύ απλό: γιατί η συμφωνία έγινε από ατζαμήδες, μαθητευόμενους μάγους...

Τελευταία κυκλοφορεί ένας προπαγανδιστικός μύθος που θίγει εκατομμύρια συμπατριώτες μας. Ο μύθος λέει ότι όσοι στηρίζουν την Συμφωνία των Πρεσπών είναι άνθρωποι μετριοπαθείς, λογικοί, φιλελεύθεροι, φωτισμένοι, ευρωπαϊστές και προοδευτικοί —καλοί άνθρωποι, με δυο λόγια—ενώ όσοι της αντιτίθενται είναι φανατικοί, παράλογοι, προγονόπληκτοι, ακραίοι, σκοταδιστές, γενικώς οπισθοδρομικοί, συντηρητικοί, ίσως και αρτηριοσκληρωτικοί, υπερεθνικιστές, ακροδεξιοί, φασίστες ενίοτε —με άλλα λόγια κακοί άνθρωποι ή, επιεικέστερα, υπανάπτυκτοι κάφροι.

Ο μύθος αυτός αρχικά καθοδηγείται από τα υπόγεια του Μαξίμου και προωθήθηκε ως στοιχείο της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ για να διασπάσει τη Νέα Δημοκρατία, αναδεικνύοντάς την σε ακροδεξιό κόμμα. Αυτό απέτυχε, αλλά ο μύθος παραμένει σε κυκλοφορία, προσπαθώντας να διασπάσει την Κεντροαριστερά.

Αλλά δυστυχώς, πέραν των κυβερνητικών δημιουργών του, ο μύθος βρίσκει ανταπόκριση και σε ανθρώπους που δεν είναι ούτε οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε ανόητοι, ούτε κακοπροαίρετοι άνθρωποι. Πολλοί καλοί μου φίλοι, άνθρωποι που εκτιμώ και σέβομαι για το ήθος και τη νοημοσύνη τους, είναι υπέρ της Συμφωνίας των Πρεσπών. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό — άποψή τους. Αλλά στενοχωριέμαι όταν κάποιοι από αυτούς υποστηρίζουν ότι όλοι όσοι αντιτίθενται στη Συμφωνία ανήκουν στις ως άνω, σκοταδιστικές κατηγορίες. Υπ᾽όψη, οι φίλοι μου υποστηρικτές της Συμφωνίας δεν είναι αφελείς, ούτε παρασύρθηκαν από τους προπαγανδιστές του Μαξίμου. Απλώς, κάποια τους αντανακλαστικά κούμπωσαν με στοιχεία της κυβερνητικής ρητορικής που υποστηρίζει τις Πρέσπες.

Εγώ, πάντως, το δηλώνω: είμαι εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ευτυχώς, τους φίλους μου που είναι υπέρ της Συμφωνίας δεν χρειάζεται να τους πείσω ότι δεν είμαι φανατικός, υπερεθνικιστής, ακροδεξιός, παλιόμουτρο ή διανοητικώς ανάπηρος. Το ξέρουν γιατί με ξέρουν καλά, και με τιμούν με την εμπιστοσύνη τους. Τη θέση μου αυτή, κατά της Συμφωνίας, πιστεύω κατά συνέπεια ότι την αποδίδουν σε κάποιο μου κουσούρι, ίσως και στην αντιπάθειά μου στην παρούσα κυβέρνηση —την οποία παρεμπιπτόντως, κάποιοι από αυτούς συμμερίζονται. Μπορεί να θεωρούν ότι στο συγκεκριμένο αυτό θέμα η αντιπάθειά μου με τυφλώνει, και με κάνει αντί να χτυπάω το γαϊδούρι να χτυπάω το σαμάρι, δηλαδή αντί να κατηγορώ τον ΣΥΡΙΖΑ κατηγορώ τη Συμφωνία. (Παρεμπιπτόντως, αν είχα ένα τέτοιο δίλημμα, κυριολεκτικό όχι μεταφορικό, σαφώς θα προτιμούσα να χτυπήσω το σαμάρι: αγαπώ πολύ τα γαϊδουράκια.)

Αλλά οι υπέρ της Συμφωνίας φίλοι μου συνεχίζουν να με αγαπούν, παρά το κουσούρι ή το λάθος μου, βάσει της αρχής «αγάπα τον φίλο σου με τα ελαττώματά του». Τους ευχαριστώ γι᾽αυτό. Αλλά θέλω παρά ταύτα να εξηγήσω δημόσια την άποψή μου για τη Συμφωνία, και για τους φίλους μου υποστηρικτές της, αλλά και για όλους τους άλλους, είτε είναι υπέρ της Συμφωνίας και έχουν ακόμη κάποια διάθεση να συζητήσουν, είτε είναι κατά, αλλά νοιώθουν μειονεκτικά, διστακτικοί ή και αδύναμοι να το εκφράσουν, για να μη θεωρούν φανατικοί, υπερεθνικιστές, κ.λπ.

Ξεκινώ λέγοντας ότι έχω δηλώσει από την αρχή της συζήτησης για το θέμα, προ έτους περίπου (εδώ), ότι πιστεύω σε δυο πράγματα που ίσως φαίνονται σε κάποιους αντιφατικά. Συγκεκριμένα:

α) Πιστεύω ήδη από τη δεκαετία του 1990 ότι η αποδοχή της μεικτής ονομασίας για την ΠΓΔΜ, erga omnes, θα είναι επιτυχία για την Ελλάδα. Και το πιστεύω ακόμη περισσότερο όσο περνά ο χρόνος, καθώς ζω μεγάλο μέρος του χρόνου και ταξιδεύω στο εξωτερικό. Ο λόγος είναι απλούστατος και πηγάζει από την πραγματικότητα: αυτή τη στιγμή, όλες οι μεγάλες δυνάμεις, ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, οι περισσότερες κυβερνήσεις του πλανήτη, και η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών όλων των χωρών, αποκαλούν τη γείτονα απλώς «Μακεδονία». Αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς εύκολα, βλέποντας τι γίνεται εκτός Ελλάδος, αλλά και παρακολουθώντας τη διεθνή επικαιρότητα, από την πολιτική αρθρογραφία, τις ειδήσεις στην τηλεόραση ή το διαδίκτυο, μέχρι την τελευταία στήλη κουτσομπολιού και την καθημερινή συνομιλία απλών ανθρώπων. Σήμερα η ονομασία «Μακεδονία» για τη γείτονα είναι διεθνώς στάτους κβο—αυτό είτε μας αρέσει είτε όχι. Η υποχώρηση λοιπόν από αυτή την κατάσταση, έστω και αν μείνει μόνο στα επίσημα έγγραφα της συγκεκριμένης χώρας, των διεθνών οργανισμών και των ξένων κυβερνήσεων, θα είναι μεγάλη επιτυχία. (Γιατί επί της ουσίας, πιστεύω ότι τουλάχιστον για πολλά χρόνια, στην καθημερινή πρακτική οι περισσότεροι ξένοι θα συνεχίσουν να αναφέρονται στη γείτονα ως «Μακεδονία», όποια συμφωνία και να κάνουμε —οι συνήθειες πεθαίνουν πολύ δύσκολα). Το να πετύχουμε τη μετονομασία της χώρας στα επίσημα όργανα δεν είναι διόλου αμελητέο. Είναι ένα βήμα προς τα μπρος: από το σκέτο «Mακεδονία» στο «Μακεδονία-και-κάτι-άλλο» λογίζεται σαφέστατα ως επιτυχία.

β) Πιστεύω όμως ταυτόχρονα ότι, από την στιγμή που το ζήτημα ήρθε ξανά στην επικαιρότητα πρόσφατα, ύστερα από ξένη πίεση, που εκμεταλλεύτηκε τη διαλλακτικότητα του πρωθυπουργού Ζάεφ, ο χειρισμός του θέματος από την κυβέρνηση Τσίπρα ήταν εξ αρχής άθλιος, και παρέμεινε, γινόμενος αθλιότερος όσο περνάει ο καιρός. Κι αυτό γιατί αντί ο Πρωθυπουργός —που με το πρώτο ενικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί τελευταία στην ομιλία του δείχνει πως θέλει πλέον να χρεώνεται όλες τις πράξεις της κυβέρνησής του στο ακέραιο— να αναγνωρίσει στο θέμα της ονομασίας τη μεγάλη ευκαιρία να κινηθεί στην εθνικά σωστή κατεύθυνση, βάσει της παραπάνω επισήμανσης (α), το εργαλειοποίησε κομματικά εξ αρχής.

Αυτό το έκανε για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, κομματικής εκμετάλλευσης, παλαιοπολιτικούς όσο δεν παίρνει άλλο: πρωτίστως για να καταφέρει να πλήξει τη Νέα Δημοκρατία, ιδανικά προσάπτοντάς της την ταμπέλα της «ακροδεξιάς» που βολεύει τη νέα ρητορική του και, δευτερευόντως, εκ του περισσού, να βλάψει άλλα μικρότερα κόμματα. Αυτό ήταν ολέθριο λάθος του, πιστεύω. Γιατί με τον τρόπο που επέλεξε να πολιτευτεί στο θέμα, αντί να επιδιώξει, και πιθανότατα να καταφέρει, μια κοινή εθνική γραμμή, που θα οδηγούσε σε μια συμφωνία απολύτως αξιοπρεπή για την Ελλάδα, δημιούργησε περισσότερους και φανατικότερους εσωτερικούς εχθρούς.

Δυστυχώς, επιβεβαίωσε ό,τι χειρότερο ξέραμε γι᾽αυτόν: αντιμετώπισε το θέμα της επίλυσης ενός ευαίσθητου διακρατικού ζητήματος με όλη την ανευθυνότητα, ιδιοτέλεια και ανεπάρκεια που πηγάζει από τις περιορισμένες δυνατότητες που χαρακτηρίζουν και τον ίδιο, και το στελεχικό δυναμικό του κόμματός του. Αντί δηλαδή να επιστρατευθεί για τη βέλτιστη συμφωνία ο ελληνικός πολιτικός και διπλωματικός κόσμος, με την πρωτοκαθεδρία μεν της κυβέρνησης, αλλά συντεταγμένος και ομονοών, την διαπραγμάτευση την έκαναν ο Τσίπρας, ο Κοτζιάς, ο Κατρούγκαλος, και οι χαμηλοτάτου επιπέδου διπλωματικοί τους σύμβουλοι, έχοντας για να τους σιγοντάρουν στα θεωρητικά, και να τους λιβανίζουν γενικότερα, οι ελάχιστου πνευματικού αναστήματος διανοούμενοι του κόμματός τους, καθώς και διάφοροι ιδεοληπτικοί αριστεροί κομματάνθρωποι. To αποτέλεσμα ήταν ανάλογο των πρωτομαστόρων του.

Για τη σημερινή μορφή της Συμφωνίας φταίει απολύτως η κυβέρνηση ή, αφού του αρέσει τόσο το πρώτο ενικό, ο Πρωθυπουργός.

Η Συμφωνία όχι μόνο δεν είναι η καλύτερη δυνατή, αλλά μάλλον είναι η χειρότερη δυνατή, στα πλαίσια που έθεσαν οι ξένοι σύμμαχοι. Κι αυτό γιατί αντί να ξεκινήσουμε, ως οφείλαμε, από την αντικειμενική αλήθεια της παραδοχής (α) περί του ότι σήμερα το «Μακεδονία» αποτελεί στάτους κβο —και δεν υπάρχει σοβαρός πολιτικός που να μην ξέρει ότι αυτή είναι αντικειμενική— και να φροντίσουμε με κάποιο απλό αντάλλαγμα να το ανατρέψουμε, περάσαμε στα πολιτικά παιχνίδια που μας δέσμευσαν στη σημερινή συμφωνία, σχεδιασμένη στα Σκόπια, με τις πλάτες κάποιων διεθνών υποστηρικτών τους.

Το αποτέλεσμα αυτό έγινε εφικτό χάρη σε έναν Τσίπρα που από τη μια έβλεπε ακροδεξιούς ανεμόμυλους στη Νέα Δημοκρατία (η αντιληπτική του ικανότητα δεν ήταν καλύτερη από του Δον Κιχώτη), και από την άλλη έκανε, όπως όλα τα τελευταία χρόνια, σε κάθε θέμα της εθνικής πολιτικής, καθετί το δυνατό για να μην στενοχωρήσει τις δυνάμεις στις οποίες προσβλέπει, καλώς ή κακώς, για τη μακροβιότητά του, Αμερική, Γερμανία, Γαλλία, ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ενωση. Και ενώ προσωπικά δεν έχω τίποτε εναντίον της Αμερικής, της Γερμανίας, της Γαλλίας, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης —τουναντίον— δεν θεωρώ ότι η κάθε επιθυμία τους πρέπει να είναι προσταγή μας, ούτε ότι και πρέπει να χάνουμε την ορθοκρισία μας και την εθνική μας αξιοπρέπεια, από την πρεμούρα μην τυχόν και τους δυσαρεστήσουμε. Ούτε βέβαια και να βαράμε προσοχές, σε κάθε επιταγή τους.

Θέλοντας ο Τσίπρας από τη μια να ευχαριστήσει πάση θυσία τους ξένους καθοδηγητές-υποστηρικτές του και από την άλλη να διαλύσει, καθώς πιστεύει, την αντιπολίτευση, κατέληξε σε μια άθλια συμφωνία. Και η συμφωνία είναι άθλια όχι γιατί αναγνωρίζει το «Βόρεια Μακεδονία» ως erga omnes ονομασία της ΠΓΔΜ, αλλά γιατί από εκεί και πέρα είναι απολύτως μαξιμαλιστική, προς όφελος της άλλης πλευράς, δίνοντας γην και ύδωρ, ενώ θα μπορούσε να προσφέρει απλώς ένα κομμάτι ψωμί. Και με αυτό το κομμάτι ψωμί, μικρό, αλλά ουσιαστικό και θρεπτικό, θα είχε καταφέρει το μέγιστο εθνικό καλό.

Εξαιρώ στη συνέχεια από τη συζήτησή μου την άθλια μεθόδευση, την εργαλειοποίηση, και την αναγωγή της Συμφωνίας από την κυβέρνηση, σε όργανο κομματικής μικροπολιτικής, και μιλώ μόνο για την ουσία.

Δύο ήταν οι αδιαμφισβήτητες εθνικές επιταγές που οδηγούσαν στην ανάγκη για μια κάποια συμφωνία που να καθιερώνει την μεικτή ονομασία της ΠΓΔΜ:

Η πρώτη ήταν αυτή που αναφέρθηκε παραπάνω (α), δηλαδή η ανατροπή του στάτους κβο, που τείνει να παγιωθεί, του να λέγεται η γείτων χώρα απλώς «Μακεδονία». Το να επιτευχθεί αυτό και μόνο θα ήταν επιτυχία, όχι τεράστια, όχι «κοσμοϊστορικής σημασίας» όπως αναφέρθηκε από υμνητές της κυβέρνησης —και αυτό γιατί δεν είναι τεράστιο ή κοσμοϊστορικής σημασίας το ζήτημα— αλλά χρήσιμη, προσφέροντας ένα μικρό κέρδος για μας, σε ένα θέμα που έχει χρονίσει.

Η δεύτερη εθνική ανάγκη μας, και πολύ σοβαρότερη, ήταν η είσοδος της γείτονος χώρας στο ΝΑΤΟ. Και ήταν και δική μας εθνική ανάγκη, εκτός από των γειτόνων, γιατί έτσι τορπιλίζονται τα επεκτατικά σχέδια της νέας ρωσικής αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια. Για τον λόγο αυτό, είχαμε και έχουμε κάθε λόγο να συνεργήσουμε στο να μπει η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, κι αυτό για λόγους δικούς μας, εθνικούς, ανεξάρτητους από κάθε δική της ωφέλεια. Αν δε το απαραίτητο τίμημα για αυτή την είσοδο ήταν η από μέρους μας αποδοχή μιας erga omnes μεικτής ονομασίας —έτσι είχε τεθεί, με αρκετή επίταση, από το ΝΑΤΟ— πιστεύω ότι η υποχώρηση άξιζε απολύτως τον κόπο.

Και εκεί ακριβώς τέλειωναν τα εθνικά μας οφέλη από τη συμφωνία, οφέλη που ευνοούν και τη γείτονα χώρα, επιτρέποντάς της να πραγματοποιήσει και τη δική της επιθυμία, να μπει στην Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Ολα τα άλλα όμως, από εκεί και πέρα, δηλαδή η είσοδος της ΠΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ενωση, οι εμπορικές συναλλαγές της με γείτονες ή μη χώρες, η αντιμετώπιση των εσωτερικών της θεμάτων, οι διεθνείς της σχέσεις, οι ιδιομορφίες της ως εθνικής, πολιτισμικής, ιστορικής και γλωσσικής οντότητας, αφορούν την ίδια και μόνο. Η άποψη ότι για κάποιο λόγο έπρεπε να εμπλακούμε και εμείς στη λύση των θεμάτων αυτών ήταν εντελώς παράλογη, καθότι εντελώς περιττή. Καμία ξένη χώρα, και πάντως εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, δεν ορίζει για την Ελλάδα το πώς αυτοπροσδιορίζεται, και η Ελλάδα δεν ορίζει το πώς αυτοπροσδιορίζεται η όποια ξένη χώρα, πάντως εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης. Γιατί λοιπόν θα έπρεπε σώνει και καλά να το κάνουμε για την ΠΓΔΜ; Μοιάζει να μην το καταλαβαίνουμε αυτό το απλό πράγμα: είναι τελείως άλλο να κάνει κάτι μια άλλη χώρα με τη θέλησή της και μόνο, και τελείως άλλο να το κάνει με την έγκριση και την υπογραφή μας. Στην πρώτη περίπτωση, είναι υπεύθυνη για την πράξη της. Στη δεύτερη, είμαστε συνεργοί της.

Ενας αγαπημένος φίλος μου, διακεκριμένος συνταγματολόγος, αγνός δημοκράτης, έλεγε ότι «όσο πιο σύντομο είναι το σύνταγμα μιας χώρας, τόσο πιο καλό είναι». Το αντίστοιχο πιστεύω ισχύει και για τις διεθνείς συμφωνίες, ιδιαίτερα όταν η μία πλευρά (η ελληνική, εν προκειμένω) είχε στο συγκεκριμένο θέμα δύο και μόνο δύο στόχους: την erga omnes μεικτή ονομασία (αντί του απλού «Μακεδονία») και την είσοδο της γείτονος στο ΝΑΤΟ.

Γιατί μπήκαν όλα τα άλλα λοιπόν που —ας μη γελιόμαστε— αυτά είναι που κυρίως δημιουργούν και όλες τις εσωτερικές πολιτικές έριδες στο ζήτημα; Γιατί έχουμε μια συμφωνία από τέσσερις πυκνογραμμένες σελίδες εφημερίδας, που κάθε ένας της όρος, σχεδόν, ευνοεί και προωθεί συμφέροντα της ΠΓΔΜ, και όχι δικά μας; Είναι πολύ απλό: γιατί η συμφωνία έγινε από ατζαμήδες, μαθητευόμενους μάγους, ανθρώπους που δεν νοιάστηκαν, που δεν ξέρουν και δεν μπορούν να υπηρετήσουν το μακροπρόθεσμο εθνικό συμφέρον, αλλά ξέρουν πολύ καλά να ικανοποιούν το ταχύτερο δυνατό τις απαιτήσεις των ξένων καθοδηγητών-υποστηρικτών τους, οδηγημένοι από το φόβο μη χάσουν την εξουσία, αλλά και από την επαρχιώτικη ξιπασιά τους, ότι τάχα «γράφουν ιστορία», ταυτόχρονα κατατροπώνοντας, όπως φρονούν αφελώς, τους πολιτικούς τους αντιπάλους, βαφτίζοντας τους αντιτιθέμενους στη βλαβερή στη συνθετότητα και στη έκτασή της συμφωνία «ακροδεξιούς», και αδιαφορώντας επιδεικτικά για τα δυόμιση εκατομμύρια συμπολιτών μας, κατοίκων της πολύπαθης ελληνικής Μακεδονίας που τους θίγει βαθιά, και εύλογα, το να αναγνωρίζεται η μακεδονική ιδιότητα και γλώσσα ως ιδιοκτησία άλλων, όχι δική τους. Και μάλιστα με δική μας υπογραφή—αυτή είναι που τους θίγει.

Είναι τόσο απλό, στα αλήθεια: τίποτε άλλο δεν χρειαζόταν ως εθνική μας συμφωνία για το Σκοπιανό, από τον να συναινέσουμε σε μια erga omnes μεικτή ονομασία, ώστε να μπει η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Κάθε πρόσθετη αράδα που μπήκε στη συμφωνία, ήταν εθνικά επιζήμια.

Αλλά τι να καταλάβει ο Τσίπρας από τέτοια πράγματα, μέσα στην αλαζονεία και την ανεπάρκειά του; Πώς να εννοήσει το απλό, όταν ήθελε τα ταρατατζούμ και τις φιέστες, για να παραστήσει τον μεγάλο διεθνή ηγέτη;

Ομολογώ ότι δεν περίμενα καλύτερα από αυτόν και την παρέα του. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχω λόγο να δείξω κατανόηση στην ανευθυνότητα με την οποία οδήγησαν τη χώρα σε μια συμφωνία εθνικά επιβλαβή. Οι αρχοντοχωριάτες της καλής συμπεριφοράς είναι αντικείμενο γέλωτος στα σαλόνια της αριστοκρατίας, ωραίο θέμα για να γράφει κωμωδίες ο Μολιέρος. Αλλά στα μέγαρα της εξουσίας, οι αρχοντοχωριάτες της πολιτικής δεν είναι αστείοι. Αντίθετα, μπορούν να είναι και καταστροφικοί.

Απόστολος Δοξιάδης
Ευχαριστώ.
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Και η πράξη τώρα. Περιγράφονται ορισμένα προβλήματα, αλλά εμείς τα λύσαμε όλα και βαδίζουμε στο μέλλον με αισιοδοξία... :lol: :lol: :lol:

«Μακεδονικό» : Χάος με την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών
«Μακεδονικό» : Χάος με την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών

Μετά τους πρώτους πανηγυρισμούς οι δύο χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με τις πραγματικές δυσκολίες της εφαρμογής

Όσοι, κυρίως από το εξωτερικό έσπευσαν να χαιρετήσουν τη Συμφωνία των Πρεσπών και να την υποδείξουν ως πρότυπο για την επίλυση ανάλογων διαφορών, συνήθως προσπερνούν τις δυσκολίες που υπάρχουν για την εφαρμογή τους.

Ας μην ξεχνάμε ότι συνήθως τέτοιες συμφωνίες, που παρουσιάζονται ταυτόχρονα ως επώδυνοι συμβιβασμοί και «νέες σελίδες», γίνονται πιο εύκολα αποδεκτές από τις πολιτικές ή πολιτιστικές ελίτ παρά από τις ίδιες κοινωνίες.

Και αυτό συχνά το όποιο τραύμα ή η όποια ανασφάλεια είναι πιο έντονη προς τα κάτω από ό,τι στην κορυφή. Η ιστορία της αποδοχής της Συνθήκης της Λωζάνης στην Ελλάδα είναι ενδεικτική από αυτή την άποψη.

Και τα πράγματα γίνονται χειρότερα όταν μιλάμε για συμφωνίες, όπως είναι αυτή των Πρεσπών που δεν συναντούσε μόνο αντιρρήσεις και από τις δύο πλευρές των συνόρων, αλλά και είχε σημεία που κινδύνευαν να αναδειχτούν ως γκρίζες ζώνες.


Τα ονόματα δεν αλλάζουν τόσο εύκολα

Η πρόσφατη ανάγκη παρέμβασης για να αλλάξουν οι ταμπέλες που δήλωναν τις συμμετέχουσες χώρες σε μια διεθνή έκθεση τουρισμού, είναι ενδεικτική ότι η εμπέδωση του νέου ονόματος της γειτονικής χώρας αργεί ακόμη.

Άλλωστε, δεν είναι απλό πράγμα να αλλάξει το όνομα με το οποίο μια χώρα αυτοπροσδιορίζεται μια χώρα και μάλιστα υπό το βάρος του σχετικού αιτήματος μιας άλλης χώρας. Ούτε μπορεί η αλλαγή των επίσημων ονομάτων φορέων να γίνεται με τους ρυθμούς που προβλέπει η συμφωνία, όμως ως προς την ίδια χρήση στην καθημερινότητα ή σε άλλες εκφράσεις, της «κοινωνίας των πολιτών» και όχι των κρατικών φορέων, είναι σαφές ότι έχουμε αρκετό δρόμο μπροστά μας.

Δεν είναι τυχαίο ότι η ίδια η συμφωνία με το άρθρο 7 σπεύδει να αναγνωρίσει ότι οι λέξεις «Μακεδονία» και «μακεδόνας / μακεδονικός» έχουν διαφορετική ιστορική και πολιτιστική σήμανση στις δύο χώρες, αλλά αυτό προφανώς και δεν λύνει τα προβλήματα. Ας μην ξεχνάμε ότι και όπως στην Ελλάδα υπάρχουν πολιτικοί που δηλώνουν ότι δεν θα χρησιμοποιήσουν τον όρο «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», υπάρχουν και κόμματα όπως το VMRO που δηλώνουν ότι επίσης θα επιμείνουν στην προηγούμενη συνταγματική ονομασία. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και ο δρόμος για να εμπεδωθεί η συμφωνημένη ονομασία στη δημόσια σφαίρα αργεί ακόμη.

Το ίδιο ισχύει και για το ζήτημα της ταυτότητας. Η ίδια η συμφωνία αναγνωρίζει «μακεδονική γλώσσα» (με τη διευκρίνιση ότι είναι νοτιοσλαβική γλώσσα) και δεν αναγνωρίζει μακεδονική εθνότητα παρά μόνο ιθαγένεια «μακεδονική/πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας».

Ωστόσο, είναι προφανές ότι στη γειτονική χώρα η εθνική ταυτότητα θα προσδιορίζεται διαρκώς ως μακεδονική και η πρόβλεψη του άρθρου 7 δεν θα μπορεί από μόνη της να αποτρέπει την ύπαρξη αντιδράσεων και από την ελληνική πλευρά.

Εδώ άλλωστε είναι ο πυρήνας του συμβιβασμού αλλά και η δυσκολία του. Η ελληνική πλευρά δεχόταν την σύνθετη ονομασία αλλά ήθελε να μπουν όρια ως προ της αναφορά σε μακεδονική εθνική ταυτότητα, την ώρα που η τελευταία παρέμενε αναγκαίο στοιχείο ενότητας του γειτονικού κράτους.

Εάν σε αυτό προσθέσουμε τις φορτίσεις που τα ζητήματα αυτά εξακολουθούν να έχουν και στο εσωτερικό της δικής μας χώρας (και το ιστορικό βάθος αντιπαραθέσεων που κρατούν από τις αρχές του 20ουαιώνα) μπορούμε να δούμε ότι θα χρειαστεί αρκετός καιρός μέχρις ότου στην ελληνική πλευρά γίνει αποδεκτή κάποια «μακεδονική ταυτότητα» και παράλληλα στη γειτονική χώρα αυτή η ταυτότητα αποσυνδεθεί από τα κάθε είδους «φαντάσματα τις ιστορίας».


Το πρόβλημα με τα εμπορικά σήματα

Το θέμα των εμπορικών σημάτων είναι από αυτά που η ίδια η συμφωνία αναγνωρίζει ως ανοιχτά και υπό διαπραγμάτευση.

Η Ελλάδα έχει κατοχυρώσει την προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη «Μακεδονία» και έτσι για παράδειγμα δεν κινδυνεύουμε να δούμε κρασιά από τη γειτονική χώρα με ετικέτα «ΠΓΕ Μακεδονία».

Όμως, αυτό δεν ακυρώνει διάφορα άλλα προβλήματα που μπορεί να μην παραβιάζουν τυπικά τη συμφωνία, όμως εκ των πραγμάτων διαμορφώνουν έναν ορισμένο ανταγωνισμό. Γι’ αυτό και εντόπισαν διάφοροι το πρόβλημα που δημιουργεί π.χ. η ιστοσελίδα Wines of Macedonia, που μπορεί τυπικά να μην παραβίαζε κανόνες, εντούτοις δημιουργούσε σύγχυση σε σχέση με τα κρασιά από την ελληνική Μακεδονία που δικαιούνται να αναφέρουν ΠΓΕ Μακεδονία.

Το ίδιο ισχύει και για διάφορα άλλα εμπορικά σήματα, που μπορεί να μην αφορούν στενά και τυπικά αυτά που ρυθμίζονται με διεθνείς συμβάσεις (όπως π.χ. γίνεται με προϊόντα όπως το κρασί), όμως αφορούν μεγάλο μέρος της οικονομίας της Βόρειας Ελλάδας, όπου με τα χρόνια καλλιεργήθηκε και προβλήθηκε συστηματικά μια ιδιαίτερη μακεδονική ταυτότητα, που είχε και διάσταση εμπορικής προβολής και η οποία σήμερα αντικειμενικά τίθεται σε αναδιαπραγμάτευση.

Το ίδιο πρόβλημα εκτιμούν παράγοντες της Βόρειας Ελλάδας μπορεί και να υπάρξει σε σχέση με τον τουρισμό και την προσπάθεια κατοχύρωσης της ελληνικής Μακεδονίας ως τουριστικού προορισμού.


Το ακανθώδες θέμα της «μειονότητας»

Όμως το θέμα που μπορεί μεσοπρόθεσμα μπορεί να δημιουργήσει τριβές παραμένει αυτό που αφορά το ζήτημα της μειονότητας. Ο λόγος είναι ότι είναι ένα ζήτημα που έχει ευρύτερες ιστορικές φορτίσεις και παραπέμπει στην αφετηρία του «μακεδονικού προβλήματος» και των συγκρούσεων γύρω από αυτό εδώ και δεκαετίες.

Η ίδια η συμφωνία ουσιαστικά δεσμεύει την κυβέρνηση και τους κρατικούς φορείς της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας να μην εγείρουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο θέμα μειονότητας. Ούτε και έχουν φανεί διαθέσεις να το κάνουν.

Το θέμα είναι αρκετά σύνθετο γιατί την ίδια στιγμή τα αποτελέσματα του Εμφυλίου σήμαιναν ότι για χρόνια το ζήτημα της γλωσσικής ή πολιτιστικής ταυτότητας των σλαβόφωνων ή δίγλωσσων ελλήνων πολιτών δεν μπορούσε να συζητηθεί, κάτι που επιτάθηκε και από τη στιγμή που μετά το 1991 άνοιξε και το «ονοματολογικό».

Η ελληνική πλευρά από τη μεριά της έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι αναγνωρίζει μόνο μία μειονότητα, τη μουσουλμανική όπως την ορίζει η Συνθήκη της Λωζάνης. Βέβαια, είναι γεγονός ότι η χώρα μας έχει μια αρκετά αυστηρή πολιτική σε αυτά τα θέματα και παραδοσιακά δεν δεχόταν απόψεις που όριζαν τις μειονότητες με βάση ένα κριτήριο αυτοπροσδιορισμού.

Ας μην ξεχνάμε ότι παρότι το διεθνές δίκαιο αναγνωρίζει την προστασία και τα δικαιώματα των μειονοτήτων συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να έχουν τη δική τους πολιτιστική ζωή, να εκδηλώνουν και να ασκούν τη δική τους θρησκεία ή να χρησιμοποιούν τη δική τους γλώσσα, δεν προσφέρει κάποιον γενικό ορισμό των μειονοτήτων που να είναι αποδεκτός ως κανόνας δικαίου.

Ακόμη και ο περίφημος ορισμός του Φραντσέσκο Καποτόρτι, ειδικού εισηγητή του ΟΗΕ πάνω στο θέμα το 1977, ακόμη συζητιέται εάν και σε ποιο βαθμό ισχύει: «Η μειονότητα είναι μία ομάδα αριθμητικά μικρότερη σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό ενός κράτους και σε μη κυρίαρχη θέση, τα μέλη της οποίας, όντας υπήκοοι του κράτους, διαθέτουν εθνοτικά, θρησκευτικά ή γλωσσικά χαρακτηριστικά διαφορετικά από αυτά του υπόλοιπου πληθυσμού και επιδεικνύουν έστω και έμμεσα μία αίσθηση αλληλεγγύης, προσανατολιζόμενοι στη διατήρηση της δικής τους κουλτούρας, παράδοσης, θρησκείας ή γλώσσας».

Μάλιστα, είναι ενδεικτικό ότι παρότι η Ελλάδα έχει υπογράψει τη Σύμβαση-Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων, εντούτοις δεν την έχει κυρώσει, καθώς επειδή οι υπηρεσίες του ΥΠΕΞ εκτίμησαν ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει προβλήματα σε σχέση με τη μειονότητα της Θράκης.

Στην Ελλάδα έχουν υπάρξει περιπτώσεις ατόμων και συλλογικοτήτων, όπως το πολιτικό κόμμα «Ουράνιο Τόξο» που έχουν υποστηρίξει την ύπαρξη μειονότητας «εθνικά μακεδόνων» και έχουν διεκδικήσει τα δικαιώματά της. Ωστόσο πάγια θέση όλων των ελληνικών κυβερνήσεων είναι ότι οι σλαβόφωνοι ή δίγλωσσοι της ελληνικής Μακεδονίας δεν συνιστούν μειονότητα καθ’ οιονδήποτε τρόπο, ενώ επικαλούνται και την ιδιαίτερα χαμηλή απήχηση σχηματισμών όπως το «Ουράνιο Τόξο». Πάντως η Ελλάδα έχει καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την απαγόρευση σωματείων όπως η «Μακεδονική Στέγη Πολιτισμού», που κρίθηκε ότι παραβιάζουν την ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι.

Σε κάθε περίπτωση είναι προφανές ότι πρόκειται για ένα θέμα που θα επανέρχεται καθώς οι όποιες προβλέψεις της συμφωνίας ώστε να μην μπορεί να αναδειχθεί επισήμως από τη γειτονική χώρα, δεν ακυρώνουν ότι παραμένει μία ιδιότυπη «γκρίζα ζώνη».


Οι επικείμενες επισκέψεις Τσίπρα και Ζάεφ

Σε αυτό το φόντο αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον οι επισκέψεις του Αλέξη Τσίπρα στα Σκόπια και του Ζόραν Ζάεφ στην Αθήνα τον Απρίλιο. Ας μην ξεχνάμε ότι και οι δύο ηγέτες θέλουν να δείξουν ότι εφαρμόζεται και βοηθάει και τις δύο χώρες η συμφωνία, την ώρα που οι επισκέψεις αυτές είναι πιθανό να ξαναδώσουν ευκαιρία στους επικριτές τους να ξεδιπλώσουν την πολεμική τους.
Και είναι δεδομένο ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις και αρνητικές εντυπώσεις περισσότερες από τις θετικές απόψεις που θέλουν οι δύο ηγέτες να αποσπάσουν.
Ευχαριστώ.
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Συνεχίζουμε τα χτεσινά και ολοκληρώνουμε. Θα δούμε πώς βλέπει η αντίθετη άποψη το ζήτημα της συμφωνίας και γιατί, πέραν των πιέσεων/εντολών από το εξωτερικό (για τους λόγους των πιέσεων θα αναφερθώ στο μέλλον) επιθυμούσαν και οι ίδιοι να ολοκληρώσουν την συμφωνία. Ο επίλογος είναι αυτός που τα λέει όλα: Τον εθνικό χαρακτήρα τον ορίζουν οι ζωντανοί κάτοικοι. Είναι αυτό που γράφω εδώ και χρόνια, δηλαδή πηγαίνεις, σφάζεις, οπότε ο τόπος πλέον γίνεται δικός σου. Βέβαια, οι ίδιοι που τα γράφουν αυτά, ενοχλούνται για τις σφαγές των Εβραίων της Θεσσαλονίκης από τους Γερμανούς στον Β΄ Π.Π. Τι τους πειράζει αυτό; Αφού μετράνε οι ζωντανοί για τον ορισμό ενός τόπου, πολύ απλά θα πρέπει να εξοντώνουμε σταδιακά τους γείτονές μας, ώστε να κατακτήσουμε μεγαλύτερες εκτάσεις. Και μετά, η συγκεκριμένη εφημερίδα, είναι αντίθετη στον φασισμό και τον ναζισμό. Μα υποστηρίζουν τις μεθόδους ΟΛΩΝ των ολοκληρωτικών καθεστώτων, αρκεί αυτές να γίνονται εναντίον των Ελλήνων, φυσικά.

Πώς η Μακεδονία μας έγινε ελληνική
Πώς η Μακεδονία μας έγινε ελληνική

Τάσος Κωστόπουλος

Ο ιστορικός του μέλλοντος που θα μελετήσει τις εξελίξεις της τελευταίας διετίας γύρω από το Μακεδονικό, μάλλον θα δυσκολευτεί να εξηγήσει την εκτροπή του λόγου της επίσημης Δεξιάς σε κατευθύνσεις αδιανόητες για την παραδοσιακή επιχειρηματολογία της.

Πόσο σοβαρός μπορεί να θεωρηθεί λ.χ. ένας υποψήφιος πρωθυπουργός, όταν δηλώνει στη Γερμανίδα καγκελάριο πως «δεν θα επιτρέψει την καταλανοποίηση της Βορείου Ελλάδος» («Εστία», 4/2), εξομοιώνοντας τη μισή επικράτεια της χώρας με μια συνταγματικά διακριτή εθνοκρατική οντότητα, όπως η Καταλονία;

Ή όταν διακηρύσσει στη Βουλή (28/2) πως «η Συμφωνία των Πρεσπών επιτρέπει τυπικά να συσταθούν εδώ πέρα, στην Ελλάδα, στη βόρειο Ελλάδα, σύλλογοι μακεδονικής γλώσσας, μακεδονικού πολιτισμού», αγνοώντας πως αυτό κατοχυρώνεται έτσι κι αλλιώς από το διεθνές δίκαιο περί μειονοτικών δικαιωμάτων – και πως η Ελλάδα έχει ήδη καταδικαστεί επ’ αυτού από το Δικαστήριο του Στρασβούργου;

Οσο κι αν αυτές οι λεκτικές ακρότητες συνάδουν με τη συγκυρία μιας οξύτατης προεκλογικής πόλωσης, δεν παύουν ωστόσο να αποδομούν εκ βάθρων την ίδια την εθνικόφρονα επιχειρηματολογία πάνω στην οποία βασίστηκε η όλη κινητοποίηση για το «Σκοπιανό»: αν η Μακεδονία είναι μία και ανέκαθεν ελληνική, τότε από πού κι ώς πού θα μπορούσε να μετατραπεί σε «Καταλονία» – ή να αποτελέσει εθνικό κίνδυνο ο μειονοτικός αυτοπροσδιορισμός μερικών χιλιάδων (ή και δεκάδων χιλιάδων) κατοίκων της, σε σύνολο 2.239.619 πολιτών που κατέγραψε εκεί η τελευταία απογραφή του 2011;

Στοιχειώδης γνώση της διεθνούς πολιτικής αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι, αν υπάρχει κάποιος κίνδυνος, αυτός είναι οι λανθασμένες εντυπώσεις που δημιουργούνται διεθνώς απ’ όλη αυτή την υστερία σχετικά με τη σταθερότητα και το υπόβαθρο της ελληνικής κυριαρχίας στη Βόρεια Ελλάδα.

Είναι, βέβαια, γεγονός ότι παρόμοια εξωπραγματικά σχήματα λόγου αποτελούν παράδοση για το Μητσοτακέικο.

Λίγο πριν από τις πρώτες μεταπολιτευτικές εκλογές, η εφημερίδα της οικογένειας δεν δίστασε, λ.χ., να εξομοιώσει τους Κρητικούς με τους... Βάσκους της Ισπανίας «κάτω από την τυραννία του Φράνκο» και τους Κροάτες της Γιουγκοσλαβίας «κάτω από την ισοπεδωτική απολυταρχία του Τίτο» («Κήρυξ», 24/10/1974).

Αλλο, όμως, να διακηρύσσει παρόμοιες φαιδρότητες το έντυπο ενός περιθωριακού ανεξάρτητου υποψηφίου, που είχε φάει πόρτα από τα μεγάλα κόμματα (όπως τότε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης), και άλλο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έχει βάλει πλώρη για την εξουσία!

Μια υπόθεση εργασίας γι’ αυτόν τον εκτροχιασμό είναι πως οι εθνικόφρονές μας, επειδή ακριβώς γνωρίζουν πόσο έωλο είναι το βασικό δόγμα τους (περί μιας, διαχρονικά και αποκλειστικά ελληνικής Μακεδονίας), καταλήγουν να αμφιβάλλουν και για το προφανές: την αδιαμφισβήτητη ελληνικότητα της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας.

Η ουσιοκρατική πρόσληψη του έθνους ως προαιώνιας (ή ακόμη και «φυλετικής») κοινότητας, και όχι ως σύγχρονου πολιτικού φαινομένου στενά συνδεδεμένου με τη νεωτερικότητα, οδηγεί έτσι σε αυτοπαγίδευση: το γεγονός πως η ελληνική Μακεδονία κατοικείται τα τελευταία 90 χρόνια από συντριπτική πλειοψηφία Ελλήνων καταλήγει να έχει γι’ αυτούς δευτερεύουσα σημασία, σε σχέση με τον μύθο που τη θέλει επί 4.000 χρόνια διαρκώς και αποκλειστικά ελληνική!

Πώς και πότε έγινε όμως η σημερινή ελληνική Μακεδονία όντως ελληνική; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή – την ενσωμάτωσή της, δηλαδή, στο ελληνικό κράτος κατά τους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913.
Πριν από την απελευθέρωση

Σύμφωνα με την ημιεπίσημη άποψη για την πληθυσμιακή σύνθεση της ελληνικής Μακεδονίας που επεξεργάστηκε το 1925 ο Αλέξανδρος Πάλλης, μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους οι Ελληνες αποτελούσαν σαφώς μειοψηφία του πληθυσμού της περιοχής: μόλις 42,56% –οι υπόλοιποι ήταν μουσουλμάνοι (39,4%), «Βουλγαρίζοντες» (9,9%) και «Διάφοροι», κυρίως Εβραίοι (8,1%).

Ακόμη κι αυτή η εκτίμηση βασίστηκε, ωστόσο, σε παραπλανητικά δεδομένα: ως αφετηρία δεν χρησιμοποιήθηκε κάποια αξιόπιστη καταμέτρηση, αλλά μια προπαγανδιστική στατιστική που δημοσιεύτηκε το 1904 στην παρισινή εφημερίδα Le Temps και το 1908 στο βιβλίο του Ιταλού δημοσιολόγου Τζιοβάνι Αμαντόρι-Βιρτζίλι, που εκδόθηκε με λεφτά του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών· σαν «Ελληνες» μετρήθηκε δε όλο συλλήβδην το ποίμνιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Σύμφωνα όμως με απόρρητες ελληνικές υπηρεσιακές στατιστικές της εποχής, οι ελληνόφωνοι χριστιανοί της Μακεδονίας το 1912 μόλις ξεπερνούσαν το 30% (Κωστόπουλος 2002, σ. 118-20).

Εξίσου σημαντική ήταν η γεωγραφική κατανομή αυτών των γλωσσικών ομάδων, με την ελληνοφωνία σαφώς περιορισμένη ως επί το πλείστον στα νότια και δυτικά του Αλιάκμονα και σε μια στενή λωρίδα κατά μήκος των ακτών του Αιγαίου. Η πραγματικότητα αυτή ομολογείται κατ’ ιδίαν απ’ όλους τους τότε σχεδιαστές της εθνικής πολιτικής.

«Προς βορράν της γραμμής ήτις συνδέει την Καστορίαν, Νιάουσταν [σημ. Νάουσα], Θεσσαλονίκην, Σέρρας και Δράμαν, ουδεμία υπάρχει –πλην του Μελενίκου– ελληνόφωνος κοινότης», εξηγεί χαρακτηριστικά σε απόρρητη έκθεσή του το 1903 ο Ιων Δραγούμης («Τα τετράδια του Ιλιντεν», Αθήνα 2000, σ. 623). Αποτυπώνεται δε σε όλους ανεξαίρετα τους εθνολογικούς χάρτες της εποχής – πλην των ελληνικών, που απέφυγαν συστηματικά να θίξουν το επίμαχο ζήτημα.

Για το σκεπτικό αυτής της παράλειψης, εξαιρετικά σαφής είναι ο ίδιος ο Δραγούμης σε έκθεσή του το 1906 προς τον προϊστάμενό του υπουργό Αλέξανδρο Σκουζέ: «Επειδή λυμαίνονται την Ευρώπην θεωρίαι δημοκρατικής προελεύσεως» που «εν Μακεδονία δεν εξετάζουσιν οποίος ο από αμνημονεύτων χρόνων υφιστάμενος χαρακτήρ της χώρας, ή οποίος ο επικρατών πολιτισμός (culture) ή οποίος ο δεσπόζων των άλλων λαός (ηθικώς και οικονομολογικώς), αλλ’ οποία η πλειοψηφία των ατόμων, κατά τας κοινοβουλευτικάς συνηθείας», διαβάζουμε, «διά τούτο δεν συμφέρει ημίν η δημοσίευσις τοιούτων [εθνολογικών] χαρτών ή [στατιστικών] πινάκων» (Αρχείο Ι. Δραγούμη, φ. IV/17.1, εγγρ. 1).

Βάση της διεκδίκησης της Μακεδονίας από την Ελλάδα δεν αποτελούσε άλλωστε η πληθυσμιακή σύνθεσή της αλλά επιχειρήματα όπως η «ζωτικότητα της φυλής», η «εκπολιτιστική αποστολή του Ελληνισμού» (ως τοπικού ισοδύναμου της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας) και, πάνω απ’ όλα, τα «ιστορικά δίκαια» που πήγαζαν κληρονομικώ δικαίω από την ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων.

Αναγνωρίζοντας αυτή την εθνολογική πραγματικότητα, ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε ζητήσει το 1828 ως «φύσει οριστική» ελληνοτουρκική μεθόριο τη γραμμή Ολυμπος-Αλιάκμονας-Μέτσοβο: «Τούτο το όριον διεχώριζε και το πάλαι την Ελλάδα από τα βόρεια γειτονικά μέρη», διαβάζουμε στην επίσημη απάντησή του (10/11/1828) σε σχετικό ερώτημα των Μεγάλων Δυνάμεων. «Κατά τον μεσαιώνα, και ακόμη κατά τους νεωτέρους χρόνους, η Θεσσαλία εφυλάχθη πάντοτε ελληνική, ενώ η Μακεδονία εκυριεύθη από τους Σλάβους και από πολλάς άλλας φυλάς» («Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας», έκδοση Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, τ.Δ', Αθήναι 1973, σ. 275).

Η παραπάνω στοχοθεσία τροποποιήθηκε βέβαια αισθητά επί Οθωνα, όταν το μοναρχικό ιδεώδες της Μεγάλης Ιδέας αντικατέστησε τα δημοκρατικά οράματα του Εικοσιένα. Στην πράξη, ωστόσο, τα σποραδικά και βραχύβια εγχειρήματα του ελληνικού αλυτρωτισμού στον μακεδονικό χώρο περιορίστηκαν κατά κανόνα στην ελληνόφωνη ζώνη (Ολυμπος, Χαλκιδική).

Παρά τις προπαγανδιστικές μεγαλοστομίες, η σλαβόφωνη ενδοχώρα αποτελούσε αντίθετα μόνιμο παράγοντα ανασφάλειας για τα αρμόδια επιτελεία.

«Δύσκολον είναι να παραδεχθώμεν ότι όλοι οι νυν ελληνίζοντες βουλγαρόφωνοι θέλουσιν εξακολουθήσει μένοντες πιστοί εις ημάς, διότι ο εχθρός έχει σύμμαχον φύσει το ομόγλωσσον και το ομότροπον», εκτιμούσε ήδη από το 1884 ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ως επικεφαλής της υπηρεσίας που ήταν καθ’ ύλην αρμόδια για τη χάραξη και προώθηση του ελληνικού αλυτρωτισμού (Αρχείο Στ. Δραγούμη, φ. 214, εγγρ. 7). «Βεβαίως κτήνη είναι οι βουλγαρόφωνοι ούτοι», γράφει πάλι το 1903 για τους κολίγους των μακεδονικών τσιφλικιών ο Δραγούμης, «αλλά κτήνη λαλούντα την βουλγαρικήν, κτήνη δυνάμενα, τη υποστηρίξει άλλων, να αγοράσωσι την γην ημέραν τινά».

Εξ ού και οι Ελληνες μετανάστες θα έπρεπε αντί για την Αμερική να «διηυθύνοντο αρμοδίως» προς τη Μακεδονία, «υποστηριζόμενοι και εγκαθιστάμενοι εκεί όπου ήθελεν υποδειχθή αυτοίς», με στόχο τη δραστική μεταβολή του εθνολογικού τοπίου: «συρρεόντων Ελλήνων εις την ύπαιθρον χώραν θα εξετοπίζοντο βουλγαρόφωνοι, αλλά και θα αφομοιούντο, θα εξελληνίζοντο βουλγαρόφωνοι τελούντες υπό την πλουτοκρατικήν κυριαρχίαν των Ελλήνων εν οικονομική υποδουλώσει» (ό.π., σ. 629-30).

Δεν ήταν ο μόνος που έβλεπε έτσι. Μεταξύ 1880 και 1912 καταστρώθηκαν αλλεπάλληλα παρόμοια προγράμματα εξελληνισμού της περιοχής με συστηματική εξαγορά κτημάτων (βλ. Καράβας 2010). Στην πράξη, ωστόσο, τα μεγαλόπνοα αυτά σχέδια μετασχηματισμού της ταξικής κατίσχυσης σε εθνική αποδείχθηκαν εντελώς εξωπραγματικά· η υπερατλαντική μετανάστευση επέτρεψε, αντίθετα, σε ουκ ολίγα σλαβόφωνα «κτήνη» της μακεδονικής ενδοχώρας να αγοράσουν με τα δολάριά τους γη, μετατρέποντας τον εφιάλτη του Ιωνα Δραγούμη σε πραγματικότητα.

Για τη δραστική μεταβολή του εθνολογικού τοπίου θα χρειαστεί έτσι να περιμένουμε μέχρι τους πολέμους της δεκαετίας του 1910 και, κυρίως, τις κοσμογονικές ανταλλαγές πληθυσμών που ακολούθησαν.


Το πρώτο κύμα

Στη διάρκεια του Β' Βαλκανικού πολέμου (1913), αποτέλεσμα του οποίου υπήρξε η σημερινή οριοθέτηση της ελληνικής Μακεδονίας, ο ελληνικός στρατός πυρπόλησε συστηματικά δεκάδες σλαβόφωνα –ως επί το πλείστον εξαρχικά– χωριά των σημερινών νομών Θεσσαλονίκης, Κιλκίς, Σερρών και Δράμας, οι κάτοικοι των οποίων κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη βουλγαρική και σερβική Μακεδονία.

Η διαβολική σύμπτωση της επιλεκτικής διάσωσης όσων οικισμών είχαν χαρτογραφηθεί από το ελληνικό επιτελείο σαν «ελληνίζοντες» ή «ελληνόκτητοι» (Κωστόπουλος-Ψαρράς 2018, σ. 9-10) πιστοποιεί την ύπαρξη ενός σχεδίου εθνοκάθαρσης της στρατηγικά ευαίσθητης περιμέτρου της Θεσσαλονίκης από τη βουλγαρική ή φιλοβουλγαρική παρουσία· η διαπίστωση αυτή ισχύει ακόμη περισσότερο για την πόλη του Κιλκίς, που πυρπολήθηκε μετά την κατάληψή της από τον ελληνικό στρατό (βλ. εδώ, 17/6/2016).

Αντίστοιχες υπήρξαν φυσικά οι επιδόσεις και του βουλγαρικού στρατού στη δική του ζώνη επιχειρήσεων: στοχευμένη καταστροφή των βασικών εκεί ελληνόφωνων κέντρων (Σέρρες, Νιγρίτα, Δοξάτο), με πρόσχημα την καταστολή της δράσης Ελλήνων ανταρτών.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις κι ο φόβος καταδίωξης όσων βρέθηκαν στη «λάθος» πλευρά των νέων συνόρων παρήγαγαν τα πρώτα προσφυγικά κύματα, από και προς την ελληνική Μακεδονία.

Οι σλαβόφωνοι χριστιανοί που εγκατέλειψαν την τελευταία στη διάρκεια του Β' Βαλκανικού πολέμου υπολογίστηκαν από την ελληνική Γενική Διοίκηση σε 43.647· οι δε μουσουλμάνοι που έφυγαν για την Τουρκία μεταξύ 1912 και 1915, ως αποτέλεσμα σχετικής ζύμωσης των Νεοτούρκων αλλά και των βιαιοτήτων που συνόδευσαν την εκστρατεία αφοπλισμού τους το φθινόπωρο του 1913, ανήλθαν σε 82.628 (Αρχείο Στέφ. Δραγούμη, φ. 217, έγγρ. 5).

Από την άλλη, στην ελληνική Μακεδονία κατέφυγαν την ίδια περίοδο 34.112 πρόσφυγες από τη βουλγαρική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη (που η συνθήκη του Βουκουρεστίου είχε επιδικάσει στη Σόφια), 3.250 από τον Καύκασο, 60.925 από την Ανατολική Θράκη και 19.250 από τη Μ. Ασία – απόρροια, αυτοί οι τελευταίοι, του πρώτου ανθελληνικού πογκρόμ που εξαπέλυσε το καθεστώς των Νεοτούρκων την άνοιξη του 1914.

Για τις ελληνικές αρχές –όπως και για τις ομόλογές τους στις γειτονικές χώρες– η προσφυγιά αποτελούσε ιδεώδες εργαλείο για την αφομοίωση των νέων επαρχιών. Εξαιρετικά εύγλωττο αποδεικνύεται επ’ αυτού ένα σημείωμα του Αθανασίου Εξαδάκτυλου (2/10/1913) που εντοπίστηκε στο Αρχείο Βενιζέλου (φ. 8).

Επιτελικό στέλεχος του στρατού, ο συντάκτης του τονίζει «το επείγον της διά διαφόρων μέσων μεταβολής του εθνολογικού χαρακτήρος της ζώνης ΑΒΓ [των εδαφών ανατολικά της γραμμής Θεσσαλονίκη-Δοϊράνη] προς μετριασμόν του παρουσιαζομένου μειονεκτήματος από στρατιωτικής και πολιτικής απόψεως, να έχωμεν επί της παραμεθορίου ζώνης αποκλειστικώς πληθυσμούς μη φιλίως ή και εχθρικώς διακειμένους», για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως «εκτός των άλλων μέτρων άτινα συντόμως δέον να ληφθώσι, όπως ο εξελληνισμός των σλαυοφώνων βουλγαριζόντων τε και ελληνιζόντων, η μεταξύ των ξένων τούτων πληθυσμών εγκατάστασις καθαρώς Ελληνικών οικογενειών αποσοβήσεται το προσφορώτερον, ταχύτερον και συντελεστικώτερον μέσον προς έναρξιν της μεταβολής του εθνολογικού χαρακτήρος της υπ’ όψιν παραμεθορίου ζώνης».

Εισηγείται δε την εγκατάσταση κάθε κατηγορίας προσφύγων σε συγκεκριμένη περιοχή, με κριτήριο τη γλώσσα και τον τρόπο βιοπορισμού της: οι ελληνόφωνοι Θράκες στα καπνοπαραγωγά –και ως επί το πλείστον μουσουλμανικά– εδάφη Δράμας-Καβάλας, οι επίσης ελληνόφωνοι Μελενικιώτες στο Σιδηρόκαστρο, οι σλαβόφωνοι Στρωμνιτσιώτες και Πετριτσινοί στο Κιλκίς. Οπερ και εγένετο.

Ακολούθησε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, με τη διπλή κατοχή: της Αντάντ στα δυτικά του Στρυμόνα, βουλγαρική στα ανατολικά. Στην πρώτη περίπτωση, οι πολεμικές επιχειρήσεις και τα μέτρα ασφαλείας των συμμάχων επέφεραν την καταστροφή δεκάδων χωριών, μεγάλο αριθμό εσωτερικών προσφύγων και τη φυγή μερικών χιλιάδων στην αντίπερα όχθη.

Στη βουλγαρική ζώνη, ο απολογισμός υπήρξε ακόμη βαρύτερος: χιλιάδες κάτοικοι πέθαναν από την πείνα στα αστικά κέντρα και στα καπνοχώρια –αποτέλεσμα του συμμαχικού αποκλεισμού και των περιοριστικών μέτρων των αρχών κατοχής– ή εκτοπίστηκαν στη Βουλγαρία και τη Βόρεια Μακεδονία (Κωστόπουλος 2007, σ. 289-298).


Η προσφυγική εγκατάσταση

Τις de facto εθνοκαθάρσεις ακολούθησε η έννομη, με τη βούλα των συνεδρίων της ειρήνης. Το αποφασιστικότερο βήμα σημειώθηκε με τη σύμβαση της Λωζάννης για την υποχρεωτική ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών (30/1/1923), με αποκλειστικό κριτήριο διαχωρισμού το θρήσκευμα των εκατέρωθεν πολιτών.

Σύμφωνα με τα απόρρητα αποτελέσματα της απογραφής του 1920, στην ελληνική Μακεδονία παρέμεναν 316.300 μουσουλμάνοι: 264.400 τουρκόφωνοι, 12.800 αλβανόφωνοι, 11.700 ελληνόφωνοι, 1.200 βλαχόφωνοι, 5.400 «αθιγγανόφωνοι», 7.800 βουλγαρόφωνοι και 13.000 «μακεδονικής γλώσσης» (ΙΑΥΕ 1923, φ. 6.7).

Σχεδόν όλοι έφυγαν μετά το 1923 (οι περισσότεροι στην Τουρκία, κάποιοι στην Αλβανία) και τη θέση τους πήραν 638.253 (τουλάχιστον) πρόσφυγες από τη Μ. Ασία, την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο – οι 255.273 από τους οποίους ήταν ήδη πρόσφυγες του πολέμου, πριν από την επίσημη ανταλλαγή. Η εγκατάστασή τους επισφράγισε μια για πάντα τον ελληνικό χαρακτήρα της περιοχής.

Την εκκαθάριση συμπλήρωσε η ελληνοβουλγαρική σύμβαση του Νεϊγί (14/11/1919) για την «εθελοντική» ανταλλαγή των εκατέρωθεν μειονοτήτων. Παρά τον «εθελοντικό» –τυπικά– χαρακτήρα της, στην πράξη και τα δύο κράτη άδραξαν την ευκαιρία να ξεφορτωθούν όσο το δυνατόν περισσότερα «ξένα στοιχεία», επιστρατεύοντας γι’ αυτόν τον σκοπό εγχώριους παρακρατικούς και ξεσπιτωμένους ομογενείς.

Τελικά, αναχώρησαν 53.000 σλαβόφωνοι της ελληνικής Μακεδονίας και 30.000 Ελληνες της Βουλγαρίας· επικυρώθηκε δε η αποχώρηση 39.000 και 16.000 παλαιότερων προσφύγων, αντίστοιχα, με ρευστοποίηση των περιουσιών τους.

Για την εφαρμογή αυτών των συμβάσεων στην ελληνική Μακεδονία, αποκαλυπτικό είναι το τηλεγράφημα των μακεδονομάχων κατοίκων ενός σλαβόφωνου χωριού της Γουμένισσας προς τον Φίλιππο Δραγούμη (8/12/1924):

«Χωρίον μας Πέτροβον, αγωνισθέν κατά Βουλγαρικής προπαγάνδας επί Τουρκοκρατίας, ευρίσκεται σήμερον εις διωγμόν υπό οργάνων εξουσίας χρησιμοποιούντων πιεστικά μέτρα προς εκπατρισμόν μας εις Βουλγαρίαν. Διά βιαίας εγκαταστάσεως προσφύγων δυσαναλόγων ποσοτικώς εις οικίας και γαίας μας πιεζόμεθα αναχωρήσωμεν εις Βουλγαρίαν ως δήθεν Βούλγαροι. [...] Αδελφοί πρόσφυγες εξωθούμενοι απειλούν όλεθρόν μας εάν δεν αναχωρήσωμεν. Εχύσαμεν το αίμα μας κατά αντιβουλγαρικούς αγώνας, δεν εννοούμεν καταφύγωμεν ζωντανοί εις Βουλγαρίαν» (Αρχείο Φ. Δραγούμη, φ. 104, εγγρ. 4).

Για το ίδιο χωριό, ο στρατηγός Κάκκαβος, επιτελικό στέλεχος του Μακεδονικού Αγώνα, μας πληροφορεί ότι «διέτρεξε τον κίνδυνον να εκτοπισθή ως ξενόφωνον και μη εμπνέον εμπιστοσύνην κατά την εγκατάστασιν των προσφύγων»· τελικά, οι κάτοικοί του παρέμειναν, χάρη στην παρέμβαση του (επίσης μακεδονομάχου) σωματάρχη, που γνώριζε πρόσωπα και πράγματα («Απομνημονεύματα», Αθήναι 1972, σ. 113). Δεν είναι δύσκολο ν’ αντιληφθούμε τι συνέβη με όσους χωρικούς στερούνταν παρόμοιες προσβάσεις.

Οι στρατηγικές στοχεύσεις της προσφυγικής εγκατάστασης αποτυπώνονται σε έγγραφο του γενικού διευθυντή εποικισμού Μακεδονίας, Σ. Γούδα, προς τη Διεύθυνση Εποικισμού του υπουργείου Γεωργίας (Εν Θεσ/νίκη 3/3/1924, αρ. 454).

Διαβιβάζοντας έναν εθνολογικό χάρτη και μία πολυσέλιδη στατιστική, που απαριθμούσε κατά χωριό «τας μη Ελληνικάς εν Μακεδονία οικογενείας (κατά διάκρισιν Σλαυϊζούσας, Ρουμανιζοούσας και Αλβανιζούσας) ως και τας Ελληνικάς μεν πλην ξενοφώνους τοιαύτας», ο γενικός διευθυντής ξεκαθαρίζει ότι «συνετάγησαν επί τη βάσει πληροφοριών των κατά τόπους εποικιστικών αρχών εν συνεννοήσει μετά των Πολιτικών και Στρατιωτικών τοιούτων» με σκοπό «την υπό της υπηρεσίας ημών εξακρίβωσιν των ξένων εν Μακεδονία στοιχείων και την κατ’ αναλογίαν παρεμβολήν προσφυγικών συνοικισμών μεταξύ τούτων εις τρόπον ώστε να καταστώσιν τελείως ακίνδυνα εφεξής».

Κάποιες αναφανδόν «ελληνοφρονούσες» σλαβόφωνες κοινότητες εξαιρέθηκαν, πάντως, ακόμη κι από τη στήλη των «ξενόφωνων Ελλήνων»· φως φανάρι πως ακόμη κι οι συντάκτες των σχετικών πινάκων δεν ήταν καθόλου βέβαιοι μέχρι πού θα έφτανε η εξουδετέρωση των «ξένων στοιχείων».

Πάνω από 10.000 Βλάχοι έφυγαν επίσης το 1925-1932 στη Ρουμανία, βάσει διακρατικής συμφωνίας. Στις 12/8/1927 θεσπίστηκε μάλιστα ειδικό Προεδρικό Διάταγμα για την απώλεια της ελληνικής ιθαγένειας από «αλλογενείς Ελληνας υπηκόους, εγκαταλιπόντας το Ελληνικόν έδαφος άνευ προθέσεως επανόδου». Διάταξη που τις επόμενες δεκαετίες έμελλε να χρησιμοποιηθεί μαζικά, για τον εξοβελισμό από τον εθνικό κορμό χιλιάδων «αλλογενών» μεταναστών και πολιτικών προσφύγων.

Ενα τελευταίο προσφυγικό κύμα προς την ελληνική Μακεδονία θα σημειωθεί στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας, με την έλευση χιλιάδων Ποντίων από την ΕΣΣΔ. Ημιτελείς παρέμειναν, αντίθετα, οι υπηρεσιακοί σχεδιασμοί της ίδιας περιόδου για απομάκρυνση των «ύποπτων» Σλαβοφώνων από τα παραμεθόρια χωριά και αντικατάστασή τους με εποίκους «ακραιφνών εθνικών φρονημάτων» (3.500 οικογένειες μόνο στην Ανατολική Μακεδονία) ή ακόμη και για αποστολή τους με διακρατική συμφωνία στην... Αργεντινή.


«Οι Σουδήται της Ελλάδος»

Μπορεί οι κοσμογονικές ανταλλαγές της δεκαετίας του 1920 να διασφάλισαν από άποψη πληθυσμού την ελληνικότητα της νότιας Μακεδονίας, για τους εθνικόφρονες όμως της εποχής κάτι τέτοιο δεν ήταν καθόλου αρκετό.

Σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, η κινδυνολογία για την παρουσία εκεί μιας μειονότητας 170-200 χιλιάδων σλαβόφωνων Μακεδόνων (και 50.000 Εβραίων στη Θεσσαλονίκη) δίνει και παίρνει στον αθηναϊκό Τύπο και στις υπηρεσιακές εκθέσεις κάθε είδους ταγών της εθνικής ασφάλειας.

Τη δεκαετία του 1930, τον δυναμικό «σωφρονισμό» των «ξένων στοιχείων» ανέλαβαν φασιστικές οργανώσεις, όπως η Εθνική Ενωσις Ελλάδας (ΕΕΕ) και, τελικά, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου.

Τα αποτελέσματα της ασφυκτικής καταπίεσης, που έφτασε στο σημείο της δρακόντειας απαγόρευσης της (δημόσιας αλλά και κατ’ ιδίαν) σλαβοφωνίας, ήταν –όπως είχε προβλεφθεί από τους φιλελεύθερους αρνητές τους– καταστροφικά για το κύρος του ελληνικού κράτους.

Στη διάρκεια της Κατοχής, ένα τμήμα της μειονότητας θα συστρατευθεί έτσι με τον βουλγαρικό αλυτρωτισμό· ένα άλλο θα προσχωρήσει στην ΕΑΜική αντίσταση, αποδεχόμενο (και υπερασπιζόμενο) την ελληνική κυριαρχία στην περιοχή έναντι της παραχώρησης μειονοτικών δικαιωμάτων.

Χάρη στη ναζιστική κατοχή επιλύθηκε πάντως το «πρόβλημα» του ατελούς εξελληνισμού της Θεσσαλονίκης, με την εξολόθρευση της εκεί πολυπληθούς εβραϊκής κοινότητας.

Δέκα χρόνια μετά την απελευθέρωση, το 1954, η εγχώρια εθνικοφροσύνη θα εκφράσει ανοιχτά τα αισθήματά της γι’ αυτήν την περίοδο, ψηφίζοντας για δήμαρχο (με 24,3% στον πρώτο γύρο και 43,4% στον δεύτερο) τον οικονομικό υπερυπουργό της Κατοχής, Σωτήριο Γκοτζαμάνη – το μόνο στέλεχος δωσιλογικής κυβέρνησης που τόλμησε ποτέ να κατέβει υποψήφιος σε όλη την Ελλάδα.

Με το εβραϊκό ζήτημα λυμένο διά παντός, απέμενε η τακτοποίηση του σλαβομακεδονικού: η απομάκρυνση των σλαβόφωνων Μακεδόνων –ή έστω μιας μεγάλης μερίδας τους– από την εθνική επικράτεια.

Δεν είναι μόνο οι εφημερίδες των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων που απαιτούν την απέλαση με συνοπτικές διαδικασίες των «Σουδητών της Ελλάδος» – όπως ακριβώς συνέβη, δηλαδή, το 1945 με τη γερμανική μειονότητα της Τσεχοσλοβακίας, που χρησιμοποιήθηκε το 1938 σαν πρόσχημα για την κατάληψη της χώρας από το Τρίτο Ράιχ. Δεκάδες παρόμοια αιτήματα και σχέδια διατυπώνονται στην ενδοϋπηρεσιακή αλληλογραφία, όπως και σε εκείνη μεταξύ υψηλόβαθμων παραγόντων του δημόσιου βίου, ήδη από την τελευταία φάση της Κατοχής.

«Οι πληθυσμοί ούτοι επέδειξαν άγριον φανατισμόν και μισελληνισμόν και δεν δύναται πλέον να γίνη λόγος περί παραμονής των επί Ελληνικού εδάφους. Εις όλην την Μακεδονίαν η εκκαθάρισις έχει καταστή γενική πεποίθησις και ανάγκη», διαβάζουμε π.χ. σε επιστολή του εκδότη Δημ. Λαμπράκη προς τον πρωθυπουργό της εξόριστης κυβέρνησης, Εμμανουήλ Τσουδερό (αρχές 1944), μαζί με την εκτίμηση πως «αυτοί που πρέπει να εγκαταλείψουν το Ελληνικό έδαφος υπολογίζονται εις 100.000» – και την επισήμανση πως «οι πληθυσμοί αυτοί είναι βαθειά ριζωμένοι εις την γην, και μόνον κατόπιν σκληράς πιέσεως είναι δυνατόν να εκριζωθούν» (Αρχείο Τσουδερού, φ. Ε16, έγγρ. 38).

Να «εξοντωθούν ή τουλάχιστον να εκδιωχθούν εις Βουλγαρίαν, προ της ειρήνης, οι μη ανταλλαγέντες το 1923 Βούλγαροι» και να τιμωρηθούν δημόσια «μετά ταχύτητος και αγριότητος» οι «Ελληνες Βουλγαρόφιλοι» εισηγείται πάλι στις 3/10/1944 ο διευθυντής Α2 του ΓΕΣ, ταγματάρχης Επαμεινώνδας Βρεττός, υπενθυμίζοντας «ότι το Βυζάντιον ησύχασεν έως 300 έτη, αφ’ ης ημέρας ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος ετύφλωσε τους 10.000 Βουλγάρους» (Αρχείο Βρεττού, φ. 1.4).

Τα σχετικά παραθέματα θα μπορούσαν να περιλάβουν πολλές σελίδες. Ακόμη κι ο Βρετανός πρέσβης, Ρέτζιναλντ Λίπερ, αποφαίνεται στις παραμονές των Δεκεμβριανών (27/11/1944) ότι «καλύτερα η Ελλάδα να μην περιέχει καθόλου σλαβικές μειονότητες», εισηγείται δε στο Λονδίνο «να βρεθεί μια πατρίδα για 120.000 ίσως Σλαβομακεδόνες βορείως των ελληνικών συνόρων».

Τον Μάρτιο του 1947, τέλος, η ελληνική κυβέρνηση θα διακηρύξει επίσημα στον ΟΗΕ πως «οι Σλαυόφωνοι είναι Βούλγαροι» και πρέπει επειγόντως να «δοθή ριζική λύσις εις το πρόβλημα» που η παρουσία τους στην ελληνική επικράτεια προκαλεί στην εθνική ασφάλεια («Η εναντίον της Ελλάδος κομμουνιστική επιβουλή», Αθήναι 1947, σ. 158-60).

Σε υπηρεσιακό επίπεδο, δύο διαφορετικοί μηχανισμοί ανέλαβαν τον διαχωρισμό των εριφίων από τα πρόβατα, εν όψει των τελικών αποφάσεων.

Ο πρώτος αποτελούνταν από τρεις εθνικόφρονες πρώην βουλευτές της περιοχής (Γ. Μόδης, Φ. Δραγούμης, Δ. Ανδρεάδης) που ταξινόμησαν το 1945 τα χωριά της Φλώρινας και της Καστοριάς βάσει των (εικαζόμενων) «εθνικών φρονημάτων» των κατοίκων τους.

Ο δεύτερος συγκροτήθηκε με κοινή απόφαση των υπουργών Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Στρατιωτικών (24/10/1945) από υψηλόβαθμες τοπικές επιτροπές σε επίπεδο νομού (νομάρχες, στρατιωτικοί διοικητές, εισαγγελείς, επιθεωρητές χωροφυλακής) και κατάρτισε λεπτομερείς πίνακες «βουλγαροφρόνων» και «ρουμανοφρόνων» (113.379 και 2.740, αντίστοιχα).

Η μελέτη αυτών των καταγραφών επιβεβαιώνει, πάντως, την άκρα αυθαιρεσία και ιδιοτέλεια που διαπερνά παρόμοια υπηρεσιακά ζυγίσματα των ανθρώπινων συνειδήσεων: χωριά οπλισμένα από το «Βουλγαρομακεδονικό Κομιτάτο» το 1943 ξεπλύθηκαν σαν «ελληνόφρονα» ή «ρευστοσυνείδητα», ενώ προπύργια του ΕΑΜ στιγματίστηκαν σαν αναφανδόν «βουλγαρίζοντα».

Ο εμφύλιος πόλεμος των επόμενων χρόνων χάραξε άλλωστε νέες διαχωριστικές γραμμές, καθιστώντας αυτές τις χαρτογραφήσεις λίγο-πολύ παρωχημένες: «Κατά τον συμμοριτοπόλεμον, χωρία τα οποία εθεωρούντο κατά 90% βουλγαρίζοντα, έδειξαν απαράμιλλον αφοσίωσιν, προστατεύσαντα τα χωρία των από τας φονικωτάτας επιθέσεις των συμμοριτών», διαβάζουμε χαρακτηριστικά σε μεταγενέστερη εμπιστευτική έκθεση του κατοχικού νομάρχη Φλώρινας, Μπόνη, προς το Δ.Σ. του ΙΜΧΑ (1968).

Στην πράξη, η γραφειοκρατική αδράνεια υποκαταστάθηκε από διαδοχικά προσφυγικά κύματα: 10.000 Σλαβομακεδόνες κατέφυγαν στη Βουλγαρία και 4.000 στη Γιουγκοσλαβία το 1944· άλλοι 13.000 στη Γιουγκοσλαβία λόγω της λευκής τρομοκρατίας του 1945-1946 και 38.000 σε όλη την Ανατολική Ευρώπη ως πολιτικοί πρόσφυγες μετά την ήττα του δεύτερου αντάρτικου.

Στις 11/8/1949, λίγο πριν από την τελική αναμέτρηση στο Βίτσι και τον Γράμμο, το Συντονιστικό Κυβερνητικό Συμβούλιο της Αθήνας αποφάσισε, τέλος, την αναγκαστική μετακίνηση περίπου 15.000 σλαβοφώνων από τη μεθόριο για μόνιμη εγκατάσταση στην Πελοπόννησο, την Κρήτη και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Η τεχνική προπαρασκευή της ομαδικής αυτής εκτόπισης δρομολογήθηκε τους επόμενους μήνες, οικονομικοί όμως λόγοι και η αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με τη Γιουγκοσλαβία οδήγησαν τελικά στη ματαίωσή της.

Το επόμενο «σχέδιον μακράς πνοής» του στρατάρχη Παπάγου (18/12/1950) προέβλεπε τη «βαθμιαία» μετακίνηση στη Ν. Ελλάδα ατόμων ή οικογενειών «με αντεθνικήν δράσιν» και αντικατάστασή τους «υπό εθνικοφρόνων οικογενειών εξ άλλων περιοχών της Χώρας».

Παρόμοιοι σχεδιασμοί, για «μεθοδικήν και κατά στάδια μεταφοράν των σλαυοσυνειδήτων εις διάφορα σημεία νοτίως του Αλιάκμονος» θα εξακολουθήσουν να καταρτίζονται σε διυπουργικό επίπεδο μέχρι το 1958 (Κωστόπουλος-Ψαρράς 2018, σ. 30).

Αποτελεσματικότερη αποδείχθηκε, ωστόσο, η εξώθηση των εριφίων στην υπερπόντια μετανάστευση, με διαβατήρια «άνευ δικαιώματος επιστροφής» και συνακόλουθη αφαίρεση των ιθαγενειών τους.


Αντί επιλόγου

Η σκοτεινή αυτή προϊστορία ουδόλως αναιρεί, φυσικά, την ελληνικότητα της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας. Οπως ακριβώς η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη δεν παύουν να είναι σήμερα τουρκικές επειδή προηγήθηκε η σφαγή του 1922 και τα Σεπτεμβριανά του 1955: τον εθνικό χαρακτήρα ενός τόπου ορίζουν οι ζωντανοί κάτοικοί του, όχι τα φαντάσματα του παρελθόντος. Αρκεί, φυσικά, αυτά τα τελευταία να αντιμετωπίζονται ως τέτοια – κι όχι σαν προβολές κάποιου «διαχρονικού» μέλλοντος...
Ευχαριστώ.
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Άλλο ένα με την ίδια λογική, Με τον συγκεκριμένο καθηγητή έχω τελείως αντίθετες απόψεις και πολλές φορές τον έχω πιάσει να γράφει πράγματα εντελώς εκτός τόπου και χρόνου (από ανιστόρητα, έως εκτός φυσικής πραγματικότητας). Άντε, όμως, να κάθεσαι κάθε φορά που γράφει να βρίσκεις τις ανακρίβειες και να τις αναφέρεις ή να τις ανασκευάζεις. Δεν θα κάναμε άλλη δουλειά από αυτή. Πάντως, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, αρχίζουμε να μετράμε ακριβώς πριν απελευθερώσει ο Ελληνικός Στρατός την Μακεδονία και συγκρίνουμε με την κατάσταση ακριβώς μετά. ΠΟΤΕ δεν θα μετρήσουμε με αρχή το 1400 ή το -400 ή ακόμα και το 1990. Πιο στρατευμένοι εναντίον της χώρας δεν μπορούν να βρεθούν.

Δ. Χριστόπουλος: H Πρέσπα: το όριο που γίνεται ελπίδα
Δ. Χριστόπουλος: H Πρέσπα: το όριο που γίνεται ελπίδα

Στο Γιώργο Διακόπουλο, απ' την Πρέσπα

Για έναν σχεδόν αιώνα, η Πρέσπα υπήρξε τοίχος. Ένας χώρος που ενσωματώνει, στην ιστορία του, με τον πιο ολοκληρωτικό, τον πιο πειστικό τρόπο, την έννοια του ορίου. Ενός ορίου που διαρκώς ανανοηματοδοτείται, και μάλιστα σε διαστήματα που συμπυκνώνουν εντυπωσιακά τον πολιτικό χρόνο. Ενός ορίου πολυσήμαντου: γεωγραφικού, εθνοτικού και πολιτικού. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσω ως προς το περιεχόμενο του γεωγραφικού ορίου για την Πρέσπα, μια φυσική υδάτινη ενότητα, που κατακερματίζεται σε τρεις εθνικές επικράτειες. Αν κάτι έχει σημασία να θυμίσει κανείς είναι το απολύτως «τυφλό» στεγανό της μιας διάβασης: Η Πρέσπα ως σήμερα είναι τυφλός προορισμός. Φτάνεις κι ενώ βρίσκεσαι στο τριεθνές και θα μπορούσες να ταξιδέψεις σε δύο κράτη, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, πρέπει να επιστρέψεις. Αυτό φυσικά δεν είναι πολιτικά τυχαίο: ούτε φυσικά επιβεβλημένο. Τουναντίον. Είναι γεωλογικά αφύσικο και πολιτικά επιβεβλημένο.

Η τελευταία μεγάλη πορεία από Ελλάδα προς Αλβανία από τα παραλίμνια σύνορα της Μικρής Πρέσπας ήταν αυτή που έγινε άτακτα τον Αύγουστο του 1949, όταν οι τελευταίες δυνάμεις του ΔΣΕ ύστερα από το αεροπορικό σφυροκόπημα του στρατού και των Αμερικάνων, τα χωριά των Πρεσπών άδειασαν ολοκληρωτικά: από 18.000 ψυχές μείναν λίγες εκατοντάδες. Ως προς την Αλβανία λοιπόν, η Πρέσπα ήταν το διττό αδιέξοδο, και με την έννοια της ήττας των μετόπισθεν του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και με την πραγματική έννοια του δρόμου που σταματάει. Η τελευταία πορεία είναι μια ελληνική πορεία στο «μονοπάτι των λυγμών» του 1949.

Δέκα μόλις χρόνια μετά, το 1959 ο Yυπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Ευάγγελος Αβέρωφ, ενόσω η Αλβανία παραμένει ερμητικά κλεισμένη χωρίς ελπίδα ή προοπτική ανοίγματος, προβαίνει σε μια πράγματι επαναστατική πράξη για τα δεδομένα της εποχής ανοίγοντας μια συνοριακή διάβαση προς την Γιουγκοσλαβία από το φυλάκιο του Λαιμού. Μια βαλβίδα αποσυμπίεσης: οι διερχόμενοι μπορούσαν να κυκλοφορήσουν μόνο εντός μιας ακτίνας 10 χιλιομέτρων στη γειτονική χώρα χωρίς διανυκτέρευση και το αυτό ίσχυε και για τους πολίτες της ομόσπονδης Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Είναι αυτό το σύνορο που, αν ανοίξει σήμερα, αλλάζει πλέον την όλη εικόνα της περιοχής. Η Πρέσπα θα πάψει να είναι πλέον τυφλός προορισμός καθώς θα ανοίξει ένας σημαντικός οδικός άξονας προς το βορρά και ο ντόπιος πληθυσμός αδημονεί.

Η Πρέσπα λοιπόν συνοψίζει το όλον όριο: το όριο μιας επικράτειας, μιας πολιτικής-εθνικής ιδεολογίας και τέλος, μιας εθνοτικής ομάδας. Το πολλαπλό αυτό όριο, η σύμπτωση δηλαδή του ενός συνόρου πάνω στο άλλο δεν είναι σπάνια στην Ευρώπη, πολλώ δε μάλλον στη δική μας γωνία. Ο κανόνας στην τυπολογία των εθνικών μειονοτήτων είναι αυτός μιας ομάδας που κατοικεί στα σύνορα της χώρας της οποίας φέρει την ιθαγένεια με την χώρα που βιώνει ως μητέρα-πατρίδα. Υπό την έννοια αυτή η Πρέσπα είναι μια εσχατιά λόγω των συνόρων του 1912. Διότι, κατά τα λοιπά, η Πρέσπα, στο εθνοτικό συνεχές της μακεδονικής ενδοχώρας δεν αποτελεί σύνορο αλλά τμήμα μιας ενιαίας και συμπαγούς εθνοτικής διαδρομής πατριαρχικών κυρίως, βουλγαρόφωνων πληθυσμών που ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα αρχίζει και διερωτάται ως προς το εθνικό του ανήκειν. Τους φανταζόμαστε να λένε συγκροτώντας αυτό που είναι: «Δεν είμαι Βούλγαρος κι ας μιλάω βουλγάρικα διότι με την Εξαρχία δεν θέλω να πάω. Δεν είμαι όμως κι Έλληνας γιατί την γλώσσα δεν την έχω ελληνική».

Τι είναι λοιπόν αυτός που δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο; Το τοπωνύμιο μετασχηματίζεται αργά αλλά σταθερά σε εθνοτικό στοιχείο ταυτότητας: «Είμαι Μακεδόνας. Είμαι απ’ εδώ.» Η ανάγκη να μην αναφέρεται το εθνοτικό marker της εντοπιότητας οδηγεί στην ανάδειξη της εντοπιότητας ως λέξη αφ’εαυτής. Είμαι «ντόπιος», μιλάω τα «ντόπι(κ)α». Στον κόσμο των εθνών τα τοπωνύμια δεν είναι πολιτικά αφελή ή αχρείαστα.

Η Κομμουνιστική Διεθνής στην τρίτη δεκαετία του 20ού αιώνα στέκεται αλληλέγγυα στο αίτημα ανεξαρτησίας της Μακεδονίας και αυτό σπρώχνει ένα σημαντικό κομμάτι των μη γραικομάνων σλαβόφωνων στην αγκαλιά των –σε μερικά χρόνια αργότερα– ηττημένων του Εμφυλίου. Στα χρόνια του Εμφυλίου, στον Λαιμό και στον Άγιο Γερμανό τα παιδιά μαθαίνουν μακεδόνικα, αυτή τη νοτιοσλαβική γλώσσα που αναγνωρίστηκε τόσα χρόνια αργότερα από την Ελλάδα.

Παράλληλα με αρχηγείο του ΔΣΕ η Πρέσπα μετατρέπεται σε ένα ζωντανό πλέον γλωσσικό εργαστήρι, εθνοτικό όριο που ψάχνει να βρει διέξοδο για την εδραίωσή του μέσω της υποστήριξης της μόνης ελληνικής πολιτικής δύναμης που του συμπαρίσταται. Της μόνης δύναμης που του αναγνωρίζει την ταυτότητα. Η συνάντηση του μακεδονισμού με τον κομμουνισμό, από συνταγή νίκης, στα χρόνια του Εμφυλίου μετατρέπεται σε όλεθρο. Ο όλεθρος αυτός επιτείνεται από την απόφαση της Πέμπτης Ολομέλειας του ΚΚΕ που επαναφέρει το ζήτημα της απόσχισης της Μακεδονίας ως απέλπιδα προσπάθεια σωτηρίας στην διαφαινόμενη ήττα.

Ο ηττημένος της Πρέσπας είναι διπλά ηττημένος και δεν έχει θέση στη μετεμφυλιακή επικράτεια. Το όριο ερημώνει. Ο χώρος αδειάζει. Διότι εκφράζει την κακή συνάντηση του εθνικού με τον πολιτικό εχθρό και μάλιστα όχι όπου όπου, αλλά στα σύνορα και δίπλα στα κράτη που ενσαρκώνουν τον από Βορρά κίνδυνο. παλαιόθεν λόγω σλαβισμού και τώρα ενισυχμένο και λόγω κομμουνισμού.

Κάπως έτσι ορθώνονται οι τοίχοι μετά τον Εμφύλιο. Πρώτο φυλάκιο ακριβώς έξω από τη Φλώρινα στο δρόμο προς Βίτσι. Δεύτερο φυλάκιο στη Βίγλα εκεί που αμέριμνα σήμερα βολτάρουν οι βορειοελλαδίτες σκιέρ. Τρίτο φυλάκιο, Πρεβάλη στην διασταύρωση των Πρεσπών. Τέλος, τέταρτο φυλάκιο στην Κούλα ανάμεσα στις δύο λίμνες ώστε να ελέγχεται ακόμη πιο εμφατικά το απώτατο όριο της Πρεσπικής εσχατιάς: οι Ψαράδες η Πύλη και το Βροντερό.

Τέσσερα σύνορα πριν το σύνορο. Τέσσερα σύνορα μέσα στο σύνορο. Τέσσερις τοίχοι πριν τον τελικό τοίχο: Τέσσερις τοίχοι που –όσο και να τους συνηθίσεις– σε εξουθενώνουν, σε ματαιώνουν, σε μειώνουν, σε νικούν. Η Πρέσπα ηττήθηκε και τα απανωτά φυλάκια είναι εκεί για να επιτηρήσουν την ήττα, να την αναπαραγάγουν ώστε να μην αφήσουν καμία αμφιβολία ότι ένα «κράτος εθνικόν και ιδεολόγον» ανέχεται εχθρούς καμίας εκ των δύο ιδιοτήτων του, πολλώ δε μάλλον εχθρών που ενσαρκώνουν σε μια ίδια ενότητα την πεμπτουσία της απειλής. Να μην ξεχνάμε σήμερα, που πληθαίνουν οι συζητήσεις για τον Εμφύλιο, ότι ο πόλεμος αυτός είχε νικητές.

Απέναντι στην απειλή αυτή το ελληνικό κράτος-νικητής έχει έτοιμη τη λύση: στέρηση της ελληνικής ιθαγένειας από τους αλλογενείς, δηλαδή τους μειονοτικούς Έλληνες.

«Διά τον αλλογενή Έλληνα εφ’ όσον δεν Έλλην την εθνικότητα τεκμαίρεται ότι ο δεσμός του προς την Ελλάδα είναι περισσότερον εύθραστος από ό,τι είναι ο των άλλων Ελλήνων, ώστε να δικαιολογείται εάν εγκαταλείψη το ελληνικόν έδαφος να κηρυχθή απωλέσας την ελληνικήν ιθαγένειαν».

Οι κάτοικοι των Πρεσπών χάνουν την ελληνική τους ιθαγένεια σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ΛΖ΄ Ψηφίσματος της 6ης Δεκεμβρίου 1947 «Περί αποστερήσεως της Ελληνικής ιθαγενείας προσώπων αντεθνικώς δρώντων εις το εξωτερικόν» (ΦΕΚ 267/7.12.1947) βάσει των οποίων αποστερήθηκαν την ελληνική ιθαγένεια οι κομμουνιστές, μέλη του ΔΣΕ οι οποίοι λόγω της ήττας του Εμφυλίου πολέμου αναγκάστηκαν να προωθηθούν στις χώρες του λεγόμενου ανατολικού μπλοκ. Φυσικά, θα πεις κανείς, δεν έπαθαν κάτι παραπάνω από κάποιον Πελοποννήσιο, Κρητικό κλπ που βρέθηκε στο ανατολικό μπλοκ τότε. Κοινή ήταν η μοίρα. Ωστόσο, ο επαναπατρισμός των πολιτικών προσφύγων δεν αφορά τους "μη Έλληνες το γένος", δηλαδή τους Σλαβομακεδόνες πρόσφυγες. Η Πρέσπα θα μείνει στο όριο. Το όριο.

Ο κοινωνικός ιστός της κοινότητας διερράγη και με τους απανωτούς εποικισμούς το παρελθόν πέρασε σε μια ενσύνειδη λήθη. Όπως μας λέει ένας από τους πιο σημαντικούς ιστορικούς του Μακεδονικού στην Ελλάδα, ο Σπύρος Καράβας:

«Το πολιτικό μέτρο του εποικισμού που εφαρμόστηκε, μεταπολεμικά, στην περιοχή των Πρεσπών ήταν στα σχέδια του στρατού ήδη από το 1925 τουλάχιστον. Άλλωστε σε σχετική έκθεση που υποβλήθηκε στον ίδιο τον Ιωάννη Μεταξά το 1937, προβλεπόνταν η απομάκρυνση όλων των σλαβόφωνων από τις παραμεθόριες περιοχές και ο παράλληλος εποικισμός τους με ελληνόφωνους πληθυσμούς. Το πρόσχημα για την οριστική λύση του «μιάσματος» δεν θα αργήσει να βρεθεί. Η δεκαετία του 1940 προσέφερε πολλαπλές «αφορμές», πρόσφορο έδαφος και την ανάλογη συμμαχική κάλυψη για μια ριζική εθνοκάθαρση του «γηγενούς σλαυόφωνου στοιχείου».

Και έτσι η Πρέσπα καθίσταται αυτό το πολλαπλό εσωτερικό και, εν τέλει, εξωτερικό σύνορο. Μεγάλο μέρος των σλαβόφωνων περιοχών και όλη η Πρέσπα υπάγεται στην Επιτηρούμενη Ζώνη σε όλο το μήκος των ελληνικών συνόρων και πλάτους από 5 ως 100 χλμ. για την είσοδο οποιουδήποτε μη μόνιμου κατοίκου χρειάζονταν ειδική άδεια από τις τοπικές αστυνομικές αρχές οι οποίες διέθεταν απόλυτη διακριτική ευχέρεια να την αρνηθούν ακόμη και σε πρόσωπα που δεν διέμεναν πλην όμως είχαν γεννηθεί εκεί. Κάθε χωριό της Επιτηρούμενης Ζώνης είχε τον δικό του φάκελο στο Α2 της οικείας στρατιωτικής μονάδας. Η Πρέσπα κατεξοχήν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Όπως μας πληροφορεί ο Τ. Κωστόπουλος,

«τον Απρίλιο του 1972 ο χουντικός νομάρχης καταργεί την υποχρέωση εφοδιασμού με άδεια “διά την μετάβασιν παντός αλλοδαπού η ημεδαπού επισκέπτου εις την περιοχήν των Πρεσπών” για τουριστικούς κυρίως λόγους – διευκρινίζεται όμως ρητά πως αυτή η ελευθερία κίνησης ισχύει για αυστηρά καθορισμένο δρομολόγιον και μόνο, “μη επιτρεπόμενης” οποιασδήποτε “παρεκκλίσεως”».

Σύμφωνα με δημοσιεύματα της πρώιμης μεταπολίτευσης, το καθεστώς εξακολουθεί να ισχύει σε χωριά της Φλώρινας και της Καστοριάς, ενώ η τελειωτική συμβολική του κατάργηση επέρχεται πολλά χρόνια αργότερα, όπως είναι γνωστό, με την συμβολική άρση της «μπάρας της ντροπής» στον Εχίνο της Ξάνθης από τον Υπουργό Άμυνας Γ. Αρσένη τον Νοέμβριο 1995. Την πρώτη πρωτοχρονιά της μεταπολίτευσης, στην Πρέσπα δεν υπάρχει πλέον φυλάκιο αλλά δεν υπάρχει και οδοσήμανση. Το τοπίο είναι χωρίς τα ονόματά του. Μέσα στο τοπίο αυτό, οι κάτοικοί του κυκλοφορούν με τη λεγόμενη ‘λευκή ταυτότητα’ στην οποία γίνεται ειδική μνεία πως στον κάτοχό της «βάσει του παρόντος επιτρέπεται η ελευθέρα κυκλοφορία εις ακτίνα 30 χιλιομέτρων από του τόπου μονίμου εγκαταστάσεώς του».

Η Πρέσπα ως θεσμοποιημένο εσωτερικό σύνορο μαραζώνει στη μεταπολίτευση. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μολονότι δεν φτάνει στο σημείο να αποδεχθεί την επιστροφή των πολιτικών προσφύγων που δεν είναι «Έλληνες το γένος» χαλαρώνει περισσότερο εισάγοντας ένα κλίμα σχετικής ανοχής του μακεδονικού «μιάσματος». Δεκαπέντε χρόνια μετά τη μεταπολίτευση όμως, η ιστορία επιφυλάσσει εκπλήξεις με τις στροφές της: το επανωτό εσωτερικό σύνορο «Πρέσπα», που έχει αφανιστεί, ξανανιώνει.

Τα εγκαταλελειμμένα φυλάκια της Πρεβάλης και της Κούλας ξαναγεμίζουν: μόνο που αυτή τη στιγμή η στόχευση δεν είναι ποιος μπαίνει στην Πρέσπα από την Ελλάδα, αλλά ποιος μπαίνει στην Πρέσπα από την Αλβανία. Τα στρατιωτικά και αστυνομικά νώτα γυρίζουν. Πλέον, τα βλέμματα δεν είναι στραμμένα στον εσωτερικό τοίχο της ειδικού εγγράφου που επιτρέπει στους Έλληνες κάτοικους της Πρέσπας να κυκλοφορούν στο χώρο τους, αλλά στους χωρίς ταυτότητα πεινασμένους Αλβανούς που κάνουν την αντίστροφη πορεία από αυτήν του Αυγούστου του 1949. Έτσι, το παλιό σύνορο ανασταίνεται αλλά πλέον κοιτάει εκτός: η νέα απειλή είναι εξωτερική. Η υποδομή είναι έτοιμη, η εμπειρία δοσμένη. Όλη η δεκαετία του 1990 είναι η δεκαετία επεξεργασίας της πολιτικής ενός νέου μεταναστευτικού φράχτη, όπως εκείνου που πήρε και απολύτως απτή μορφή μερικά χρόνια αργότερα στον Έβρο: ενός «αποτρεπτικού εμποδίου που αποτρέπει», όπως θα πει ο Αντώνης Σαμαράς προετοιμάζοντας την πρωθυπουργία του.

Το νέο σύνορο παλεύει με σκληρές κατασταλτικές μεθόδους να είναι στεγανό αλλά δεν τα καταφέρνει. Διότι κανένα σύνορο δεν μπορεί να είναι εντελώς κλειστό. Δεν υπάρχουν ούτε απολύτως ανοιχτά ούτε απολύτως κλειστά σύνορα. Τα σύνορα είναι φίλτρα. Οι Αλβανοί περνάνε εγκαθίστανται, και με μια πρωτοφανή βουλιμία κοινωνικής ενσωμάτωσης τα καταφέρνουν μάλλον καλά στην πρώτη τους ελληνική εικοσαετία. Το σύνορο φεύγει πλέον από την Πρέσπα. Τα φυλάκια ξαναδειάζουν διότι πολύ απλά οι περισσότεροι από αυτούς που μπήκαν παράνομα πλέον έχουν ένα νόμιμο τίτλο παραμονής. Η φύλαξη της περιοχής πλέον χαλαρώνει, όπως ακριβώς χαλάρωσε για άλλους λόγους στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης.

Το σύνορο μετατοπίζεται. Μεταφέρεται από την περιφέρεια πλέον στις μητροπόλεις. Το νέο σύνορο δεν είναι εθνικό, ούτε εθνοτικό. Είναι ωμά ταξικό. Η νέα επικράτεια ενσωμάτωσης και αποκλεισμού δεν θυμίζει σε τίποτε το παρελθόν. Αλλά φέρνει στο νου εικόνες από το ζοφερό μας μέλλον. Ένα τμήμα από το πιο ενταγμένο κομμάτι των μεταναστών που είχαν εγκατασταθεί στην Ελλάδα φεύγει. Για να φύγει, δεν χρειάζονται φυλάκια. Αρκεί η Κρυσταλλοπηγή, λίγα χιλιόμετρα δυτικότερα. Οι Έλληνες αμήχανοι παρακολουθούν Αλβανούς να φεύγουν, όπως αμήχανοι τους παρακολουθούσαν να έρχονται στις αρχές της δεκαετίας του 90. Έτσι είναι η ζωή. Αδιάγνωστη… Μετά από κάμποσα χρόνια, εκεί που νομίζεις ότι ο ξένος «έδεσε» σε ένα αρχικά εχθρικό περιβάλλον και αρχίζεις να τον συνηθίζεις, ξαναβρίσκεται σε ένα περιβάλλον τον ξεβράζει. Η γεωγραφική γειτνίαση και η δυνατότητα μιας μεταβατικής παραμονής στο ένα ή στο άλλο κράτος με εποχική απασχόληση έχουν οδηγήσει στη δημιουργία ενός μεγάλου ρεύματος αλβανικής παλιννόστησης. Κι εκεί που παρά τις πολλές δυσκολίες, το περιβάλλον οικειοποιήθηκε τον Αλβανό, η κρίση τον χτυπάει αλύπητα και φεύγει. Και ο ντόπιος βλέπει, στο νέο φευγιό του ξένου, το δυσοίωνο μέλλον της δικής του αποδημίας.

Διότι, πολύ απλά, το δίπολο ενσωμάτωση – αποκλεισμός έχει ολοένα και λιγότερο να κάνει με τη διάκριση Έλληνας και ξένος, πολλώ δε μάλλον με την οικεία στην Πρέσπα των ντόπιων «αλλογένων» με τους «ομογενείς» Έλληνες.

Έτσι φτάνουμε σήμερα γόνος του ιδιοκτήτη μιας από τις πιο παλιές ταβέρνες στους Ψαράδες να λέει αβασάνιστα την Πρωτοχρονιά του 2015 ότι «δεν είναι Έλληνες αυτοί που μας κυβερνάνε», απωθώντας τα όσα έχει τραβήξει ο εβδομηντάρης πατέρας του που έφυγε από τους Ψαράδες το 1949· ο τελευταίος τον ακούει με συγκατάβαση ακριβώς επειδή ξέρει πως για ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του, ο ίδιος δεν «υπήρξε» Έλληνας για το ελληνικό κοινωνικό καθεστώς: το ίδιο καθεστώς που ο γιος του στηλιτεύει φωναχτά ως «ανθελληνικό» με άνεση σε έναν χώρο που τα ελληνικά άρχισαν με το ζόρι να μιλιούνται πενήντα χρόνια πριν.

«Το παρελθόν δεν πεθαίνει, δεν είναι καν παρελθόν» γράφει σε ένα μυθιστόρημά του ο Ουίλιαμ Φώκνερ. Η Πρέσπα τον Ιούνιο του 2018 επιλέχθηκε ως ο τόπος της συμφιλίωσης. Όσοι είχαν επίγνωση του υποστρώματος ενός παρελθόντος «που δεν είναι καν παρελθόν» και ασφυκτιούσαν από τη θλιβερή –εδώ και διόμισι δεκαετίες– ελληνική πολιτική σχετικά με το «όνομα», την ημέρα της Συμφωνίας των Πρεσπών νιώσαμε ανάταση. Κυρίως για όσους ξέρουν κι αγαπούν την Πρέσπα, συγκίνηση κι από τις δύο πλευρές των συνόρων. Διότι ο τόπος της ήττας, του αδιεξόδου και του πόνου μπορεί να γίνει τόπος ελπίδας. Ο τυφλός προορισμός φώτισε την ημέρα της υπογραφής της Συνθήκης. Κι έπονται κι άλλα ελπίζω. Θέλει όμως δουλειά. Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι η κατάληξη ενός μακρού κι επώδυνου ψυχροπολεμικού στιγμιότυπου, αλλά είναι συνάμα και η αρχή ενός δεύτερου ημιχρόνου που υπόσχεται κάτι αγαθό για τις διμερείς σχέσεις, για την ειρήνη στα Βαλκάνια αλλά και για τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Διότι ας μη γελιόμαστε: το Μακεδονικό κόστισε στην ελληνική δημοκρατία: όχι μόνο σε διπλωματικό κεφάλαιο, αλλά και σε ελευθερία της έκφρασης και ανοχής των απόψεων που μειοψηφούσαν. Η δημοκρατία τραυματίστηκε από το μακεδονικό και συνεχίζει να φέρει πληγή: όχι από την πρόθεση των γειτόνων μας να ονομάζονται Μακεδόνες. Από την ελληνική αδιάλλακτη θέση να τους αρνείται το δικαίωμα να προσδιοριστούν όπως νιώθουν. Αυτό πληρώνουμε με τα συλλαλητήρια και ο λογαριασμός είναι ακόμη ανεξόφλητος. Αυτό θα το πληρώσουν πολύ περισσότερο αυτοί που ανεπίγνωστα στοιχίζονται γύρω από την εκλογικά υποσχόμενη κρούστα του ελληνικού εθνικισμού, εποφθαλμιώντας λαίμαργα, μα τόσο κοντόθωρα, πολιτικά οφέλη από τον εφιάλτη που δημιουργήθηκε. Σύντομα ο Φρανκεστάιν, όπως πάντα, θα στραφεί εναντίον του δημιουργού του. Αλλά δεν θα επεκταθώ εδώ σε αυτό.

Εδώ ήθελα να μιλήσω μόνο για την Πρέσπα: έναν από τους πιο συγκλονιστικούς προορισμούς της Ελλάδας, της Βαλκανικής κι όλης της Ευρώπης. Έναν προορισμό με μια αδιάγνωστη δύναμη που καθηλώνει. Η Πρέσπα υποβάλλεται. Δεν έχει ανάγκη να επιβληθεί. Το αφήνει σε σένα. Και μετά κάνε ό,τι θες: δες τα ερημωμένα μακεδόνικα χωριά της, τα πουλιά της, τα φασόλια της. Το μεγαλείο της Πρέσπας είναι ότι συμπυκνώνει με τον πιο επιβλητικό τρόπο τα μεγάλα κεφάλαια της φύσης, της πολιτικής και της ιστορίας. Της ιστορίας της που είναι και δική μας. Η Πρέσπα είναι μια ακραία –κυριολεκτικά και μεταφορικά– ελληνική ιστορία. Μια εμβληματικά οριακή ελληνική, βαλκανική, και άρα ευρωπαϊκή ιστορία.

Η Πρέσπα, συνώνυμο του ορίου και του τυφλού προορισμού, μετατρέπεται επώδυνα αλλά σταθερά σε ελπίδα. Η ελπίδα είναι η υπαρξιακή θέση του αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο. Όχι η αφελής αισιοδοξία, ούτε ο πιθανώς καλοπροαίρετος, αλλά καταστροφικός βολονταρισμός. Η πολιτική ελπίδα αρματωμένη με την ιστορική επίγνωση. Η Πρέσπα-όριο μπορεί να γίνει ελπίδα: συναίσθηση, όραμα, σχεδιασμός και βούληση να ζήσουμε βιώσιμα λίγο καλύτερα.
Ευχαριστώ.
pipinos1976
Δημοσιεύσεις: 1194
Εγγραφή: 08 Απρ 2011, 23:52

Re: Μακεδονικό 2019

Δημοσίευση από pipinos1976 »

Χτες είδαμε τι σημαίνει για τους βόρειους γείτονες η Εξέγερση του Ίλιντεν. Πάμε τώρα να δούμε τι σημαίνουν οι Πρέσπες για αυτούς που υπέγραψαν την συμφωνία. Όλα είναι ένα πολιτικό παιχνίδι εξουσίας, επέκτασης των γειτόνων και επιρροής των Σοβιετικών/Ρώσσων στην Ν. Ευρώπη σε μια προσπάθεια να βρει διέξοδο προς τις θερμές θάλασσες.

Για να ξέρετε τι συμβολίζουν οι Πρέσπες για τον Κνίτη Τσίπρα...
Για να ξέρετε τι συμβολίζουν οι Πρέσπες για τον Κνίτη Τσίπρα...

ΑΠΟΦΑΣΙΣ 5ης ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ Κ.Ε. ΤΟΥ Κ.Κ.Ε. ΔΙΑ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ» ... ΠΡΕΣΠΕΣ 30-31 Ιανουαρίου 1949

Το ξενοκίνητον των κινήτρων του Σλαυϊκής εμπνεύσεως, καθοδηγήσεως και διευθύνσεως Συμμοριτοπολέμου, αποδεικνύεται και εκ της αποφάσεως της 5ης Ολομελείας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. της 30-31 Ιανουαρίου 1949. Η απόφασις αύτη ελήφθη παρουσία Ρώσων και Αλβανών εκπροσωπούν και απέβλεπεν ανεπιφυλάκτως εις τον εδαφικόν ακρωτηριασμόν τής Ελλάδος.

Την εποχήν εκείνην είχεν ήδη, από της 30ής Ιουνίου 1948. επέλθει ρήξις μεταξύ Στάλιν και Τίτο, με αφορμήν την ηγεμόνευσιν των Βαλκανίων. Κατόπιν αυτού, ο Νίκος Ζαχαριάδης, κατά την μετάβασίν του τον Οκτώβριον του 1948 εις Μόσχαν, επισκέπτεται τον Στάλιν, παρά του οποίου λαμβάνει νέας εντολάς αντιθέτους προς το πνεύμα της Συμφωνίας τού Μπλέντ. Δηλαδή, ενώ μέχρι τότε η Μόσχα υπεστήριξε την γραμμήν του Τίτο, ήτοι «Ομόσπονδος Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» υπό την κυριαρχίαν της Λαϊκής Νοτιοσλαυϊκής Ομοσπονδίας, τώρα το Κρεμλίνον, πρός δημιουργίαν αντιπερισπασμού, επανέρχεται εις την Βουλγαρικήν γραμμήν του Δημητρώφ και υποστηρίζει την δημιουργίαν ανεξαρτήτου ή αυτονόμου «Μακεδόνικου Κράτους», εντός της «Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας» (Β.Κ.Ο.), εις το όποιον θα επιδιωχθή και η προσέλκυσις και της Νοτιοσλαβικής «Μακεδονίας των Σκοπίων». Ταυτοχρόνως, η Μόσχα, διά της Κομινφόρμ, διαβιβάζει την νέαν πολιτικήν γραμμήν διά τα Βαλκάνια προς το Κ.Κ.Ε.

Δύο μήνας μετά την επιστροφήν του εκ Μόσχας, ο Νίκος Ζαχαριάδης, δημοσιεύει, εις το 12ον φύλλον του «Δημοκρατικού Στρατού», του Δεκεμβρίου 1948, επιστολήν αναφέρουσαν ότι:

«Ο μακεδόνικος λαός δεν αγωνίζεται στο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας για να βρει την ισοτιμία και την ισοπολιτεία μέσα στην Ελλάδα, αλλά δημιουργεί τώρα την δικιά τον εθνική ζωή και εστία και τείνει προς την ενότητα πού κατάχτησε με το αίμα του. Ο μακεδόνικος λαός θα απόκτηση μια ανεξάρτητη, κρατικά ενιαία και ισότιμη θέση στην οικογένεια αυτή όπου αύριο θα ανήκει και ο ελληνικός λαός με την λαϊκή δημοκρατία. Και γι’ αυτή την ανεξάρτητη, κρατικά ενιαία και ισότιμη θέση παλεύει σήμερα και ο μακεδόνικος λαός της Μακεδονίας του Αιγαίου…».

Κατόπιν όλων αυτών ο Συμμοριτοπόλεμος λαμβάνει περισσότερον έντονον Σλαυομακεδονικόν χαρακτήρα και την 30-31 Ιανουαρίου 1949 συγκαλείται, εις την περιοχήν των Πρεσπών η 5η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., ευθυγραμμιζομένη και υιοθετούσα πλήρως τας εντολάς της Μόσχας. «Πρωθυπουργός», την εποχήν εκείνην ήτο ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο όποιος αντικατεστάθη ολίγον βραδύτερον υπό του Δημητρίου Παρτσαλίδη. «Αρχιστράτηγος» ήτο ο Δημήτρης Βλαντάς και «Πρόεδρος του Πολεμικού Συμβουλίου» ο Νίκος Ζαχαριάδης.

Η 5η ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., διά της ληφθείσης αποφάσεως της, επαναφέρει υπό άλλην μορφήν το εθνοπροδοτικόν σύνθημα «περί ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας και Θράκης» του 3ου Έκτακτου Συνεδρίου του Κ.Κ.Ε. (26 Νοεμβρίου – 3 Δεκεμβρίου 1924). Πράγματι, η εκδοθείσα υπ’ αυτής ανακοίνωσις αναφέρει:

«Στη Βόρεια Ελλάδα ο μακεδονικός (σλαβομακεδονικός) λαός τα 'δωσε όλα για τον αγώνα και πολεμά με μια ολοκλήρωση ηρωισμού και αυτοθυσίας που προκαλούν το θαυμασμό. Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι σαν αποτέλεσμα της νίκης του ΔΣΕ και της λαϊκής επανάστασης, ο μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη εθνική αποκατάστασή του έτσι όπως το θέλει ο ίδιος, προσφέροντας σήμερα με το αίμα του για να την αποχτήσει. Οι Μακεδόνες κομμουνιστές στέκονται πάντα επικεφαλής στην πάλη του λαού των. Ταυτόχρονα, οι Μακεδόνες κομμουνιστές πρέπει να προσέξουν τις διασπαστικές και διαλυτικές ενέργειες που ξενοκίνητα σοβινιστικά και αντιδραστικά στοιχεία αναπτύσσουν, για να διασπάσουν την ενότητα ανάμεσα στο μακεδονικό(σλαβομακεδονικό) και τον ελληνικό λαό, διάσπαση που μόνο τον κοινό τους εχθρό, το μοναρχοφασισμό και τον αμερικανοαγγλικό ιμπεριαλισμό θα ωφελήσει. Παράλληλα, το ΚΚΕ πρέπει ριζικά να βγάλει απ' τη μέση όλα τα εμπόδια, να χτυπήσει όλες τις μεγαλοελλαδίτικες σοβινιστικές εκδηλώσεις και τα έργα, που προκαλούν δυσαρέσκεια και δυσφορία μέσα στο μακεδονικό λαό και έτσι βοηθούν τους διασπαστές στην προδοτική δράση τους, ενισχύουν το έργο της αντίδρασης. Ο σλαβομακεδονικός και ελληνικός λαός μόνον ενωμένοι μπορούν να νικήσουν. Διασπασμένοι μόνον ήττες μπορούν να πάθουν. Γι' αυτό η ενότητα στην πάλη των δύο λαών πρέπει να φυλάγεται σαν κόρη οφθαλμού και να ενισχύεται και να δυναμώνει σταθερά και καθημερινά». ("Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ", τόμος 6ος, σελ. 337-338).

[ΔΕ: Σήμερα το ΚΚΕ λέει για την τότε θέση του: «Είναι σαφές ότι αυτή η θέση αναγνωρίζει στους σλαβομακεδόνες το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, μέχρι και αυτού του αποχωρισμού. Η θέση, όμως, αυτή δε συνεπάγεται και δέσμευση, για τοΚΚΕ, να ταχτεί υπέρ του αποχωρισμού εάν και όταν θα ετίθετο κάποια στιγμή τέτοιο θέμα. Επίσης, είναι σαφές ότι σ' εκείνες τις συνθήκες, με την απόφασή του αυτή, το ΚΚΕ τίθεται κάθετα πολέμιο στις διασπαστικές - αποχωριστικές τάσεις, που είχαν εμφανιστεί μέσα στους Σλαβομακεδόνες και υπογραμμίζει την ανάγκη διαφύλαξης, ως κόρης οφθαλμού, της ενότητας Ελλήνων και Σλαβομακεδόνων. Η σημείωση αυτή έχει την αξία της για όσα θα πούμε στη συνέχεια.»]

Αμέσως μετά την λήξιν των εργασιών της 5ης Ολομελείας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., (εις την οποίαν σημειωτέον αναπληρωματικόν μέλος ήτο και ο Χαρίλαος Φλωράκης ή «καπετάν Γιώτης»), ανεσχηματίσθη η «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση» και εις αυτήν συμμετέχουν πλέον και οι Βουλγαρικής συνειδήσεως σλαβόφωνοι «Νοφίτες»: Πασκάλ Μητρόφσκυ, Σταύρο Γκότσεφ και Βαγγέλη ή Γκέλο Κόϊτσεφ.

Επί όλων αυτών, ο Λευτέρης Μαυροειδής, εις την σελίδα 166 του βιβλίου του «Από τον Σταλινισμό στην Περεστρόϊκα», γράφει:

«Τον Ιανουάριο του 1949. στην 5η Ολομέλεια της Κ.Ε., ο Ζαχαριάδης έρριξε εντελώς ξαφνικά το σύνθημα αυτοδιάθεσης των Σλαβομακεδόνων πού ζούσαν στην Ελλάδα. Υποσχέθηκε στους Σλαβομακεδόνες «εθνική αποκατάσταση)», δηλαδή δικαίωμα αποχωρισμού από το ελληνικό κράτος».

Προς υλοποίησιν της αποφάσεως της 5ης Ολομελείας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. συνήλθε, εις τας 3-4 Φεβρουαρίου 1949, το 2ον Συνέδριον της Κεντρικής Επιτροπής του Ν.Ο.Φ. και αφού υιοθέτησε την εν λόγω απόφασιν, δηλαδή «την ένωση της Μακεδονίας, σε ένα ισότιμο κράτος μέσα στη λαϊκοδημοκρατική ομοσπονδία των Βαλκανικών λαών», απεφάσισε να συγκληθή νέον Συνέδριον τον Μάρτιον 1949 προκειμένου: «Να διακήρυξη την Ένωση της Μακεδονίας σε ένα ενιαίο ανεξάρτητο Μακεδόνικο κράτος, μέσα στη Λαϊκή Δημοκρατική Ομοσπονδία των Βαλκανικών λαών, πούναι η δικαίωση των πολύχρονων αιματηρών αγώνων».

Μετ’ ολίγας δε ημέρας, ήτοι την 15ην Φεβρουαρίου 1949, ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των συμμοριτών μεταδίδει, εκ Βελιγραδίου, τα έξης:

«Ο μακεδόνικος λαός είναι ιδιαίτερος λαός, ο οποίος χύνει το αίμα του σήμερα μαζί μας και, ζητάει τη δική του λευτεριά».

[ΔΕ: Αργότερα φόρτωσαν τις αποφάσεις των Πρεσπών στον Τίτο και τους πρακτορές του στην Ελλάδα που ανάγκασαν το ΚΚΕ να αποδεχθεί αυτοδιάθεση και απόσχιση Σλαβομακεδόνων... Σύμφωνα με τον Ριζοσπάστη: Η θέση της 5ης Ολομέλειας για το Μακεδονικό εγκαταλείφθηκε από το ΚΚΕ τον Οκτώβρη του 1949 με τις αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας που επανέφεραν την παλιά θέση περί ισοτιμίας. Να τι λέει συγκεκριμένα η Πολιτική Απόφαση της 6ης Ολομέλειας: "Το κόμμα πρέπει να φυλάξει και να δυναμώσει παραπέρα τους δεσμούς ανάμεσα στον ελληνικό και σλαβομακεδονικό λαό, που σφυρηλατήθηκαν μέσα στον κοινό σκληρό αγώνα. Η πάλη ενάντια στην καταπίεση των Σλαβομακεδόνων, η πάλη για την ισοτιμία τους, η αναγνώριση του δικαιώματος να ζούνε λεύτεροι και αφέντες στην πατρική τους γη, δένει τους Μακεδόνες με τους Ελληνες και εμποδίζει τα κατακτητικά σχέδια του Τίτο εναντίον της ελληνικής Μακεδονίας" ("Επίσημα Κείμενα ΚΚΕ", τόμος 7ος, σελ. 18). Σ' αυτή την Ολομέλεια δόθηκαν και εξηγήσεις για τις αιτίες που οδήγησαν στη θέση της 5ης Ολομέλειας. Στην ομιλία του - που κυκλοφόρησε και σε ξεχωριστή μπροσούρα με τον τίτλο "Καινούρια κατάσταση - Καινούρια καθήκοντα" - ο Ν. Ζαχαριάδης ανέφερε: "Η υπονομευτική και διασπαστική δράση του Τίτο και των πρακτόρων του στην Ελλάδα ανάγκασε την 5η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (Γενάρης 1949), να αντικαταστήσει το σύνθημα της ισοτιμίας (της αυτονομίας μέσα στα πλαίσια του ελληνικού κράτους) με το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, παρά το γεγονός ότι το σύνθημα αυτό στις συγκεκριμένες συνθήκες δεν ανταποκρινότανε στα γενικότερα συμφέροντα του κινήματος" (Ν. Ζαχαριάδη: "Συλλογή έργων", σελ. 470 - 471)]

Βραδύτερον, ήτοι κατά τας εργασίας της 7ης Ολομελείας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. (14-18 Μαΐου 1950), ο Νίκος Ζαχαριάδης προσεπάθησε να δικαιολόγηση την περί Μακεδονίας προδοτικήν απόφασιν της ηγεσίας των κομμουνιστοσυμμοριτών, ήτοι της ηγεσίας του Κ.Κ.Ε. Προς τον σκοπόν αυτόν γράφει, εις το βιβλίον του «Δέκα χρόνια πάλης». ότι τούτο, δηλαδή ή εκχώρησις της ελληνικωτάτης Μακεδονίας εις την Νοτιοσλαυίαν, ήταν άναγκαία και εγένετο διά να καταστή δυνατή η περαιτέρω κινητοποίησις των Σλαβομακεδόνων και ή καθολική ένταξις αυτών εις τας τάξεις των κομμουνιστοσυμμοριών!

Όμως. οι ισχυρισμοί αυτοί του Νίκου Ζαχαριάδη απέχουν της αληθείας. Η πραγματικότης εν προκειμένω είναι ότι όταν, μετά την ρήξιν Στάλιν – Τίτο, καθηρέθη ο Μάρκος Βαφειάδης εκ των αξιωμάτων του, επειδή ήτο φίλος του Τίτο, του οποίου την πολιτικήν εφήρμοζε και ταυτοχρόνως ήτο και προστάτης των λεγομένων «Σλαβομακεδόνων». δηλαδή των Σλαβοφρόνων συμμοριτών (ανταρτών τον Ν.Ο.Φ.), εξεδηλώθη ανησυχία μεταξύ αυτών και συνεπεία αυτού τα πλέον δυναμικά στελέχη των, ακολουθούμενα υπό σημαντικού αριθμού οπαδών των, φοβούμενα διά την τύχην των διέφυγον εις Νοτιοσλαβίαν. Τότε, ο Νίκος Ζαχαριάδης, διά να καθησύχαση τους λοιπούς «Σλαβομακεδόνες» έσπευσε να λάβη τας αποφάσεις του περί αποχωρισμού της Μακεδονίας εκ της Ελλάδος και προσαρτήσεως της εις την Ομοσπονδίαν των Βαλκανικών λαών. Δια του τρόπου αυτού άλλως τε ικανοποιείτο και ή νέα πολιτική γραμμή της Κομινφόρμ διά τα Βαλκάνια.

Διά να γίνη αντιληπτόν το νόημα της αποφάσεως της 5ης Ολομελείας του Κ.Κ.Ε. και αι εξ αυτής απειληθείσαι επιπτώσεις, επί τής εδαφικής ακεραιότητος της Ελλάδος, αρκεί να διάβαση κανείς τα Πρακτικά της 7ης Ολομελείας του Κ.Κ.Ε. (Μάιος 1950), κατά την οποίαν ο Δημήτριος Παρτσαλίδης, ευρισκόμενος την εποχήν έκείνην εις προσωπικήν αντιδικίαν μετά του Νίκου Ζαχαριάδη, ομιλών είπε, μεταξύ άλλων και τα έξης αποκαλυπτικά:

«Μετά την 5η Ολομέλεια οι σλαβίζοντες οπαδοί μας διέδωσαν ότι τα σύνορα της Ανεξάρτητης Μακεδονίας, θ’ άρχιζαν στον Όλυμπο με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη, ενώ εμείς παραμέναμε σιωπηλοί, αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό τη σύγχυση…».

Ανεξαρτήτως όμως των ανωτέρω, ο Νίκος Ζαχαριάδης, παρά το ότι προσεπάθησε κατά την 7ην Ολομέλειαν του Κ.Κ.Ε. (14-18 Μαΐου 1950), να δικαιολόγηση την περί Μακεδονίας προδοτικήν απόφασιν της 5ης Ολομελείας της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. (30-31 Ιανουαρίου 1949) εν τούτοις, αμέσως σχεδόν εν συνεχεία, κατά τας εργασίας της 3ης Συνδιασκέψεων (14-15 Οκτωβρίου 1950), η αμετανόητος ηγεσία του Κ.Κ.Ε. διά του Αρχηγού της εδήλωνε και πάλιν:

«Το Κ.Κ.Ε. αναγνωρίζει το δικαίωμα για αυτοδιάθεση μέχρι και αποχωρισμό για το Σλαβομακεδονικό λαό της Μακεδονίας του Αιγαίου. Σωστά έκανε η 5η Ολομέλεια και έβαλε το ζήτημα αυτό…» («Απομνημονεύματα», Μάρκου Βαφειάδη, 5ος Τόμος – «Εμφύλιος» – σελίς 396).

του υποστρατήγου ε.α. Αριστομένη Αντωνακέα
Ευχαριστώ.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πολιτικό καφενείο...”