Εισαγγελία Πατρών (ιδιωτικός χώρος, απειλή)
Δημοσιεύτηκε: 20 Δεκ 2010, 05:18
Σὲ μιὰ διαδικτυακὴ κοινότητα συζητήσεων εἴχαμε μιὰ συζήτηση περὶ παράνομης σταθμεύσεως σὲ ἰδιωτικὸ χῶρο.
Τέθηκε τὸ ἐρώτημα ἀν μπορεῖ ἢ ὄχι νὰ ἐπέμβει ἠ ΕΛ.ΑΣ.. Ἕνας ἔνστολος παρέθεσε δύο ἀποφασεις τῆς Εἰσαγγελίας Πλημμελειοδικῶν Πατρῶν.
41/2003 Διάταξη Εισαγγελέα Πλημ/κών Πατρών
Εισαγγελέας: Χρήστος Τόλιας, Αντ/λέας
Αφού λάβαμε υπ` όψιν και το άρθρο 47 ΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο "ο Εισαγγελέας εξετάζει την έγκληση που έλαβε και, αν κρίνει ότι αυτή δεν στηρίζεται στο νόμο ή είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, την απορρίπτει με διάταξή του, η οποία επιδίδεται στον εγκαλούντα. 2. Ο Εισαγγελέας έχει το δικαίωμα να ενεργήσει προκαταρκτική εξέταση είτε ο ίδιος είτε με έναν από τους ανακριτικούς υπαλλήλους που αναφέρονται στα άρθρ. 33 παρ. 1 και 34. Αν από την εξέταση πειστεί ότι η έγκληση είναι προφανώς ψευδής στην ουσία της, την απορρίπτει σύμφωνα με όσα ορίζονται στην πρώτη παράγραφο".
Στην υπό κρίση έγκληση καταμηνύονται οι 1) Δ.Ρ., κάτοικος Πατρών, αστυνομικός του Τμήματος Τροχαίας Πατρών για παράβαση καθήκοντος και διατάραξη οικιακής ειρήνης, 2) Ι.Γ., κάτοικος Πατρών, διοικητής του Τμήματος Τροχαίας Πατρών, για ηθική αυτουργία στις ανωτέρω πράξεις, 3) Β.Τ., Εισαγγελέας Πρωτοδικών, κάτοικος Πατρών και 4) Κ.Α., Πρόεδρος Πρωτοδικών, κάτοικος Πατρών, για ηθική αυτουργία στις ανωτέρω πράξεις και για απειλή. Αναφέρεται στην υπό κρίση έγκληση ότι την 10-7-2001 οι τρίτη και τέταρτος των εγκαλουμένων, ιδιοκτήτες διαμερίσματος στο ίδιο συγκρότημα πολυκατοικιών με το διαμέρισμα του εγκαλούντος, βλέποντας ότι αυτός είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητό του με αριθμό κυκλοφορίας ΑΒΓ 1234 στον ακάλυπτο -κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας, απείλησαν την σύζυγό του ότι αν δεν το απομακρύνει από την θέση αυτή θα καλούσαν την Τροχαία να το "γράψει". Οτι την 12-7-2001, ο πρώτος εγκαλούμενος εισήλθε στον ανωτέρω κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας και βεβαίωσε παράβαση παράνομης στάθμευσης του αυτοκινήτου αυτού σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 3 του ΚΟΚ, δηλαδή ότι ήταν δήθεν σταθμευμένο προ της εισόδου-εξόδου του ακαλύπτου χώρου της πολυκατοικίας. Οτι σε διαμαρτυρία της συζύγου του εγκαλούντος αφενός μεν για το ότι αυτός εισήλθε στην ιδιωτική αυλή ενώ δεν είχε δικαίωμα προς τούτο και αφετέρου γιατί αυτός βεβαίωσε παράνομη δήθεν στάθμευση εντός της αυλής, αυτός απάντησε επί λέξει: έχω εντολή από τον διοικητή μου να βεβαιώσω παράνομη στόθμευση του συγκεκριμένου αυτοκινήτου και για τις οποιεσδήποτε αντιρρήσεις σας να συνεννοηθείτε με τον διοικητή μου. Και καταλήγει η υπό κρίση έγκληση: "Είναι ολοφάνερο ότι οι πιο πάνω παράνομες εξόφθαλμα ενέργειες του οργάνου της Τροχαίας, δηλ. της εισόδου του στον ιδιωτικό χώρο της πολυκατοικίας δίχως τον παραμικρό λόγο και όχι μόνον η παραμονή του σε αυτόν, παρά τις αντιρρήσεις της συζύγου μου και της βεβαίωσης ψευδώς διάπραξης δήθεν της τροχαίας παράβασης της παράνομης στάθμευσης του αυτοκινήτου μου, συνδέονται άμεσα, προφανώς, με την προηγηθείσα την 10-7-2001 απειλή του προαναφερθέντα Δικαστικού λειτουργού Α.Κ. και της συζύγου του Τ.Β. Και τούτο δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα από την Α` Πταισματοδίκη Πατρών, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, σχετικά με την νομιμότητα των τοποθετημένων από τους Δικαστικούς λειτουργούς Κ.Α. και την σύζυγό του Β.Τ., πινακίδων απαγόρευσης στάθμευσης προ της εισόδου του Δ 1 κτιρίου της πολυκατοικίας στο σημείο Πάροδος Αιόλου 38 παρ. 7, για την ανεύρεση και απόδοση ευθυνών όλων των εμπλεκομένων στην πιο πάνω υπόθεση (Διοικητή Τροχαίας, Δήμο Πατρέων κλπ.). Από τη διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση όσο και την Νομολογία των δικαστηρίων, βάσει της οποίας ο ΚΟΚ εφαρμόζεται όχι μόνο σε δημόσιους δρόμους αλλά και σε ιδιωτικούς δρόμους, διόδους, ακόμη και πάρκινγκ, έδωσε εντολή να βεβαιωθεί παράβαση του άρθρου 34 παρ. 3 περ. β` του Ν. 2696/99. Πράγματι, επειδή ο σκοπός του άρθρου 34 παρ. 3 περ. β` του ν. 2696/99 (ΚΟΚ) που απαγορεύει την στάθμευση οχημάτων μπροστά από την είσοδο-έξοδο παροδίου ιδιοκτησίας, είναι η διασφάλιση της ελεύθερης εισόδου και εξόδου των οχημάτων των παροδίων ιδιοκτητών προς και από τις ιδιοκτησίες τους και όχι γενικώς η ασφαλής κυκλοφορία των οχημάτων στους δημόσιους δρόμους, γίνεται δεκτό ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως και σε αυτή, πρέπει να διαστέλλεται η έννοια της οδού και να περιλαμβάνει και ιδιωτικές οδούς, διόδους κ.λπ. και άρα να έχει εφαρμογή και σε αυτές τις περιπτώσεις ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (βλ. 9/89 ΓΝΜΔ ΕΙΣ ΑΠ, 12/73 ΓΝΜΔ ΕΙΣΑΠ, ΕφΑθ 11728/87 Ε. Συγκ.Δ. ΙΣΤ 487, ΕφΑθ 5487/74 Ε.Συγκ.Δ. 1975, σελ. 90, Μον. Πρ. Αθηνών 5824/1982 Ε.Συγκ.Δ. 1983, σελ. 464).
Συνεπώς, είναι παράλογο να κατηγορείται για παράβαση καθήκοντος αστυνομικός που βεβαίωσε παράβαση σε όχημα που είχε σταθμεύσει μόλις μέσα από τις πινακίδες Ρ39 (όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση) και όχι όταν βεβαιώνει παράβαση σε αυτοκίνητο που έχει σταθμεύσει μόλις έξω από τις πινακίδες αυτές, αφού έτσι καταστρατηγείται ο σκοπός της διάταξης του άρθρου 34 παρ. 3 περ. β` του Ν. 2696/99. Με την λογική του εγκαλούντος, όποιος θέλει να παραβιάσει τις πινακίδες Ρ39 και να σταθμεύει το όχημά του παράνομα χωρίς όμως να δικαιούται η Τροχαία να βεβαιώσει την παράβαση, δεν έχει παρά να περνά με το αυτοκίνητό του μέσα από τις πινακίδες Ρ39 των πολυκατοικιών και να σταθμεύει εκεί χωρίς καμία, άμεση τουλάχιστον, συνέπεια. Από τα ανωτέρω προέκυψε ότι τόσο ο πρώτος εγκαλούμενος, βεβαιώνοντας παράβαση στο παρανόμως σταθμευμένο όχημα του εγκαλούντος, όσο και ο δεύτερος, δίδοντας εντολή για την βεβαίωση της παράβασης αυτής, δεν παρέβησαν. ουδόλως το καθήκον τους, αλλά έπραξαν σύμφωνα με το νόμο και εντός των ορίων της εξουσίας που τους παρέχει η πολιτεία. Επομένως δεν υπάρχει και ηθική αυτουργία σε παρόβαση καθήκοντος αφού δεν τελέστηκε τέτοιο έγκλημα, εκτός του ότι, όπως προέκυψε, την Τροχαία δεν την ειδοποίησαν οι τρίτη και τέταρτος των εγκαλουμένων αλλά ο Χ.Ν. Ούτε όμως το έγκλημα της διατάραξης οικιακής ειρήνης τέλεσε ο πρώτος, καθώς εισήλθε σε μη περιφραγμένο χώρο για να τελέσει το υπηρεσιακό του καθήκον. Περαιτέρω, επειδή σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα, το έγκλημα της απειλής, αφενός μεν διώκεται κατ` έγκληση του παθόντος και τέτοια έγκληση της συζύγου του εγκαλούντος δεν έχει υποβληθεί, αφετέρου δε, αν θεωρηθεί ότι απευθυνόταν προς τον εγκαλούντα η απειλή, το έγκλημα δεν στοιχειοθετείται όταν η απειλούμενη πράξη είναι νόμιμη, συνεπώς δεν στοιχειοθετείται ούτε στην συγκεκριμένη περίπτωση η πράξη της απειλής εκ μέρους της τρίτης και του τετάρτου των εγκαλουμένων, αφού, ακόμη και αν θεωρηθεί αληθές ότι αυτοί είπαν στον εγκαλούντα να μετακινήσει το αυτοκίνητο αλλιώς θα τηλεφωνήσουν στην Τροχαία να το "γράψει", η φράση τους αυτή δεν συνιστά απειλή αφού είχαν κάθε δικαίωμα να τηλεφωνήσουν στην Τροχαία και να ζητήσουν να βεβαιώσει την ανωτέρω αναφερομένη παράβαση του ΚΟΚ.
Κατόπιν των ανωτέρω θα πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έγκληση ως ουσιαστικά και νομικό αβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 47 του ΚΠΔ.
Τέθηκε τὸ ἐρώτημα ἀν μπορεῖ ἢ ὄχι νὰ ἐπέμβει ἠ ΕΛ.ΑΣ.. Ἕνας ἔνστολος παρέθεσε δύο ἀποφασεις τῆς Εἰσαγγελίας Πλημμελειοδικῶν Πατρῶν.
41/2003 Διάταξη Εισαγγελέα Πλημ/κών Πατρών
Εισαγγελέας: Χρήστος Τόλιας, Αντ/λέας
Αφού λάβαμε υπ` όψιν και το άρθρο 47 ΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο "ο Εισαγγελέας εξετάζει την έγκληση που έλαβε και, αν κρίνει ότι αυτή δεν στηρίζεται στο νόμο ή είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, την απορρίπτει με διάταξή του, η οποία επιδίδεται στον εγκαλούντα. 2. Ο Εισαγγελέας έχει το δικαίωμα να ενεργήσει προκαταρκτική εξέταση είτε ο ίδιος είτε με έναν από τους ανακριτικούς υπαλλήλους που αναφέρονται στα άρθρ. 33 παρ. 1 και 34. Αν από την εξέταση πειστεί ότι η έγκληση είναι προφανώς ψευδής στην ουσία της, την απορρίπτει σύμφωνα με όσα ορίζονται στην πρώτη παράγραφο".
Στην υπό κρίση έγκληση καταμηνύονται οι 1) Δ.Ρ., κάτοικος Πατρών, αστυνομικός του Τμήματος Τροχαίας Πατρών για παράβαση καθήκοντος και διατάραξη οικιακής ειρήνης, 2) Ι.Γ., κάτοικος Πατρών, διοικητής του Τμήματος Τροχαίας Πατρών, για ηθική αυτουργία στις ανωτέρω πράξεις, 3) Β.Τ., Εισαγγελέας Πρωτοδικών, κάτοικος Πατρών και 4) Κ.Α., Πρόεδρος Πρωτοδικών, κάτοικος Πατρών, για ηθική αυτουργία στις ανωτέρω πράξεις και για απειλή. Αναφέρεται στην υπό κρίση έγκληση ότι την 10-7-2001 οι τρίτη και τέταρτος των εγκαλουμένων, ιδιοκτήτες διαμερίσματος στο ίδιο συγκρότημα πολυκατοικιών με το διαμέρισμα του εγκαλούντος, βλέποντας ότι αυτός είχε σταθμεύσει το αυτοκίνητό του με αριθμό κυκλοφορίας ΑΒΓ 1234 στον ακάλυπτο -κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας, απείλησαν την σύζυγό του ότι αν δεν το απομακρύνει από την θέση αυτή θα καλούσαν την Τροχαία να το "γράψει". Οτι την 12-7-2001, ο πρώτος εγκαλούμενος εισήλθε στον ανωτέρω κοινόχρηστο χώρο της πολυκατοικίας και βεβαίωσε παράβαση παράνομης στάθμευσης του αυτοκινήτου αυτού σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 3 του ΚΟΚ, δηλαδή ότι ήταν δήθεν σταθμευμένο προ της εισόδου-εξόδου του ακαλύπτου χώρου της πολυκατοικίας. Οτι σε διαμαρτυρία της συζύγου του εγκαλούντος αφενός μεν για το ότι αυτός εισήλθε στην ιδιωτική αυλή ενώ δεν είχε δικαίωμα προς τούτο και αφετέρου γιατί αυτός βεβαίωσε παράνομη δήθεν στάθμευση εντός της αυλής, αυτός απάντησε επί λέξει: έχω εντολή από τον διοικητή μου να βεβαιώσω παράνομη στόθμευση του συγκεκριμένου αυτοκινήτου και για τις οποιεσδήποτε αντιρρήσεις σας να συνεννοηθείτε με τον διοικητή μου. Και καταλήγει η υπό κρίση έγκληση: "Είναι ολοφάνερο ότι οι πιο πάνω παράνομες εξόφθαλμα ενέργειες του οργάνου της Τροχαίας, δηλ. της εισόδου του στον ιδιωτικό χώρο της πολυκατοικίας δίχως τον παραμικρό λόγο και όχι μόνον η παραμονή του σε αυτόν, παρά τις αντιρρήσεις της συζύγου μου και της βεβαίωσης ψευδώς διάπραξης δήθεν της τροχαίας παράβασης της παράνομης στάθμευσης του αυτοκινήτου μου, συνδέονται άμεσα, προφανώς, με την προηγηθείσα την 10-7-2001 απειλή του προαναφερθέντα Δικαστικού λειτουργού Α.Κ. και της συζύγου του Τ.Β. Και τούτο δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα από την Α` Πταισματοδίκη Πατρών, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, σχετικά με την νομιμότητα των τοποθετημένων από τους Δικαστικούς λειτουργούς Κ.Α. και την σύζυγό του Β.Τ., πινακίδων απαγόρευσης στάθμευσης προ της εισόδου του Δ 1 κτιρίου της πολυκατοικίας στο σημείο Πάροδος Αιόλου 38 παρ. 7, για την ανεύρεση και απόδοση ευθυνών όλων των εμπλεκομένων στην πιο πάνω υπόθεση (Διοικητή Τροχαίας, Δήμο Πατρέων κλπ.). Από τη διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση όσο και την Νομολογία των δικαστηρίων, βάσει της οποίας ο ΚΟΚ εφαρμόζεται όχι μόνο σε δημόσιους δρόμους αλλά και σε ιδιωτικούς δρόμους, διόδους, ακόμη και πάρκινγκ, έδωσε εντολή να βεβαιωθεί παράβαση του άρθρου 34 παρ. 3 περ. β` του Ν. 2696/99. Πράγματι, επειδή ο σκοπός του άρθρου 34 παρ. 3 περ. β` του ν. 2696/99 (ΚΟΚ) που απαγορεύει την στάθμευση οχημάτων μπροστά από την είσοδο-έξοδο παροδίου ιδιοκτησίας, είναι η διασφάλιση της ελεύθερης εισόδου και εξόδου των οχημάτων των παροδίων ιδιοκτητών προς και από τις ιδιοκτησίες τους και όχι γενικώς η ασφαλής κυκλοφορία των οχημάτων στους δημόσιους δρόμους, γίνεται δεκτό ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως και σε αυτή, πρέπει να διαστέλλεται η έννοια της οδού και να περιλαμβάνει και ιδιωτικές οδούς, διόδους κ.λπ. και άρα να έχει εφαρμογή και σε αυτές τις περιπτώσεις ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (βλ. 9/89 ΓΝΜΔ ΕΙΣ ΑΠ, 12/73 ΓΝΜΔ ΕΙΣΑΠ, ΕφΑθ 11728/87 Ε. Συγκ.Δ. ΙΣΤ 487, ΕφΑθ 5487/74 Ε.Συγκ.Δ. 1975, σελ. 90, Μον. Πρ. Αθηνών 5824/1982 Ε.Συγκ.Δ. 1983, σελ. 464).
Συνεπώς, είναι παράλογο να κατηγορείται για παράβαση καθήκοντος αστυνομικός που βεβαίωσε παράβαση σε όχημα που είχε σταθμεύσει μόλις μέσα από τις πινακίδες Ρ39 (όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση) και όχι όταν βεβαιώνει παράβαση σε αυτοκίνητο που έχει σταθμεύσει μόλις έξω από τις πινακίδες αυτές, αφού έτσι καταστρατηγείται ο σκοπός της διάταξης του άρθρου 34 παρ. 3 περ. β` του Ν. 2696/99. Με την λογική του εγκαλούντος, όποιος θέλει να παραβιάσει τις πινακίδες Ρ39 και να σταθμεύει το όχημά του παράνομα χωρίς όμως να δικαιούται η Τροχαία να βεβαιώσει την παράβαση, δεν έχει παρά να περνά με το αυτοκίνητό του μέσα από τις πινακίδες Ρ39 των πολυκατοικιών και να σταθμεύει εκεί χωρίς καμία, άμεση τουλάχιστον, συνέπεια. Από τα ανωτέρω προέκυψε ότι τόσο ο πρώτος εγκαλούμενος, βεβαιώνοντας παράβαση στο παρανόμως σταθμευμένο όχημα του εγκαλούντος, όσο και ο δεύτερος, δίδοντας εντολή για την βεβαίωση της παράβασης αυτής, δεν παρέβησαν. ουδόλως το καθήκον τους, αλλά έπραξαν σύμφωνα με το νόμο και εντός των ορίων της εξουσίας που τους παρέχει η πολιτεία. Επομένως δεν υπάρχει και ηθική αυτουργία σε παρόβαση καθήκοντος αφού δεν τελέστηκε τέτοιο έγκλημα, εκτός του ότι, όπως προέκυψε, την Τροχαία δεν την ειδοποίησαν οι τρίτη και τέταρτος των εγκαλουμένων αλλά ο Χ.Ν. Ούτε όμως το έγκλημα της διατάραξης οικιακής ειρήνης τέλεσε ο πρώτος, καθώς εισήλθε σε μη περιφραγμένο χώρο για να τελέσει το υπηρεσιακό του καθήκον. Περαιτέρω, επειδή σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα, το έγκλημα της απειλής, αφενός μεν διώκεται κατ` έγκληση του παθόντος και τέτοια έγκληση της συζύγου του εγκαλούντος δεν έχει υποβληθεί, αφετέρου δε, αν θεωρηθεί ότι απευθυνόταν προς τον εγκαλούντα η απειλή, το έγκλημα δεν στοιχειοθετείται όταν η απειλούμενη πράξη είναι νόμιμη, συνεπώς δεν στοιχειοθετείται ούτε στην συγκεκριμένη περίπτωση η πράξη της απειλής εκ μέρους της τρίτης και του τετάρτου των εγκαλουμένων, αφού, ακόμη και αν θεωρηθεί αληθές ότι αυτοί είπαν στον εγκαλούντα να μετακινήσει το αυτοκίνητο αλλιώς θα τηλεφωνήσουν στην Τροχαία να το "γράψει", η φράση τους αυτή δεν συνιστά απειλή αφού είχαν κάθε δικαίωμα να τηλεφωνήσουν στην Τροχαία και να ζητήσουν να βεβαιώσει την ανωτέρω αναφερομένη παράβαση του ΚΟΚ.
Κατόπιν των ανωτέρω θα πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση έγκληση ως ουσιαστικά και νομικό αβάσιμη σύμφωνα με το άρθρο 47 του ΚΠΔ.